AIDS: Ένας φορέας του HIV, πάσχει από AIDS (Acquired Immune Deficiency Syndrome – Σύνδρομο της Επίκτητης Ανοσοανεπάρκειας), όταν η ασθένεια φτάσει σε προχωρημένο στάδιο και το ανοσοποιητικό σύστημα είναι, πλέον, αποδυναμωμένο. Αυτό μπορεί να συμβεί πολλά χρόνια, έπειτα από τη μόλυνση από τον HIV.
Με τη χρήση αντιρετροϊκών φαρμάκων, ο οργανισμός μπορεί να αντιμετωπίσει τις λοιμώξεις. Υπάρχουν, βέβαια, και κάποιες περιπτώσεις, που ο ασθενής δεν εμφανίζει ποτέ AIDS, λόγω καλού ανοσοποιητικού συστήματος.
Πολλοί ιοί, που προσβάλλουν τον ανθρώπινο οργανισμό, τον εγκαταλείπουν έπειτα από κάποιες μέρες ή εβδομάδες. Κάποιοι άλλοι αντίθετα, παραμένουν στον ανθρώπινο οργανισμό εώς το τέλος της ζωής του.
Ένας τέτοιος ιός, και συγκεκριμένα ρετροϊός, είναι ο HIV (Human Immunodeficiency Virus – ιός της Ανθρώπινης Ανοσοανεπάρκειας).
Οι ρετροϊοί έχουν τη δυνατότητα να παράγουν DNA από το RNA με τη βοήθεια της αντίστροφης μεταγραφάσης και ενσωματώνονται στο γονιδίωμα του ανθρώπου. Ο HIV αναπαράγεται και μεταλλάσσεται με τόσο γρήγορους ρυθμούς, που το ανοσοποιητικό μας σύστημα δεν μπορεί να ανταπεξέλθει.
AIDS: Τι ακριβώς είναι;
AIDS σημαίνει Acquired Immune Deficiency Syndrome δηλαδή Σύνδρομο της Επίκτητης Ανοσοανεπάρκειας και προκαλείται από τον ιό της Ανθρώπινης Ανοσοανεπάρκειας (HIV)
Οι ονομασίες HIV και AIDS μπορεί να συγχέονται γιατί και οι δύο αυτοί όροι περιγράφουν την ίδια νόσο. Σκεφτείτε το AIDS σαν μια προχωρημένη HIV νόσο. Ο ιός HIV προκαλεί AIDS μολύνοντας και σκοτώνοντας έναν τύπο κυττάρων που ονομάζονται helper T cells, που είναι απαραίτητα για τη σωστή ανοσολογική απόκριση σε μολυσματικούς παράγοντες.
Η αργή αλλά συνεχής απώλεια αυτών των κυττάρων αφήνει το σώμα αδύναμο να αμυνθεί ενάντια σε έναν μακρύ κατάλογο βακτηρίων και ιών, και είναι η μόλυνση με αυτούς τους ευκαιριακούς παράγοντες που σκοτώνει τελικά τον ασθενή.
Ένα άτομο με AIDS έχει ένα ανοσοποιητικό σύστημα τόσο αποδυναμωμένο από τη δράση του HIV, που συνήθως αρρωσταίνει από μία ή περισσότερες ευκαιριακές λοιμώξεις, όπως πνευμονία (PCP) ή Σάρκωμα Καπόζι (KS), Σύνδρομο Απίσχνασης (απώλεια βάρους), βλάβες στη μνήμη, ή καρκίνους. Αν κάποιο άτομο με HIV διαγνωσθεί με κάποιες από αυτές τις ευκαιριακές λοιμώξεις (ακόμα και αν τα CD4+ λεμφοκύτταρα είναι πάνω από 200), τότε λέμε ότι ανέπτυξε AIDS.
Το AIDS παίρνει καιρό για να αναπτυχθεί από την στιγμή που το άτομο μολυνθεί με HIV, συνήθως 2 έως 10 χρόνια ή και περισσότερο.
