Ψωρίαση: Οι επιβαρυντικοί παράγοντες – Μορφές Ψωρίασης, Συμπτώματα και Θεραπεία

Η Ψωρίαση είναι μια επώδυνη χρόνια φλεγμονώδης Aυτοάνοση ασθένεια, μη μεταδιδόμενη, που εκδηλώνεται σαν χρόνια δερματοπάθεια και έχει σοβαρό αρνητικό αντίκτυπο στην ποιότητα ζωής των ασθενών. Η ψωρίαση μπορεί να προκαλεί είτε φαγούρα, είτε πόνο στο δέρμα, ενώ οι δερματικές αλλοιώσεις είναι συχνότερες στους αγκώνες, στα γόνατα, στην επιδερμίδα του κρανίου και χαμηλά στη μέση. Κάποιοι τύποι ψωρίασης προσβάλλουν κυρίως τις παλάμες, τα πέλματα, τις μασχάλες ή τις δερματικές πτυχώσεις γύρω από τα γεννητικά όργανα.

Κύριες μορφές της Ψωρίασης είναι:

  • Η «κοινή» Ψωρίαση, ή Ψωρίαση κατά Πλάκας, (η συχνότερη μορφή της Ψωρίασης δηλαδή το 80% των ασθενών πάσχει από αυτήν)
  • Η Σταγονοειδής Ψωρίαση, (18% των περιπτώσεων της νόσου)
  • Η Ανάστροφη ή Καμπτική Ψωρίαση
  • Η Φλυκταινώδης Ψωρίαση
  • Η Ερυθροδερμική Ψωρίαση
  • Η Ψωριασική Αρθρίτιδα ή Αρθροπαθητική Ψωρίαση, (αποτελεί μια ξεχωριστή μορφή Ψωρίασης, η οποία χαρακτηρίζεται από τη συνύπαρξη κλινικών εκδηλώσεων Αρθρίτιδας)
  • Ψωρίαση προκαλούμενη από HIV

Ψωρίαση: Συμπτώματα και κλινική εικόνα

Κλινικά, χαρακτηρίζεται από ερυθηματώδεις κηλίδες, βλατίδες και πλάκες, οι οποίες καλύπτονται από αργυρόχροα λέπια. Πιο συγκεκριμένα οι βλάβες της ψωρίασης αρχίζουν ως ερυθρές, ερυθηματολεπιδώδεις βλατίδες, οι οποίες συνενούνται και σχηματίζουν στρογγυλές ή ωοειδείς πλάκες, σαφώς αφοριζόμενες από το πέριξ φυσιολογικό δέρμα.

Τα λέπια είναι αργυρόχροα, προσκολλημένα και μετά την αφαίρεσή τους σχηματίζονται στικτές αιμορραγικές βλάβες (σημείο Auspitz). Αν και η Ψωρίαση είναι δυνατό να προσβάλλει οποιοδήποτε τμήμα του δέρματος, έχει εκλεκτική εντόπιση στους αγκώνες, γόνατα, τριχωτό κεφαλής, γλουτιαία πτυχή, όνυχες των χειρών και ποδών.

Γενικά, φαίνεται ότι το 65% των ασθενών παρουσιάζουν ήπια νόσο (προ­σβολή σε λιγότερο από 2% του σώματος), το 25% των ασθενών παρουσιάζουν μέτρια νόσο (προσβολή 2-10% του σώματος), και το 10% των ασθενών παρου­σιάζουν σοβαρή νόσο (προσβολή μεγαλύτερη από το 10% του σώματος).

Ψωρίαση: Παράγοντες που συμβάλουν στην εκδήλωση της

Κληρονομικοί
Το 1/3 των ασθενών με Ψωρίαση έχουν θετικό οικογενειακό ιστο­ρικό, με ένα ή περισσότερα μέλη της οικογένειας τους να πάσχουν από κάποια μορφή της νόσου. Δηλαδή, η νόσος δεν είναι κληρονομική με την έννοια της άμεσης μετάδοσης από τους γονείς στα παιδιά, αλλά με την έννοια της αυξημένης πιθανότητας να εμφανιστεί στα παιδιά, όταν πάσχουν από Ψωρίαση οι γονείς.Εάν το πρώτο παιδί δεν πάσχει από Ψωρίαση, τότε η πιθανότητα το δεύτερο να πάσχει είναι ακόμη μεγαλύτε­ρη.

