Πυελονεφρίτιδα: Οξεία, Χρόνια, Εμφυσηματώδης και Ξανθοκοκκιωματώδης – Όλα όσα πρέπει να ξέρετε

Πυελονεφρίτιδα είναι η φλεγμονή του νεφρού, η οποία συνήθως προκαλείται με είσοδος του μικροβίου από την ουρήθρα και την ουροδόχο κύστη στο το νεφρό και σπανιότερα με την εγκατάσταση κάποιου μικροβίου στο νεφρό με την κυκλοφορία του αίματος. Διακρίνεται σε οξεία και χρόνια και συνήθως (80%) η λοίμωξη οφείλεται στο κολοβακτηρίδιο (E.Coli). Άλλοι μικροοργανισμοί, που ενοχοποιούνται είναι η κλεμπσιέλα, ο πρωτέας, η ψευδομονάδα και το εντεροβακτηρίδιο.

Οξεία Πυελονεφρίτιδα

Η οξεία πυελονεφρίτιδα χαρακτηρίζεται από την αιφνίδια εμφάνιση υψηλού πυρετού, που συνοδεύεται κατά κανόνα από έντονο ρίγος. Παρουσιάζεται ευαισθησία ή και πόνος στην περιοχή του νεφρού και αρκετά συχνά υπάρχουν συμπτώματα από το κατώτερο ουροποιητικό (συχνουρία, κάψιμο κατά την ούρηση, κ.ά.). Επίσης υπάρχουν συμπτώματα όπως καταβολή δυνάμεων, ανορεξία, ναυτία και έμετοι είναι συχνά σε μια οξεία φλεγμονή του νεφρού.

Η πυουρία, η βακτηριουρία και η θετική καλλιέργεια των ούρων είναι συνήθη ευρήματα, αν και περίπου 20% των ασθενών παρουσιάζουν βακτηριουρία με αρνητική καλλιέργεια ούρων. Συνήθης είναι η λευκοκυττάρωση, ενώ παρόντα είναι και άλλα, λιγότερο ειδικά σημεία λοίμωξης, όπως αυξημένη CRP και TKE. Απεικονιστικές εξετάσεις όπως ενδοφλέβια ουρογραφία, υπερηχογράφημα ή αξονική τομογραφία είναι χρήσιμες σε περιπτώσεις υποψίας απόφραξης του ουροποιητικού ή αποστήματος που χρειάζονται άμεση χειρουργική αντιμετώπιση.

Θα χρειαστεί νοσηλεία του ασθενούς και ενδοφλέβια χορήγηση κατάλληλων αντιβιοτικών, αντιπυρετικών φαρμάκων και υγρών. Η θεραπεία θα πρέπει να συνεχίζεται για τουλάχιστον 14 ημέρες, ώστε να λείψει τελείως ο κίνδυνος υποτροπής ή μετάπτωσης της φλεγμονής σε χρόνια. Μετά το τέλος της θεραπείας ο άρρωστος πρέπει να παρακολουθείται με γενικές εξετάσεις ούρων και καλλιέργειες για δύο τουλάχιστον μήνες.

Η οξεία πυελονεφρίτιδα αποτελεί μια από τις κύριες αιτίες της ουροσήψης. Οι ενδοτοξίνες (LPS) που απελευθερώνονται από τα gram-αρνητικά βακτήρια αποτελούν τη βάση της παθογένεσης του σηπτικού συνδρόμου.

Χρόνια Πυελονεφρίτιδα

Η χρόνια πυελονεφρίτιδα προκαλεί ρίκνωση και ατροφία των νεφρών και συνοδεύεται από ουλές του νεφρικού παρεγχύματος. Αυτά τα ευρήματα είναι σπάνια σε φυσιολογική ανατομικά και λειτουργικά αποχετευτική οδό και εμφανίζονται σε υποτροπιάζουσες ουρολοιμώξεις σε νεαρά συνήθως κορίτσια με κυστεοουρητηρική παλινδρόμηση. Ως κλινική οντότητα η χρόνια πυελονεφρίτιδα μπορεί να είναι και τυχαίο εύρημα στα πλαίσια διερεύνησης της αρτηριακής υπέρτασης ή της νεφρικής ανεπάρκειας.