Κάποιοι λίγοι άνθρωποι, περίπου το 5%, που έχουν μολυνθεί με τον ιό HIV δεν χρειάζεται να λάβουν αντιρετροϊκά φάρμακα και ούτε αναπτύσσουν ποτέ AIDS, επειδή για κάποιο άγνωστο μέχρι στιγμής λόγο μπορούν να ελέγχουν την καταστροφική δράση του HIV μόνο με τη βοήθεια του ανοσοποιητικού τους συστήματος.
Αυτά τα HIV οροθετικά άτομα κατατάσσονται στην κατηγορία των λεγόμενων non-progressors.
Όταν ένα άτομο διαγνωσθεί με AIDS, τότε θεωρείται ότι αυτό το άτομo έχει AIDS, ακόμα και αν τα CD4+ λεμφοκύτταρα του ανέβουν και πάλι ή αναρρώσει από την ασθένεια που καθόρισε ότι έχει AIDS. Χωρίς θεραπεία, τα άτομα με AIDS συνήθως πεθαίνουν μετά από περίπου 3 χρόνια.
AIDS: Ποια είναι τα στάδια της νόσου;
Στάδιο 1: Πρωτολοίμωξη
Σε γενικές γραμμές, κατά την πρωτολοίμωξη (στάδιο 1), δηλαδή 4-6 βδομάδες μετά την έκθεσή του στον ιό, ο ασθενής μπορεί να εκδηλώσει συμπτώματα λοιμώδους μονοπυρήνωσης. Αυτά διαρκούν μερικές εβδομάδες και μπορεί να περιλαμβάνουν:
- πυρετό
- πονοκέφαλο
- πόνο σε μύες και αρθρώσεις
- εξανθήματα
- διάρροιες και εμετό
- πόνο και πληγές στο λαιμό
- πρησμένους λεμφαδένες στο λαιμό
Τα συμπτώματα αυτά συνήθως δεν είναι έντονα. Ωστόσο, η μετάδοση του ιού σε αυτό το στάδιο είναι πολύ εύκολη σε σύγκριση με τα επόμενα στάδια, καθώς κυκλοφορεί στο αίμα σε υψηλό φορτίο. Σταδιακά ο ασθενής ελέγχει από μόνος του τα συμπτώματα της λοίμωξης και εισέρχεται στο επόμενο στάδιο.
Στάδιο 2: Χρόνιος HIV
Η διόγκωση των λεμφαδένων παραμένει και σε αυτό το στάδιο, αλλά ο ασθενής είναι ασυμπτωματικός. Ο ιός παραμένει στον οργανισμό και προσβάλλει τα λεμφοκύτταρα.
Το στάδιο αυτό διαρκεί περίπου 5-10 χρόνια αν δεν ληφθεί αντιρετροϊκή αγωγή. Σε κάποιους ασθενείς μπορεί να διαρκέσει πολύ λιγότερο.
Σε αυτό το στάδιο, επειδή στις περισσότερες περιπτώσεις δεν υπάρχουν εμφανή συμπτώματα, αν δεν παίρνει φάρμακα μπορεί να μεταδώσει την ασθένεια σε άλλους χωρίς να το γνωρίζει.
Αν δεν λάβει θεραπεία, καταστρέφονται τα CD4 T-κύτταρα και κατ’ επέκταση το ανοσοποιητικό σύστημα και ο ασθενής οδηγείται στο τρίτο στάδιο.
Στάδιο 3: Συμπτωματική λοίμωξη από HIV-ΑΙDS
Καθώς ο ιός συνεχίζει να καταστρέφει τα κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος, μπορεί να εμφανιστούν νοσήματα ειδικά, όπως το σάρκωμα Kaposi, η πνευμονία από πνευμοκύστη, η εγκεφαλική τοξοπλάσμωση, η κρυπτοκοκκική μηνιγγίτιδα και γενικά συμπτώματα. Τώρα πλέον μιλάμε για κρούσμα HIV λοίμωξης, δηλαδή σύνδρομο από τον ιό της επίκτητης ανοσοανεπάρκειας του ανθρώπου.
