Αντιφωσφολιπιδικό Σύνδρομο και Εγκυμοσύνη: Όσα πρέπει να γνωρίζετε

Το αντιφωσφολιπιδικό σύνδρομο (ΑΦΣ) είναι μια επίκτητη μορφή θρομβοφιλίας, δηλαδή δεν είναι κάτι κληρονομικό αλλά αναπτύσσεται στη διάρκεια της ζωής. Το αντιφωσφολιπιδικό σύνδρομο πρόκειται για ένα αυτοάνοσο νόσημα άγνωστης αιτίας.

Ως αυτοάνοσα νοσήματα, ορίζονται οι παθήσεις που προκαλούνται από υπερβολική και λανθασμένη απόκριση του ανοσοποιητικού συστήματος έναντι του ίδιου του οργανισμού, ο οποίος αναγνωρίζει σαν ξένα, δικά του στοιχεία, ενεργοποιώντας μια φλεγμονώδη αντίδραση σε διάφορους ιστούς.

Στην εγκυμοσύνη, λόγω των αλλαγών στο ορμονικό περιβάλλον της γυναίκας, διαφοροποιείται η λειτουργικότητα κυττάρων του ανοσοποιητικού (των Β- και Τ- κυττάρων και μονοκυττάρων), με αποτέλεσμα την τροποποίηση των συμπτωμάτων των αυτοανόσων νοσημάτων και την εμφάνιση διαφόρων επιπλοκών στην έκβαση της εγκυμοσύνης.

Μαιευτικό αντιφωσφολιπιδικό σύνδρομο

Το μαιευτικό αντιφωσφολιπιδικό σύνδρομο είναι μία επίκτητη κατάσταση (δηλαδή δεν είναι κληρονομική), το πιθανότερο αυτοάνοσης αιτιολογίας, και αποτελεί μία υποκατηγορία του αντιφωσφολιπιδικού συνδρόμου. Εμφανίζεται σε γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας είτε από την πρώτη κύηση είτε σε γυναίκες που έχουν ήδη επιτυχημένες κυήσεις. Το πρωτοπαθές αυτό σύνδρομο σχετίζεται μόνο με την κύηση και τα αντισώματα που δημιουργούνται είναι παροδικά και οι γυναίκες συνήθως δεν έχουν αυξημένο κίνδυνο για θρομβώσεις εκτός κύησης. Το δευτεροπαθές αντιφωσφολιπιδικό σύνδρομο χαρακτηρίζεται από την ύπαρξη συνυπαρχουσών ρευματικών νοσημάτων.

Το σύνδρομο σε αριθμούς

Άτομα κάθε ηλικίας μπορεί να προσβληθούν, η πλειοψηφία όμως των ασθενών είναι μεταξύ 20-50 ετών.
Παρόλο που η συχνότητα των αντιφωσφολιπιδικών αντισωμάτων στον γενικό πληθυσμό υπολογίζεται στο 1-2%, πάνω από 20% των γυναικών με ανεξήγητες καθ’ έξιν αποβολές έχουν είτε αντιπηκτικό του λύκου (LA) είτε αντι-καρδιολιπινικά αντισώματα (ACA).

Σε γυναίκες με θετικά αντιφωσφολιπιδικά αντισώματα που δεν λαμβάνουν θεραπεία και έχουν ιστορικό καθ’ έξιν αποβολών, το ποσοστό των εμβρυϊκών απωλειών φτάνει στο 90%. Κατά μία εκτίμηση, το αντιφωσφολιπιδικό  σύνδρομο είναι η αιτία για το 9% των απωλειών εγκυμοσύνης. Οι έγκυες γυναίκες με Αντιφωσφολιπιδικό Σύνδρομο έχουν αυξημένο κίνδυνο να πάθουν θρόμβωση ή να έχουν αποβολές συγκριτικά με τις γυναίκες χωρίς το σύνδρομο αυτό.

Η πιθανότητα θρόμβωσης κατά την κύηση σε γυναίκες με το σύνδρομο ανέρχεται σε ποσοστό περίπου 5% και επίσης εκδηλώνεται με καθ έξιν αποβολές σε όλα τα τρίμηνα της κύησης, πρόωρο τοκετό, καθυστερημένη ενδομήτρια ανάπτυξη, προεκλαμψία, ανεπάρκεια πλακούντα και γέννηση νεκρού εμβρύου. Μπορεί επίσης, να παρουσιάσουν και άλλα προβλήματα, όπως μειωμένη αιματική ροή προς το έμβρυο λόγω μικρό-θρομβώσεων του πλακούντα.

Μαιευτικό αντιφωσφολιπιδικό σύνδρομο: Τα χαρακτηριστικά του

  • Αρτηριακές ή/και φλεβικές θρομβώσεις. Τα θρομβωτικά επεισόδια είναι κατά 70% φλεβικά (κυρίως εν τω βάθει φλεβοθρομβώσεις) και κατά 30% αρτηριακά (κυρίως εγκεφαλικά επεισόδια). Οι θρομβώσεις μπορεί να συμβούν σε αγγεία κάθε μεγέθους και να υποτροπιάζουν έχοντας την ίδια εντόπιση με το αρχικό επεισόδιο.
  • Διαδοχικές αποβολές πριν από τη 10η εβδομάδα της κύησης ή ανεξήγητο θάνατο εμβρύου μετά από την 10η εβδομάδα της κύησης ή πρόωρο τοκετό κατά ή πριν από την 34η εβδομάδα της κύησης. Εκτός από τις αποβολές μπορεί να προκληθεί πρόωρος τοκετός ή σοβαρή προεκλαμψία.
  • Παρουσία στο αίμα αντικαρδιολιπινικών αντισωμάτων ή αντιπηκτικού του λύκου ή αντισωμάτων β2-γλυκοπρωτεΐνης.