Η θεραπεία της χρόνιας πυελονεφρίτιδας είναι πολύ πιο σύνθετη και περιλαμβάνει αρχικά την άρση των επιβαρυντικών παραγόντων. Στη συνέχεια συνήθως χρειάζεται μακροχρόνια χορήγηση αντιβιοτικών. Δυστυχώς αν προκληθεί νεφρική ανεπάρκεια αυτή είναι μη αναστρέψιμη. Κάποιες φορές χρειάζεται να αφαιρεθεί χειρουργικά ένας μικρός ατροφικός νεφρός που προκαλεί υπέρταση ή ένας κατεστραμμένος νεφρός με πύον και πέτρες.

Εμφυσηματώδης πυελονεφρίτιδα

Η εμφυσηματώδης πυελονεφρίτιδα είναι μια οξεία νεκρωτική φλεγμονήτου νεφρικού παρεγχύματος από ουροπαθογόνα βακτήρια που παράγουν αέρια (διοξείδιο του άνθρακα). Το συνηθέστερο βακτήριο είναι το escherichia coli (σπανιότερα ανευρίσκονται πρωτέας και κλεμπσιέλλα). Eμφανίζεται συνήθως σε ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη και απόφραξη της αποχετευτικής οδού του ουροποιητικού συστήματος (π.χ. από λίθο).

Η κλινική εικόνα είναι ανάλογη της οξείας πυελονεφρίτιδας, στη βαρύτερη όμως μορφή της, που δεν υποχωρεί εντός 72 ωρών παρά τη θεραπευτική αγωγή. Το υπερηχογράφημα και η αξονική τομογραφία επιβεβαιώνουν τη διάγνωση. Η αντιμετώπιση συνίσταται στην ενδοφλέβια χορήγηση ευρέως φάσματος αντιβιοτικών. Η κατάσταση είναι βαρύτατη με θνητότητα που κυμαίνεται από 20-40% στις συνήθεις περιπτώσεις, αλλά μπορεί να φτάσει και το 60% στις βαρύτερες.

Ξανθοκοκκιωματώδης πυελονεφρίτιδα

Η ξανθοκοκκιωματώδης πυελονεφρίτιδα είναι μια σπάνια και σοβαρή μορφή χρόνιας βακτηριακής φλεγμονής του νεφρού (από πρωτέα ή escherichia coli) που οδηγεί σε καταστροφή του νεφρού και εναπόθεση μακροφάγων γεμάτων με λίπος (ξανθοκύτταρα) μαζί με λεμφοκύτταρα, γιγαντοκύτταρα και πλασματοκύτταρα. Πολύ συχνά υπάρχει ιστορικό σακχαρώδη διαβήτη, λιθίασης και απόφραξης του ουροποιητικού.

Ο ασθενής εμφανίζεται με οσφυϊκό πόνο, πυρετό με ρίγος, κακουχία, ανορεξία και απώλεια βάρους. Στην κλινική εξέταση μπορεί να διαπιστωθεί ψηλαφητή μάζα στην οσφυϊκή χώρα που δίνει την εντύπωση όγκου. Η ενδοφλέβια ουρογραφία αποκαλύπτει συνήθως νεφρολιθίαση και μεγάλη έκπτωση της νεφρικής λειτουργίας, μέχρι και πλήρη καταστροφή του νεφρού. Στην αξονική τομογραφία διαπιστώνεται η παρουσία μάζας με επασβεστώσεις και ανωμαλίες των καλύκων, εικόνα που μοιάζει με νεόπλασμα του νεφρού.