Νόσος των κλιματιστικών: Τι είναι – Ποια τα συμπτώματα

Με τον καύσωνα να επελαύνει, το κλιματιστικό κρίνεται απαραίτητο. Όμως, αν εκτιθέμεθα σε ένα μηχάνημα που δεν έχει συντηρηθεί καλά κινδυνεύουμε από τη νόσο των κλιματιστικών ή αλλιώς νοσο των λεγεωνάριων.

Η νόσος των λεγωνάριων συχνά προκαλεί άγχος και φόβο. Η συγκεκριμένη νόσος είναι μια σοβαρή μορφή πνευμονίας που προκαλείται από ένα βακτήριο γνωστό ως λεγιονέλλα (Legionella pneumophila).

Εξωτερικά τα βακτήρια λεγεωνέλλας επιβιώνουν στο έδαφος και στο νερό, αλλά σπάνια προκαλούν λοιμώξεις. Σε εσωτερικούς χώρους, όμως, τα συγκεκριμένα βακτήρια μπορούν να πολλαπλασιαστούν σε όλα τα είδη συστημάτων ύδρευσης όπως υδρομασάζ, στα κλιματιστικά και στους ψεκαστήρες νερού.

Η νόσος δεν μεταδίδεται από την επαφή μεταξύ ατόμων. Αντ’ αυτού, οι περισσότεροι άνθρωποι προσβάλλονται λόγω εισπνοής των βακτηριδίων. Οι ηλικιωμένοι, οι καπνιστές, τα άτομα με εξασθενημένο ανοσοποιητικό σύστημα αλλά και με κάποια χρόνια πνευμονική νόσο είναι ιδιαίτερα ευαίσθητα στη νόσο αυτή.

Το βακτήριο λεγιονέλλα προκαλεί πυρετό γνωστό ως Πόντιακ, μια ηπιότερη ασθένεια που μοιάζει με την κοινή γρίπη. Ξεχωριστά ή μαζί οι δύο ασθένειες ονομάζονται μερικές φορές λεγιονέλλωση. Ο ποντιακός πυρετός συνήθως υποχωρεί μόνος του, αλλά η ασθένεια των λεγεωνάριων η οποία δεν έχει υποστεί αγωγή μπορεί να είναι θανατηφόρα.

Αν και η ταχεία θεραπεία με αντιβιοτικά συνήθως θεραπεύει τη νόσο, κάποιοι άνθρωποι εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν προβλήματα μετά τη θεραπεία. Η νόσος των λεγεωνάριων αναπτύσσεται συνήθως ανάμεσα σε δύο έως 10 ημέρες μετά την έκθεση στα επιβλαβή βακτηρίδια.

Τα αρχικά συμπτώματα της νόσου μπορεί να είναι πονοκέφαλος, μυϊκός πόνος, ρίγος και πυρετός που μπορεί να φτάσει άνω των 40 ˚C. Έπειτα μπορεί να προκληθεί βήχας με πιθανή έκκριση βλέννας ή αιμόπτυση, δυσκολία στην αναπνοή, πόνο στο στήθος αλλά και γαστρεντερικά προβλήματα όπως ναυτία, εμετός και διάρροια. Η νόσος μπορεί να επηρεάσει και την εγκεφαλική λειτουργία προκαλώντας στον ασθενή σύγχυση ή άλλα διανοητικά προβλήματα.

Τρόπος μετάδοσης

Ο άνθρωπος προσβάλλεται μέσω εισπνοής ή εισρόφησης μικροσταγονιδίων ύδατος που περιέχουν τον μικροοργανισμό. Παράγοντες που διευκολύνουν την ανάπτυξη νόσου στον άνθρωπο είναι το κάπνισμα και η κατάχρηση αλκοόλ. Επίσης, περισσότερο ευάλωτα είναι τα ανοσοκατασταλμένα άτομα και εκείνα που πάσχουν από χρόνια νοσήματα των πνευμόνων.

Είναι σημαντικό να σημειώσουμε ότι δεν μεταδίδεται από άνθρωπο σε άνθρωπο. Μπορεί να προσβάλλει οποιαδήποτε ηλικία.

Η περίοδος επώασης κυμαίνεται από 2 μέχρι 10 ημέρες.

