Τα χλαμύδια αποτελούν ένα πολύ συχνό αφροδίσιο νόσημα. Το βακτήριο που τα προκαλεί είναι το Chlamydia trachomatis.Τα χλαμύδια εντάσσονται στα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα (ΣΜΝ). Η μετάδοση τους μπορεί να γίνει μέσω της σεξουαλικής επαφής (είτε μιλάμε για κολπικό, είτε για στοματικό, είτε για πρωκτικό έρωτα). Υπάρχει η πιθανότητα να μεταδοθούν και μέσω των χεριών, όταν έρθουν σε επαφή με τα γεννητικά όργανα. Επίσης η μητέρα που έχει μολυνθεί με χλαμύδια, μπορεί να μεταδώσει στο μωρό, κατά τον φυσιολογικό τοκετό.
Χλαμύδια: Πώς εμφανίζονται στους άντρες και τις γυναίκες;
Το 75% των γυναικών και το 65% των ανδρών με χλαμύδια δεν έχουν κανένα σύμπτωμα. Πολλοί άνδρες ή γυναίκες ανακαλύπτουν ότι έχουν χλαμύδια μόνο επειδή οι σύντροφοί τους βρήκαν πως έχουν τη νόσο ή επειδή αντιμετωπίστηκαν για υπογονιμότητα. Τα συμπτώματα, εάν εμφανιστούν, παρουσιάζονται μέσα σε 7-21 μέρες.
Στους άνδρες τα χλαμύδια εντοπίζονται στο σπέρμα ή σε ουρηθρικό υγρό. Μερικές εβδομάδες μετά τη μόλυνση το άτομο εμφανίζει τα πρώτα συμπτώματα. Στους άνδρες ένα μεγάλο ποσοστό μπορεί να μην εμφανίσει καθόλου συμπτώματα. Όσοι όμως εμφανίσουν νιώθουν πόνο ή κάψιμο στη διάρκεια της ούρησης, παρατηρούν άσπρες ή κιτρινωπές εκκρίσεις από το πέος, διογκωμένους όρχεις, ανεβάζουν πυρετό κ.α.
Πολλές φορές τα συμπτώματα υποχωρούν μετά από λίγες μέρες, αλλά το μικρόβιο, αν δεν αντιμετωπιστεί με την κατάλληλη θεραπεία θα παραμείνει στον οργανισμό. Μπορούν να αποτελέσουν αίτιο στειρώσεως και στη γυναίκα και στον άνδρα.
Στις γυναίκες προκαλούν φλεγμονή του τραχήλου και μπορεί να επεκταθούν στην ουρήθρα, τις σάλπιγγες, και, τις ωοθήκες. Μπορεί να είναι η αιτία φλεγμονών της ουροδόχου κύστεως και σοβαρής πυελικής φλεγμονής, εξωμήτριας εγκυμοσύνης και στειρώσεως. Στους άνδρες προκαλεί ουρηθρίτιδα και μπορεί να επεκταθεί στους όρχεις. Μάλιστα, αν δε διαγνωστούν έγκαιρα μπορεί να προκαλέσουν προστατίτιδα, ή ακόμη και στειρότητα. Τα χλαμύδια μπορεί επίσης να φθάσουν σε αρθρίτιδα. Στα παιδιά μπορεί να προκαλέσουν πνευμονία, φλεγμονές των ματιών και τύφλωση. Στην Αμερική τέσσερα εκατομμύρια άτομα μολύνονται κάθε χρόνο από χλαμύδια.
Επιγραμματικά τα συμπτώματα μπορεί να είναι τα ακόλουθα:
- υγρά από το πέος ή τον κόλπο
- πόνο ή κάψιμο στην ούρηση
- αίμα από τον κόλπο, πόνο στην κοιλιά, ναυτία, πυρετό
- πόνο κατά την συνουσία στις γυναίκες
- ερεθισμό του ορθού
- ερεθισμό του τραχήλου
- πρήξιμο ή πόνο στους όρχεις
Χλαμύδια: Πώς θεραπεύονται;
Η θεραπεία τους γίνεται με λήψη ειδικών φαρμάκων, βακτηριοστατικών αντιβιοτικών (δοξυκυκλίνη, αζιθρομυκίνη κτλ). Άλλα φάρμακα κατά της χλαμύδιας, που μπορεί να συστήσει ο θεράπων ιατρός είναι η ερυθρομυκίνη ή η οφλοξασίνη. Η πενικιλίνη, η οποία προσφέρει θεραπεία σε πολλά αφροδίσια νοσήματα, είναι εντελώς αναποτελεσματική στα χλαμύδια.
Τα άτομα που ακολουθούν θεραπεία δεν πρέπει να έχουν σεξουαλικές επαφές πριν το τέλος της θεραπείας, για να αποφευχθεί το ενδεχόμενο μόλυνσης. Εφόσον σε έναν από τους δύο συντρόφους διαγνωστούν τα χλαμύδια, πρέπει και ο άλλος να ακολουθήσει τη θεραπεία. Είναι σημαντικό να τονίσουμε ότι ακόμα και μετά τη θεραπεία, το άτομο δεν αποκτά ανοσία, και μπορεί να προσβληθεί ξανά.
Χλαμύδια: Πώς να προλάβετε την εμφάνιση τους;
Επειδή τα χλαμύδια είναι σε μεγάλο ποσοστό ασυμπτωματική νόσος, άτομα με έντονη σεξουαλική ζωή και πολλούς διαφορετικούς συντρόφους πρέπει να υποβάλλονται κάθε χρόνο σε προληπτικό έλεγχο, ώστε η διάγνωση της νόσου να γίνει έγκαιρα. Στους άνδρες, η εξέταση γίνεται με λήψη δείγματος από τις εκκρίσεις της ουρήθρας. Στο μικροβιολογικό εργαστήριο γίνεται καλλιέργεια του δείγματος.
Τα χλαμύδια μπορούν να προληφθούν σε μεγάλο ποσοστό, με τη χρήση προφυλακτικού, κολπικού διαφράγματος ή άλλων μεθόδων φραγμού κατά τη σεξουαλική επαφή. Φυσικά, συστήνεται το σχολαστικό πλύσιμο των χεριών, όταν έρχονται σε επαφή με τα γεννητικά όργανα.