Τσάι Μάτσα: Σε τι διαφέρει από το πράσινο τσάι – ποια τα οφέλη του για τον οργανισμό μας

Τόσο το κλασσικό, όσο και το μάτσα τσάι (matcha tea) προέρχονται από τα φύλλα του φυτού Camelia sinensis. Για να μπορέσει όμως το δεύτερο να πάρει το εντυπωσιακό πράσινο χρώμα του, μερικές εβδομάδες πριν τη συγκομιδή το φυτό καλύπτεται, εμποδίζοντας έτσι το ηλιακό φως. Με τη μέθοδο αυτή ενισχύεται η δημιουργία χλωροφύλλης στο τσάι. Μετά τη συλλογή, τα φύλλα μετατρέπονται σε σκόνη, η οποία διαλύεται απευθείας σε νερό, γάλα ή άλλες παρασκευές. Η διαδικασία αυτή διαφέρει κατά πολύ από το «κλασσικό» σούρωμα του τσαγιού.

Εκτός όμως από τον τρόπο παραγωγής και προετοιμασίας, το μάτσα διαφέρει από το κανονικό τσάι και σε κάτι πολύ ουσιώδες. Την περιεκτικότητά του σε αντιοξειδωτικά συστατικά. Ακριβώς επειδή καταναλώνονται ολόκληρα τα φύλλα του φυτού, σε αντίθεση με το εκχύλισμα αυτών στο κλασσικό τσάι, το μάτσα ενδέχεται να έχει ακόμη και τρεις φορές μεγαλύτερη περιεκτικότητα σε επιγαλοκατεχίνες. Οι τελευταίες αποτελούν τις σημαντικότερες, εκ των αντιοξειδωτικών ουσιών του τσαγιού, και τους αποδίδονται οι περισσότερες από τις εκπληκτικές αντιοξειδωτικές ιδιότητες του ροφήματος.

Τσάι Μάτσα: Οφέλη για τον ανθρώπινο οργανισμό

Φυσικά, η υπερτροφή αυτή φέρει όλα τα οφέλη του φυτού και μάλιστα σε υπερμεγέθη βαθμό λόγω της υψηλής περιεκτικότητάς του στα πολύτιμα θρεπτικά συστατικά, που αναφέρθηκαν και νωρίτερα. Ποιες είναι όμως μερικές ιδιότητες που κάνουν το μάτσα να ξεχωρίζει;

  • Απώλεια βάρους: Μία επιστημονική μελέτη έδειξε πως η κατανάλωση ροφήματος μάτσα πριν από έντονο περπάτημα, οδήγησε σε αυξημένη καύση λίπους. Αυτό δεν σημαίνει πως αντικαθιστά τις ισορροπημένες διατροφικές συνήθειες, αλλά ούτε καταργεί τη συνδρομή στο γυμναστήριο! Αλλά αποτελεί μία καλή επιλογή εάν προσέχετε το βάρος σας.
  • Μείωση στρες: Ο συνδυασμός δύο συστατικών του τσαγιού, της L-θεανίνης και της καφεΐνης, φαίνεται πως ανακουφίζει το άγχος και αυξάνει την ικανότητα συγκέντρωσης. Η L- θεανίνη είναι ένα αμινοξύ, το οποίο φαίνεται να έχει ευεργετική επίδραση στο νευρικό σύστημα.
  • Αντιοξειδωτική προστασία: H περιεκτικότητα του τσαγιού σε επιγαλοκατεχίνες, και πιο συγκεκριμένα σε EGCG (epigallocatechin gallate), καταφέρνει να προστατεύσει τα κύτταρα του σώματος από τον πρόωρο «θάνατο» που προκαλούν ένα σύνολο από οξειδωτικούς παράγοντες του σύγχρονου τρόπου ζωής. Έτσι η συστηματική κατανάλωση τσαγιού, στα πλαίσια ενός ισορροπημένου τρόπου ζωής, προστατεύει από χρόνιες παθήσεις όπως τα καρδιαγγειακά νοσήματα και ο καρκίνος.

Προσοχή: Αν αποφεύγετε την καφεΐνη, καλύτερα να μην πιείτε μάτσα, καθώς περιέχει περίπου 3 φορές περισσότερη καφεΐνη σε σχέση με ένα φλιτζάνι τσάι. Βέβαια, σύμφωνα με τους λάτρεις του, το μάτσα προκαλεί πιο ήπια αφύπνιση σε σχέση με τον καφέ και δεν διαταράσσει τον ύπνο.