Η κλινική εικόνα ποικίλλει και τα συμπτώματα μπορεί να αφορούν περισσότερα του ενός συστήματα του οργανισμού.
Ο ασθενής αισθάνεται για λίγες ημέρες αδυναμία και καταβολή και μπορεί να ακολουθήσει μια περίοδος με συμπτώματα γριπώδους συνδρομής. Ο βήχας (αρχικά ξηρός κατόπιν παραγωγικός) μπορεί να είναι το πρώτο σύμπτωμα προσβολής των πνευμόνων. Πολλοί ασθενείς παρουσιάζουν υψηλό πυρετό (περισσότερο από 39° C), συμπτώματα από το γαστρεντερικό σύστημα (διάρροια, ναυτία, έμετο, στομαχικές διαταραχές), από το κεντρικό νευρικό σύστημα (πονοκέφαλο, σύγχυση, λήθαργο, ντελίριουμ), από την καρδιά (βραδυκαρδία) κ.λπ. Ανάλογα δε με την έκταση της πνευμονίας αλλά και τη συνύπαρξη ή όχι άλλων νοσημάτων, μπορεί να υπάρχει δύσπνοια ή και αναπνευστική ανεπάρκεια.

Εργαστηριακά ευρήματα

Η ακτινογραφία θώρακος μπορεί να δείχνει: τμηματική ή λοβώδη πνευμονία (συνήθως μονόπλευρη και σπάνια αμφοτερόπλευρη), όπως επίσης πλευριτική συλλογή. Ακόμα, μπορεί να εμφανίζεται σαν πνευμονικό απόστημα ή με τη μορφή στρογγυλών πυκνώσεων σε περίπτωση σηπτικών εμβόλων.

Το εγκεφαλονωτιαίο υγρό και η εξέταση των κοπράνων είναι στείρα.

Στο περιφερικό αίμα έχουμε μέτρια λευκοκυττάρωση, υπονατριαιμία, υποφωσφαταιμία και διαταραχές των ηπατικών λειτουργιών.

Τα ούρα παρουσιάζουν μικροσκοπική αιματουρία.

Διάγνωση

Υπάρχουν διάφορες εργαστηριακές δοκιμασίες για τη διάγνωση της νόσου όπως: η έμμεση μέθοδος ανοσοφθοριζόντων αντισωμάτων (αύξηση τίτλου αντισωμάτων 1 : 128), η απομόνωση του βακτηριδίου από διάφορα υλικά, όπως πτύελα, βρογχικές εκκρίσεις, αίμα, πλευριτικό υγρό, πνευμονικός ιστός κ.λπ. Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι η λεγιονέλλα δεν ανήκει στη φυσιολογική χλωρίδα του στοματοφάρυγγα και η απομόνωσή της από τα πτύελα ή τις βρογχικές εκκρίσεις θεωρείται διαγνωστική. Επίσης, για την καλλιέργειά της απαιτούνται ειδικά θρεπτικά υλικά, γιατί η ανάπτυξή της αναστέλλεται από τη φυσιολογική χλωρίδα, οπότε, για το λόγο αυτό, θεωρείται προτιμότερη η λήψη υλικού μέσω του ινοβρογχοσκοπίου. Η διάγνωση μπορεί να τεθεί εύκολα με την ανίχνευση αντιγονικών ουσιών του μικροοργανισμού στα ούρα.

Πρόγνωση & Θεραπεία

Η νόσος των λεγεωναρίων αποτελεί το 1-8% των πνευμονιών της κοινότητας. Σε περίπτωση έγκαιρης διάγνωσης, η πρόγνωση είναι άριστη.

Η καθυστέρηση στη διάγνωση, η συνύπαρξη άλλων νοσημάτων, επιβαρυντικών παραγόντων (κάπνισμα, κατάχρηση αλκοόλ) ή η έκπτωση της άμυνας του οργανισμού (π.χ. χρόνια λήψη κορτιζόνης κ.λπ), καθιστούν δύσκολη την αντιμετώπιση της νόσου, είναι δυνατόν να επιμηκύνουν τη νοσηλεία αλλά και να ευνοήσουν τις επιπλοκές της νόσου και να αυξήσουν τη θνητότητα η οποία μπορεί να φθάσει περίπου το 15%.

Φάρμακα εκλογής για την αντιμετώπισή της είναι αντιβιοτικά όπως οι μακρολίδες και οι κινολόνες. Η διάρκεια της θεραπείας είναι περίπου 3 εβδομάδες.