Μερικά από τα γενικά συμπτώματα είναι:
- νυχτερινή εφίδρωση
- πυρετός για πάνω από 10 ημέρες
- χρόνια διάρροια
- διαρκής κόπωση
- απώλεια βάρους
AIDS: Ποια είναι τα συμπτώματα;
Αν και περίπου το 87% των ανθρώπων, που μολύνονται με HIV παρουσιάζουν συμπτώματα, τα οποία, όμως, είναι κοινά σε πληθώρα άλλων ασθενειών, άλλοι δεν αισθάνονται τίποτα απολύτως.
Συνήθη συμπτώματα είναι ο πυρετός, η κούραση, ο πονοκέφαλος, οι πρησμένοι αδένες και ο πονόλαιμος. Τα συμπτώματα αυτά εκδηλώνονται κάποιες εβδομάδες μετά τη μόλυνση, κατά την περίοδο, που ονομάζεται πρωτολοίμωξη ή οξεία HIV λοίμωξη.
Τα συμπτώματα της πρωτολοίμωξης μπορεί, επίσης, να είναι παρόμοια με άλλων σεξουαλικών μεταδιδόμενων νοσημάτων, όπως της λοιμώδους μονοπυρήνωσης ή της ηπατίτιδας, που μεταδίδονται ευκολότερα.
Καθώς, προχωράει η νόσος, εμφανίζονται εκδηλώσεις ανοσοανεπάρκειας, όπως πυρετός, διάρροιες, μυκητίαση του στοματοφάρυγγα, τριχωτή λευκοπλακία και ιδρώτας το βράδυ.
Αυτό είναι το δεύτερο στάδιο της νόσου. Σε προχωρημένο στάδιο τα συμπτώματα είναι πιο επικίνδυνα για την υγεία, αφού η ανεπάρκεια του ανοσοποιητικού συστήματος προκαλεί νεοπλασίες και καιροσκοπικές λοιμώξεις. Οι εκδηλώσεις αυτές εμφανίζονται σε διάστημα 8-10 ετών.
AIDS: Μετάδοση και πρόληψη
Ο HIV θεωρείται Σεξουαλικώς Μεταδιδόμενο Νόσημα, επομένως μεταδίδεται κυρίως μέσω της σεξουαλικής επαφής. Μεταδίδεται, παρ’ όλα αυτά, και μέσω της χρήσης συριγγών, ανάμεσα σε χρήστες ενδοφλέβιων ναρκωτικών, αλλά και από τη μητέρα στο παιδί, κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, του τοκετού και του θηλασμού.
Ο HIV ανιχνεύεται σε συγκεκριμένα υγρά του ανθρώπινου σώματος όπως το αίμα, το μητρικό γάλα, το σπέρμα, τα προσπερματικά κολπικά και πρωκτικά υγρά.
Πιο συγκεκριμένα:
Ο HIV μεταδίδεται από ένα οροθετικό άτομο κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής επαφής, όταν συγκεκριμένα υγρά του σώματός του που περιέχουν HIV μπουν απευθείας στην κυκλοφορία του αίματος ενός άλλου ατόμου μέσω μιας βλεννογόνου μεμβράνης (π.χ. το εσωτερικό του ορθού και του κόλπου, το άνοιγμα του πέους και του στόματος) ή μέσω ενός κατεστραμμένου ιστού ή με μια σύριγγα ή από την μητέρα προς το έμβρυο.