Κατεχίνες: Πώς βοηθούν στην απώλεια κιλών

Οι κατεχίνες, για τις οποίες γίνεται λόγος τα τελευταία χρόνια, και που συχνά τις ακούμε παρέα με το πράσινο τσάι, είναι μια ομάδα ενώσεων που συναντώνται κυρίως στα φυσικά φύλλα του φυτού Camellia Sinensis, από το οποίο προέρχεται το τσάι.

Τα οφέλη για την υγεία των κατεχινών βρίσκονται υπό στενή παρακολούθηση από το 1990, λόγω της ισχυρής σύνδεσης του τσαγιού με την μακροζωία και την υγεία σε πολλούς αρχαίους πολιτισμούς.

Οι ποικιλίες που βρίσκονται στα φύλλα του φυτού του τσαγιού είναι επίσης γνωστές και ως πολυφαινόλες. Αποτελούν μέρος μιας μοριακής οικογένειας, των φλαβονοειδών, που είναι δευτερογενείς μεταβολίτες των φυτών. Αυτό σημαίνει πως δεν είναι απαραίτητες για την ανάπτυξη του φυτού, αλλά είναι σημαντικές για την καλή του υγεία.

Με λίγα λόγια οι κατεχίνες είναι πανίσχυρες αντιοξειδωτικές ουσίες με πολλαπλά οφέλη στον ανθρώπινο οργανισμό.

Γενικότερα, υπάρχει μια αίσθηση ότι τα αντιοξειδωτικά είναι σύμμαχοι της υγείας εφόσον δεσμεύουν και εξουδετερώνουν τις ελεύθερες ρίζες οξυγόνου, μετατρέποντάς τες σε μη τοξικές, άρα και ακίνδυνες για τον ανθρώπινο οργανισμό.

Ωστόσο, όλοι θέλουν να μάθουν πώς μπορούν να αυξήσουν την αντιοξειδωτική τους άμυνα και η απάντηση είναι η ενίσχυση της διατροφής με τρόφιμα πλούσια σε αντιοξειδωτικά στοιχεία, όπως:

  • βιταμίνη C,
  • Βιταμίνη Ε,
  • β-καροτένιο,
  • πολυφαινόλες,
  • φλαβονοειδή,
  • σελήνιο,
  • ψευδάργυρος,
  • λυκοπένιο

Τα τελευταία χρόνια ολοένα και περισσότερο το ενδιαφέρον της επιστημονικής κοινότητας κερδίζουν οι κατεχίνες, οι οποίες ανήκουν στην υποκατηγορία των φλαβον-3ολών και ανθοκυανιδίων. Μια καλή διατροφική πηγή κατεχινών είναι το πράσινο τσάι, καθώς τα φύλλα της Camellia sinensis περιέχουν 10-12% φλαβονοειδή σε ποσοστό επί του βάρους των στεγνών φύλλων ή κατά μέσο όρο από 800-1.000mg ανά λίτρο και 150mg περίπου ανά φλιτζάνι.

Καταρχάς, οι κατεχίνες, χάρη στην αντιοξειδωτική τους δράση εξουδετερώνουν

τις ελεύθερες ρίζες που προκαλούν φθορά στον οργανισμό, επιβραδύνοντας τη γήρανση και προλαμβάνοντας ασθένειες που σχετίζονται με αυτή.

Πέραν αυτού, ενισχύουν το ανοσοποιητικό σύστημα και συμβάλλουν στην πρόληψη ασθενειών, ακόμα και του καρκίνου, ενώ δρουν αποτρεπτικά και στη δημιουργία αρτηριοσκλήρωσης, ευεργετώντας την καρδιά.

Παράλληλα, βελτιώνουν την ανταπόκριση του οργανισμού στην ινσουλίνη, προστατεύοντάς τον από το διαβήτη τύπου ΙΙ, ενώ ταυτόχρονα βελτιώνουν τη μνήμη, και αυξάνουν τη δραστηριότητα του μεταβολικού κύκλου κατά 20% και των καύσεων κατά 3-4%, βοηθώντας στην απώλεια βάρους.

Κατεχίνες και καρκίνος

Η ιατρική έρευνα έχει αποκαλύψει στοιχεία σύμφωνα με τα οποία οι κατεχίνες είναι ευεργετικές για την καλή υγεία των ανθρώπων και των φυτών. Σε εργαστηριακές δοκιμές, οι κατεχίνες που υπάρχουν τα φύλλα τσαγιού, δείχνουν να αναστέλλουν την ανάπτυξη των καρκινικών κυττάρων. Εκτός απ’ αυτό, είναι σε θέση να αποτρέψουν την δραστικότητα των ελεύθερων ριζών, των μορίων δηλαδή που προκαλούν κυτταρική βλάβη που μπορεί να οδηγήσει σε καρκίνο.