Εκλυτικοί
Δηλαδή παράγοντες που φαίνεται να συμβάλλουν στην εκδήλωση της νόσου μόνο σε ένα γενετικά προδιατεθειμένο άτομο

  • Λοιμώξεις: O ρόλος των στρεπτοκοκκικών λοιμώξεων εμπλέκεται σε ορισμένες παιδικές μορφές της νόσου (σταγονοειδής μορφή). Άλλες φλεγμονές, κυρίως του αναπνευστικού συστήματος, καθώς και οι εμβολιασμοί μπορεί να δράσουν στο ίδιο επίπεδο, ενώ είναι γεγονός ότι παρατηρείται υποχώρηση των ψωριασικών βλαβών μετά την ίαση της φλεγμονής.
  • Τραυματισμοί: Τραύματα κάθε είδους μπορούν να προκαλέσουν την εμφάνιση ψωριασικών πλακών (φαινόμενο Kοebner), εγχειρητικές ουλές, εγκαύματα, αμυχές αποτελούν συχνά τα σημεία εκδήλωσης της νόσου.
  • Ενδοκρινικοί παράγοντες: H Ψωρίαση είναι συχνότερη στην περίοδο της γενετικής δραστηριότητας, ενώ στη διάρκεια της εγκυμοσύνης βελτιώνεται στο 33%, επιδεινώνεται στο 21% και παραμένει σταθερή στο 65% των περιπτώσεων. Διαταραχές στη λειτουργία της υπόφυσης, του θύμου, του θυρεοειδούς ή των επινεφριδίων, καθώς και η υπογλυκαιμία μερικές φορές επιταχύνουν την εμφάνιση βλαβών της νόσου.
  • Υπεριώδης ηλιακή ακτινοβολία: Συνήθως το ηλιακό φως δρα ευεργετικά στην Ψωρίαση αν και άλλες φορές (20%) μπορεί να αποτελέσει εκλυτικό παράγοντα για την εμφάνισή της.
  • Ψυχογενείς παράγοντες: Οι νευροψυχικές διαταραχές παίζουν σημαντικό ρόλο στην εκδήλωση της νόσου καθώς μπορεί να εμφανισθεί ή να επιδεινωθεί μετά από ένα έντονο ψυχικό τραύμα. Το γεγονός δημιουργεί ένα φαύλο κύκλο γιατί η εμφάνιση του ψωριασικού εξανθήματος δημιουργεί περισσότερη ψυχική ένταση κ.ο.κ. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι οι ψωριασικοί ασθενείς παρουσιάζουν συχνά άγχος και κατάθλιψη.
  • Εμβολιασμοί και φάρμακα: Η επαγόμενη από φάρμακα Ψωρίαση μπορεί να συμβεί με β-αποκλειστές, λίθιο, ανθελονοσιακά φάρμακα, μη-στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα (ινδομεθακίνη), τερβιναφίνη, αποκλειστές διαύλων ασβεστίου, καπτοπρίλη, γλυβουρίδη, παράγοντα διέγερσης αποικιών κοκκιοκυττάρων, ιντερλευκίνες, ιντερφερόνες,  υπολιπιδαιμικά φάρμακα,  και παραδόξως αναστολείς TNF αλλά και αλκοόλη. Η απόσυρση των κορτικοστεροειδών (τοπική κρέμα στεροειδών) μπορούν να επιδεινώσει την Ψωρίαση και οφείλεται σε φαινόμενο αναπήδησης.
  • Έντονες διακυμάνσεις της θερμοκρασίας
  • Η αυξημένη χρήση αλκοόλ και καπνίσματος
  • Μεταβολικοί παράγοντες

Ψωρίαση: Θεραπευτική Αντιμετώπιση

Οι θεραπείες που εφαρμόζονται για την καταπολέμηση της Ψωρίασης εστιάζονται κυρίως στην μείωση των συμπτωμάτων της νόσου και παράλληλα προκαλούν στρεσογόνες καταστάσεις, που εκδηλώνονται με μια σειρά ανεπιθύμητων παρενεργειών.

Οι βιολογικοί παράγοντες είναι φάρμακα που αναστέλλουν την λειτουργία ενός παράγοντα με το όνομα TNF, που προέρχεται από τα αρχικά Tumon Necrosis Factor, δηλαδή παράγοντας νέκρωσης καρκινωμάτων, κοινώς παράγοντας με ισχυρή αντικαρκινική δράση. Η χρήση των βιολογικών παραγόντων επίσης στοχεύει στην μείωση των συμπτωμάτων της νόσου, ωστόσο υπάρχουν αναφορές που τους έχουν συνδέσει με την εμφάνιση νέων βακτηριακών λοιμώξεων, την αναζωπύρωση χρόνιων λοιμώξεων (φυματίωση, HBV λοίμωξη, ΗCV λοίμωξη), με νεοπλασματικές παθήσεις (καρκίνο του δέρματος, λεμφώματα).

Η Ψωρίαση σαν Αυτοάνοσο Νόσημα μπορεί να αντιμετωπιστεί, όπου με τη βοήθεια εξειδικευμένων εξετάσεων γίνεται η κατανόηση των ανισορροπιών που υπάρχουν στον οργανισμό και που συνεργειακά οδηγούν στην αποδιοργάνωση του ανοσοποιητικού συστήματος και τελικά στην εκδήλωση της νόσου.

Με το τρόπο αυτό δίνεται η δυνατότητα να εφαρμοστεί ένα εξατομικευμένο θεραπευτικό σχήμα δίχως να προκαλούνται στρεσογόνες κυτταρικές καταστάσεις, φθάνοντας με το τρόπο αυτό σε σωστή βιοχημική ισορροπία και επομένως στον έλεγχο της νόσου.