Μαιευτικό αντιφωσφολιπιδικό σύνδρομο: Διάγνωση και Αντιμετώπιση

Πρόκειται όμως για μία από τις λίγες παθολογικές καταστάσεις της κύησης που η έγκαιρη πρόληψη και αντιμετώπισή της έχει ως αποτέλεσμα την ελάττωση του ποσοστού των αποβολών. Η διάγνωση και η θεραπεία εξαρτάται από τον συνδυασμό κλινικού ιστορικού της ασθενούς (θρόμβωση, αποβολές, ενδομήτριος θάνατος, προεκλαμψία) και από συγκεκριμένα εργαστηριακά ευρήματα.

Η διάγνωση του αντιφωσφολιπιδικού συνδρόμου τίθεται, όταν υφίσταται τουλάχιστον μια κλινική εκδήλωση και ένα εργαστηριακό εύρημα που υποδεικνύει την παρουσία αντιφωσφολιπιδικών αντισωμάτων. Η εξέταση για τα αντισώματα αυτά θα πρέπει να είναι θετική σε δύο τουλάχιστον μετρήσεις οι οποίες απέχουν μεταξύ τους τουλάχιστον 12 εβδομάδες.

Ένα θετικό αποτέλεσμα εξέτασης για τα αντισώματα αυτά μπορεί να είναι πρόσκαιρο και να οφείλεται σε λοίμωξη ή σε λήψη κάποιου φαρμάκου. Σε γενικές γραμμές, στις γυναίκες με θρομβώσεις ή αποβολές συνιστάται η χρήση αντιθρομβωτικής αγωγής ή/και χαμηλή δόση ασπιρίνης.

Όταν ανευρίσκονται αντιφωσφολιπιδικά αντισώματα αλλά δεν υπάρχει ιστορικό θρόμβωσης ή αποβολής συνήθως προτείνεται απλή παρακολούθηση ή χορήγηση χαμηλής δόσης ασπιρίνης. Όταν υπάρχει ιστορικό θρόμβωσης, καθ έξιν αποβολές πρώτου τριμήνου, καθυστερημένη αποβολή ή σοβαρή προεκλαμψία πρέπει να χορηγείται αντιθρομβωτική αγωγή και χαμηλή δόση ασπιρίνης. Ωστόσο, εάν παρά την προηγούμενη θεραπεία προκύψει αποβολή στην επόμενη κύηση, το πιθανότερο θα χρειαστεί προσθήκη ανοσοκατασταλτικής αγωγής, κυρίως μικρή δόση κορτιζόνης.

Μαιευτικό αντιφωσφολιπιδικό σύνδρομο: Πιθανές Επιπλοκές

Ενδομήτρια Υπολειπόμενη Ανάπτυξη Εμβρύου (IUGR)

Η Ενδομήτρια Υπολειπόμενη Ανάπτυξη Εμβρύου παρατηρείται όταν το έμβρυο εμφανίζει ρυθμό ανάπτυξης στη μήτρα, μικρότερο του φυσιολογικού.

Ανεπάρκεια του πλακούντα

Ο πλακούντας αναπτύσσεται στη μήτρα και τροφοδοτεί το έμβρυο με θρεπτικά συστατικά και οξυγόνο, μέσω του ομφάλιου λώρου. Στην περίπτωση ανεπάρκειας, ο πλακούντας δε λειτουργεί τόσο καλά όσο θα έπρεπε και το έμβρυο δε λαμβάνει επαρκή ποσότητα θρεπτικών ουσιών και οξυγόνου.

Προεκλαμψία

Η προεκλαμψία είναι μια κατάσταση που μπορεί να συμβεί μετά την 20η εβδομάδα της εγκυμοσύνης. Όταν μια έγκυος παρουσιάσει προεκλαμψία εμφανίζει υψηλή πίεση και μερικά από τα όργανά της, όπως τα νεφρά και το ήπαρ, δείχνουν σημάδια δυσλειτουργίας. Μερικά από αυτά τα σημάδια περιλαμβάνουν πρωτεϊνουρία, προβλήματα στην όραση και έντονη κεφαλαλγία.

Πρόωρος τοκετός

Ο τοκετός θεωρείται πρόωρος όταν πραγματοποιηθεί πριν από τις 38 εβδομάδες κύησης.

Αποβολή

Ως αποβολή θεωρείται ο θάνατος του εμβρύου στη μήτρα πριν από τις 20 εβδομάδες κύησης.

Ενδομήτριος θάνατος

Ως ενδομήτριος θάνατος θεωρείται ο θάνατος του εμβρύου στη μήτρα μετά τις 20 εβδομάδες κύησης.