Τα σωματικά υγρά ενός οροθετικού ατόμου που περιέχουν HIV σε ικανή ποσότητα για να επιτευχθεί μετάδοση του ιού, είναι:
- Αίμα (συμπεριλαμβανομένου του αίματος περιόδου)
- Σπέρμα και προσπερματικά υγρά
- Κολπικά υγρά
- Πρωκτικά υγρά
- Μητρικό γάλα
Για να μεταδοθεί ο HIV πρέπει:
- να είναι παρόν σε ικανή ποσότητα σε κάποιο από αυτά τα υγρά
- να εισχωρήσει μέσα στο σώμα
Οι σεξουαλικές συμπεριφορές που μπορούν να μεταδώσουν τον HIV είναι:
- Κολπικό σεξ
- Πρωκτικό σεξ
- Στοματικό σεξ
Άλλοι τρόποι μετάδοσης του HIV είναι:
- Κοινή χρήση συριγγών όταν λαμβάνεται δόση ναρκωτικών ουσιών
- Μη επαγγελματικό τατουάζ και τρύπημα αυτιών κλπ.
- Τυχαίες διατρήσεις με σύριγγες
- Μεταγγίσεις μολυσμένου αίματος
- Τοκετός
- Θηλασμός
AIDS: Τι είναι σημαντικό να γνωρίζουμε όλοι;
Τα ποσοστά κινδύνου μετάδοσης του HIV δεν είναι απόλυτα. Ο κίνδυνος μετάδοσης εξαρτάται από τον τύπο έκθεσης αλλά και από παράγοντες όπως οι ακόλουθοι:
- Μολυσματικότητα: Υψηλό ιϊκό φορτίο αυξάνει τον κίνδυνο. Για κάθε log μείωσης του ιϊκού φορτίου, ο κίνδυνος μόλυνσης μειώνεται 2,5 φορές.
- Γεννητικά, στοματικά έλκη, ΣΜΝ ή αιμορραγίες αυξάνουν τον κίνδυνο σεξουαλικής έκθεσης
- Τα τυχαία τρυπήματα από βελόνα με νωπό αίμα, το βαθύ τρύπημα ή η ενδοφλέβια ένεση αυξάνουν τον κίνδυνο μετάδοσης του HIV
Είναι σημαντικό να ξέρουμε ότι:
- Οι περισσότεροι άνθρωποι με HIV δεν δείχνουν άρρωστοι
- Πολλοί άνθρωποι με HIV δεν έχουν κάνει test και δεν γνωρίζουν ότι έχουν μολυνθεί
Ο HIV ΔΕΝ ΜΕΤΑΔΙΔΕΤΑΙ μέσω φιλιών και αγγιγμάτων. Επίσης δεν μεταδίδεται με:
- Σάλιο, δάκρυα, ιδρώτα, κόπρανα ή ούρα
- Μασάζ
- Χειραψία
- Τσιμπήματα εντόμων
- Συγκατοίκηση με κάποιον οροθετικό
- Κοινή χρήση τουαλέτας ή ντους
Εφόσον δεν υπάρχει ακόμα εμβόλιο για την πρόληψη του HIV, η προστασία μας ενάντια στον ιό γίνεται με τη χρήση προφυλακτικού, αλλά και την αποφυγή χρήσης συριγγών και αντικειμένων, που μπορεί να φέρουν τα υγρά, που αναφέρθηκε παραπάνω, ότι μεταφέρουν τον ιό.
AIDS: Πώς πραγματοποιείται η διάγνωση;
Ο μόνος τρόπος να διαγνωστεί ο HIV είναι μέσω των ειδικών εξετάσεων αίματος για τον HIV. Αν υποπτεύεσαι ότι μπορεί να έχεις κολλήσει απευθύνσου σε ένα γιατρό για να σε ενημερώσει για την εξέταση που μπορείς να κάνεις.
Μέχρι να κάνεις την εξέταση και να λάβεις το αποτέλεσμά της, απόφυγε να έχεις σεξουαλική επαφή χωρίς προφύλαξη και μη χρησιμοποιείς κοινές βελόνες με άλλους.
