Αγγειοοίδημα: Συμπτώματα και αντιμετώπιση

Το αγγειοοίδημα είναι ένα πρήξιμο κάτω από το δέρμα μας και μπορεί να συμβεί όταν τα αγγεία στα βαθύτερα στρώματα του δέρματος απελευθερώνουν υγρά στους ιστούς, ένα φαινόμενο που λέγεται εξαγγείωση πλάσματος.

Διαρκεί συνήθως 2-3 ημέρες, σπανιότερα, όμως, μπορεί να διαρκέσει και περισσότερο. Η διάρκεια είναι ένα σημαντικό χαρακτηριστικό του αγγειοοιδήματος, καθώς αποτελεί ένδειξη για τον μηχανισμό που το προκαλεί.

Αγγειοοίδημα και συμπτώματα

Το αγγειοοίδημα είναι ένα σύμπτωμα που μπορεί να εμφανιστεί σε διάφορα σημεία του σώματος, αλλά στη συντριπτική πλειοψηφία εντοπίζεται σε:

  • βλέφαρα
  • χείλη
  • γλώσσα
  • χέρια
  • γεννητικά όργανα
  • πόδια

Πέρα από την εντόπιση, είναι σημαντικό εάν μαζί με το αγγειοοίδημα υπάρχουν και άλλα συμπτώματα. Σε πολλές περιπτώσεις μαζί με το πρήξιμο συνυπάρχει και κνίδωση. Σπανιότερα, το εξάνθημα απουσιάζει, αλλά σοβαρότερα συμπτώματα είναι δυνατόν να υπάρχουν, όπως δυσκολία στην αναπνοή, ζάλη ή κοιλιακό άλγος.

Μπορεί κανείς να διακρίνει τρεις βασικές κατηγορίες, το αγγειοοίδημα:

  • με κνίδωση, όπου συνυπάρχει το κνιδωτικό εξάνθημα και μαζί με αυτό κνησμός.
  • άνευ εξανθημάτων, που όμως διαρκεί σχετικά λίγο και βελτιώνεται με την αγωγή με αντιισταμινικά.
  • χωρίς κνίδωση, το οποίο είναι συχνά στο χρώματα του δέρματος και δεν φαίνεται να βελτιώνεται με τα αντιισταμινικά.

Οι συχνότερες αιτίες που μπορεί να οδηγήσουν στην εμφάνιση αγγειοοιδήματος είναι:

Αγγειοοίδημα με κνίδωση

Οι ασθενείς με οξεία ή χρόνια κνίδωση, συχνά πέρα από το χαρακτηριστικό κνιδωτικό εξάνθημα μπορεί να εμφανίσουν και αγγειοοίδημα. Το οίδημα στους ασθενείς αυτούς διαρκεί 24-48 ώρες και συνήθως η θεραπεία με αντιισταμινικά αρκεί για να το περιορίσει.

Τόσο η πορεία, όσο και η αντιμετώπιση του αγγειοοιδήματος ακολουθεί συνήθως αυτή της κνίδωσης. Διαβάστε περισσότερα στο αντίστοιχο άρθρο του ιστότοπου για την κνίδωση.

Αγγειοοίδημα στα πλαίσια αναφυλαξίας

Σε ασθενείς που εκδηλώνουν μία άμεσου τύπου αντίδραση σε κάποιο αλλεργιογόνο, το αγγειοοίδημα είναι ένα από τα πιθανά συμπτώματα.

Τα αίτια μιας αναφυλακτικής αντίδρασης συνήθως είναι:

  • τροφές
  • φάρμακα (όπως αντιβιώσεις ή ΜΣΑΦ) ή διαγνωστικοί παράγοντες όπως τα ιωδιούχα σκιαγραφικά
  • δηλητήρια υμενοπτέρων
  • άσκηση
  • άλλα, όπως το latex
  • σπανιότερα μία αναφυλακτική αντίδραση μπορεί να είναι ιδιοπαθής, όταν δεν υπάρχει αίτιο

Από φάρμακα

Τα φάρμακα, πέρα από πιθανό αίτιο μιας άμεσου τύπου αντίδρασης, όπως είδαμε παραπάνω, μπορεί να προκαλέσουν και αγγειοοίδημα με διαφορετικό μηχανισμό. Τέτοια είναι για παράδειγμα η ασπιρίνη και τα μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα (ΜΣΑΦ).

Ο μηχανισμός που προκαλεί το αγγειοοίδημα στην περίπτωση της ασπιρίνης και των ΜΣΑΦ ποικίλλει και δεν είναι απαραίτητα αλλεργικός. Συμβουλευτείτε τον αλλεργιολόγο σας για εναλλακτικές επιλογές φαρμάκων, εάν εμφανίσατε αντίδραση.