Μία μελέτη που παρακολούθησε 18.000 Κινέζους άνδρες, διαπίστωσε πως εκείνοι που έπιναν τσάι συχνά είχαν 50% χαμηλότερο κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του στομάχου σε σύγκριση με τους άνδρες που δεν έπιναν τσάι συχνά.

Από την άλλη πλευρά, μια μελέτη που διεξήχθη σε περίπου 120.000 άνδρες και γυναίκες στην Ολλανδία, ερεύνησε τη σχέση μεταξύ της κατανάλωσης τσαγιού και της συχνότητας του καρκίνου του στομάχου και δεν βρήκε αποδεικτικά στοιχεία πως το τσάι παρείχε προστασία.

Όμως ένα σημαντικότατο γεγονός που έχει αποκαλυφθεί για τις κατεχίνες είναι πως βρίσκονται περισσότερο στο πράσινο τσάι και όχι στο μαύρο. Όλοι οι τύποι των φύλλων τσαγιού, είτε είναι πράσινο είτε είναι μαύρο υφίστανται τις ίδιες αρχικές διαδικασίες προετοιμασίας, αλλά τα φύλλα του μαύρου τσαγιού αφήνονται να ζυμωθούν και να οξειδωθούν.

Η ωφέλιμη δράση των κατεχινών είναι πολλαπλή εφόσον υπάρχουν πέντε βασικές μορφές, καθεμία με συγκεκριμένες ιδιότητες:

Κατεχίνη (C): μοριακή μορφή με πιθανές αντιβιοτικές ιδιότητες, για την οποία υπάρχουν ενδείξεις ότι έχει αντικαρκινική δράση.

Επικατεχίνη (EC), που αντιστοιχεί περίπου στο 6,5% των κατεχινών του πράσινου τσαγιού και δρα ευεργετικά για την υγεία της καρδιάς.

Επιγαλλοκατεχίνη (EGC), που αντιστοιχεί περίπου στο 19,3% των κατεχινών του πράσινου τσαγιού και εμποδίζει την ανάπτυξη καρκινογόνων κυττάρων.

Επικατεχίνη γαλλικού εστέρα (ECG), που αντιστοιχεί στο 13,6% των κατεχινών του πράσινου τσαγιού και συμβάλλει θετικά στην πρόληψη ασθενειών που σχετίζονται με τον προστάτη, καθώς εμποδίζει την ανάπτυξη όγκων.

Επιγαλλοκατεχίνη γαλλικού εστέρα (EGCG), που αντιστοιχεί στο 13,6% των κατεχινών του πράσινου τσαγιού και συμβάλλει στην προστασία των κυττάρων από τις υπεριώδεις ακτίνες και στον έλεγχο του σωματικού βάρους.

Τα τελευταία χρόνια ολοένα και περισσότερο δίνεται έμφαση στη συμβολή των κατεχινών του πράσινου τσαγιού στη ρύθμιση του σωματικού βάρους.

Η ωφέλιμη δράση των κατεχινών στο αδυνάτισμα συνοψίζεται ως εξής:

* Συμμετέχουν στην πρόληψη του μεταβολικού συνδρόμου.

* Αυξάνουν τις ενεργειακές δαπάνες.

* «Καίνε» τα αποθηκευμένα λίπη ενεργοποιώντας την καύση τους κατά τον μεταβολισμό τους (οξείδωση των λιπών).

*Μεταβάλλουν την κατανομή του λίπους

*Μειώνουν το λιπώδη ιστό που εντοπίζεται στην περιοχή της κοιλιάς.

Συγκεκριμένα, εργαστηριακές και κλινικές μελέτες σε ζώα και ανθρώπους υποστηρίζουν την αντιοξειδωτική ικανότητα των κατεχινών του πράσινου τσαγιού στο μεταβολισμό, αυξάνοντας τις καύσεις και τη μείωση του σωματικού λίπους, τόσο του υποδόριου όσο και του σπλαχνικού (κοιλιακού).

Επιπλέον μελέτες έχουν δείξει ότι η συστηματική καθημερινή κατανάλωση πράσινου τσαγιού (2-3 ποτήρια) αυξάνει τις καύσεις κατά 3-4%. Η παραπάνω διαπίστωση προκύπτει και από έρευνα που διεξήχθη σε υπέρβαρους και δημοσιεύθηκε το 2002 στο Phytomedicine, όπου καταγράφηκε μέσος όρος απώλειας βάρους 4,6% και μείωση της περιφέρειας της κοιλιάς 4,5%, με την καθημερινή κατανάλωση ενός εκχυλίσματος πράσινου τσαγιού επί 12 εβδομάδες.