Οι εξετάσεις ανιχνεύουν αρχικώς τα αντισώματα έναντι του ιού. Ο γιατρός στη συνέχεια, μπορεί να παραπέμψει σε πιο εξειδικευμένο έλεγχο με HIV γενετικό υλικό (HIV-RNA) test.
Πρόκειται για εξετάσεις που εντοπίζουν τον ιό στον οργανισμό, καθώς και τη συγκέντρωσή του ώστε να εντοπιστεί το στάδιο.
Ο ιός μπορεί να ανιχνευθεί με τα νέα τεστ που χρησιμοποιούνται ακόμη και 2 βδομάδες το νωρίτερο μετά την έκθεση σε αυτόν.
Ωστόσο, σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να επαναληφθεί 2 μήνες αργότερα, διότι ένα αρνητικό αποτέλεσμα μπορεί να σημαίνει ότι απλώς έγινε πολύ νωρίς η εξέταση και ο οργανισμός δεν πρόλαβε να αναπτύξει αντισώματα έναντι του ιού.
Η έγκαιρη διάγνωση οδηγεί σε έγκαιρη θεραπεία, καλύτερη ποιότητα ζωής και περιορισμό της επιδημίας.
AIDS: Ποιες θεραπευτικές προσεγγίσεις υπάρχουν σήμερα;
Ο HIV είναι ένας ρετροϊός, γι’ αυτό τα φάρμακα που στοχεύουν σε αυτόν λέγονται αντιρετροϊκά. Ο συνδυασμός αντιρετροϊκών φαρμάκων, αν χρησιμοποιηθεί σωστά, σταματάει εντελώς τη μόλυνση νέων κυττάρων, αλλά δεν έχει καμία επίδραση στα κύτταρα που έχουν ήδη μολυνθεί και βρίσκονται κρυμμένα σε λανθάνουσα κατάσταση στον οργανισμό ενός οροθετικού ανθρώπου.
Αυτά τα φάρμακα μπορούν να σταματήσουν την εξέλιξη του AIDS και επιτρέπουν στα άτομα με HIV λοίμωξη να ζήσουν μια φυσιολογική ζωή για όσο διάστημα λαμβάνουν τα φάρμακα. Αλλά τα αντιρετροϊκά που υπάρχουν σήμερα δεν μπορούν να θεραπεύσουν πλήρως την HIV λοίμωξη.
Για τα άτομα που έχουν μολυνθεί με τον HIV, η ανάπτυξη των φαρμάκων έχει βοηθήσει στην αλλαγή της πορείας της νόσου. Σήμερα, οι πιθανότητες να αναπτύξει AIDS κάποιος οροθετικός που θα λάβει έγκαιρη και σωστή θεραπεία, είναι ελάχιστες.
Επιπλέον, όταν κάποιος γνωρίζει ότι είναι φορέας του ιού HIV και βρίσκεται υπό επιτυχημένη αντιρετροϊκή θεραπεία, οι πιθανότητες να μεταδώσει τον ιό στον ερωτικό σύντροφό του, είναι ελάχιστες. Η επιστήμη έχει βοηθήσει έτσι ώστε μία θετική διάγνωση για HIV, να μην σημαίνει πλέον θανατική καταδίκη.
Όταν κάποιος αρχίζει αντιρετροϊκή θεραπεία, είναι σημαντικό να συζητά με τον γιατρό του τις διάφορες επιλογές που υπάρχουν.
Ο γιατρός θα κάνει μια σειρά αιματολογικών εξετάσεων και βάση του επιπέδου του ιϊκού φορτίου και των CD4+ λεμφοκυττάρων και των τυχόν μεταλλάξεων του ιού, θα καθορίσει με ποια φάρμακα πρέπει να ξεκινήσει η θεραπεία έτσι ώστε να επιτευχθεί το γρηγορότερο δυνατόν η καταστολή του ιού HIV.