Το αγγειοοίδημα από αΜΕΑ μπορεί να εμφανιστεί μέχρι και μήνες μετά την έναρξη της αγωγής με τα συγκεκριμένα φάρμακα. Εντοπίζεται συχνότερα στη γλώσσα και το λαιμό και δεν βελτιώνεται με αντιισταμινικά φάρμακα.

Κληρονομικό αγγειοοίδημα

Το κληρονομικό αγγειοοίδημα (ΚΑΟ) διαφέρει σημαντικά από το αγγειοοίδημα που εμφανίζεται με κνίδωση. Είναι μια σπάνια, γενετική νόσος που εμφανίζεται σε ασθενείς με ανεπάρκεια είτε της ποσότητας, είτε της λειτουργικότητας ενός ενζύμου, του αναστολέα της C1-εστεράσης.

Τα επεισόδια οιδήματος είναι σοβαρότερα και διαρκούν περισσότερο, μέχρι και 5 ημέρες. Διάφοροι παράγοντες μπορεί να αυξήσουν την πιθανότητα να εκδηλωθεί ένα επεισόδιο (εκλυτικοί παράγοντες). Τέτοιοι είναι το αλκοόλ, το τραύμα (όπως σε χειρουργικές ή οδοντιατρικές επεμβάσεις, το στρες αλλά και ορμονικές μεταβολές.

Το πρόσωπο, η γλώσσα, ο λάρυγγας αλλά και το έντερο είναι τα σημεία του σώματος που συχνότερα εμφανίζεται. Η βαρύτητα είναι έντονη, με αρκετούς ασθενείς να έχουν οδηγηθεί σε χειρουργείο λόγω αιφνίδιου κοιλιακού άλγους ή σε επισκέψεις στα επείγοντα λόγω οιδήματος λάρυγγα.

Επίκτητο

Το επίκτητο αγγειοοίδημα ονομάζεται έτσι γιατί εμφανίζεται σε μεγαλύτερες ηλικίες και σε συσχέτιση με άλλα υποκείμενα νοσήματα. Είναι μία νόσος σπανιότερη από το κληρονομικό αγγειοοίδημα, αλλά εξίσου σοβαρή.

Ο μηχανισμός που προκαλεί το οίδημα, όπως και τα επιμέρους χαρακτηριστικά (εντόπιση, διάρκεια, βαρύτητα) είναι αντίστοιχα με το κληρονομικό αγγειοοίδημα. Η βασική διαφορά είναι πως το επίκτητο αγγειοοίδημα δεν οφείλεται σε γενετικά αίτια (μεταλλάξεις), αλλά σε διάφορα νοσήματα, όπως:

Η διάγνωση του επίκτητο αγγειοοιδήματος γίνεται επίσης με ειδικές αιματολογικές εξετάσεις. Σε περίπτωση που επιβεβαιωθεί, θα πρέπει να γίνει επίσης έλεγχος για το υποκείμενο νόσημα που το προκάλεσε, εάν αυτό δεν είναι ήδη γνωστό.

Αντιμετώπιση αγγειοοιδήματος

“Η θεραπεία του αγγειοοιδήματος διαφέρει, ανάλογα με τη νόσο που το προκαλεί”

Έτσι, εάν το αγγειοοίδημα συνυπάρχει ως σύμπτωμα μιας οξείας ή χρόνιας κνίδωσης η συμπτωματική αγωγή στηρίζεται στα αντιισταμινικά φάρμακα. Όταν υπάρχουν περισσότερο έντονες εκδηλώσεις είναι δυνατό να χρησιμοποιηθούν για λίγες ημέρες και από του στόματος κορτικοστεροειδή (χάπια κορτιζόνης).

Εάν το αγγειοοίδημα εμφανίζεται ως ανεπιθύμητη ενέργεια φαρμάκων, το υπεύθυνο φάρμακο θα πρέπει να διακόπτεται. Σε πολλές περιπτώσεις παρόμοια φάρμακα είναι εξίσου πιθανό να προκαλέσουν αγγειοοίδημα, οπότε θα πρέπει να αποκλειστούν. Χρειάζεται προσοχή, ώστε να μην γίνονται εκτεταμένοι, άσκοποι αποκλεισμοί φαρμάκων που είναι απαραίτητα για τον ασθενή.

Η αντιμετώπιση του κληρονομικού αγγειοοιδήματος στηρίζεται στην αποτροπή επεισοδίων, αλλά και στον άμεσο περιορισμό του οιδήματος, εάν ένα επεισόδιο συμβεί. Παράλληλα, παράγοντες που αυξάνουν την πιθανότητα για ένα επεισόδιο θα πρέπει να αποφεύγονται.