Χωλότητα ονομάζεται η κατάσταση εκείνη κατά την οποία το παιδί δεν μπορεί να βαδίσει φυσιολογικά. Αποτελεί μία σχετικά συχνή κατάσταση στην παιδική ηλικία.
Η χωλότητα είναι σύμπτωμα και τα πιθανά αίτια της είναι πολλά και ποικίλης σοβαρότητας.
Η λήψη λεπτομερούς ιστορικού και η προσεκτική φυσική εξέταση είναι πολύ σημαντικά, ώστε να μειωθεί ο αριθμός των πιθανών αιτίων. Περαιτέρω εργαστηριακός και ακτινολογικός έλεγχος πραγματοποιείται αν χρειάζεται και πάντα σύμφωνα με τα ευρήματα από το ιστορικό και τη φυσική εξέταση, ενώ η θεραπευτική αντιμετώπιση εφαρμόζεται με βάση την αιτιολογική διάγνωση.
Χωλότητα: Λεπτομερές ιστορικό από το παιδί και τους γονείς
Θα πρέπει να ληφθεί λεπτομερές ιστορικό από το παιδί και από τους γονείς. Η συμβολή των γονέων αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο για την ακριβή αντίληψη του παραπόνου. Το ιστορικό θα πρέπει να διερευνά την πιθανότητα κάκωσης, τη διάρκεια της χωλότητας (2 ημέρες ή 2 μήνες), πιθανή σχέση με αθλητική δραστηριότητα, καθώς και πιθανά συνοδά συμπτώματα όπως η παρουσία νυχτερινού άλγους στα κάτω άκρα ή στη σπονδυλική στήλη.
Η χωλότητα μπορεί να προέρχεται από διαταραχές που επηρεάζουν την κοιλιά, τη λεκάνη, το ισχίο, το γόνατο, το πόδι ή ακόμη και να σχετίζεται με κακοήθη αιματολογικά νοσήματα. Η κατανόηση της οικογενειακής κατάστασης βοηθά στον αποκλεισμό ή μη πιθανής κακοποίησης του παιδιού.
Χωλότητα: Φυσική εξέταση του παιδιού από τον ειδικό
Η φυσική εξέταση μας βοηθά να εντοπίσουμε επισκοπικά τον τύπο της χωλότητας. Ο συνηθέστερος τύπος χωλότητας είναι ο ανταλγικός, δηλαδή το παιδί χωλαίνει γιατί πονάει. Αν το παιδί μπορεί, πρέπει να το δούμε να βαδίζει και να τρέχει, αν είναι δυνατό. Το τρέξιμο τονίζει συχνά τις λεπτές ανωμαλίες. Η δυνατότητα μονοποδικής στήριξης αποκλείει την πιθανότητα κατάγματος σε μείζον οστό του κάτω άκρου μετά από κάκωση.
Ο έλεγχος της κίνησης των αρθρώσεων είναι σημαντικός, ενώ και η ψηλάφηση των κάτω άκρων και της σπονδυλικής στήλης ανιχνεύει πιθανά σημεία ευαισθησίας. Πρέπει να τηρείται το εύρος κίνησης των μεμονωμένων αρθρώσεων, ενώ η απουσία τοπικής ευαισθησίας απομακρύνει τη σκέψη από πιθανή κάκωση. Η κοιλιά, η λεκάνη, η πλάτη και τα άκρα του παιδιού πρέπει να επισκοπούνται και να ψηλαφώνται. Η ψηλάφηση επιτυγχάνεται καλύτερα όταν το παιδί κάθεται άνετα στην αγκαλιά της μητέρας.
Πρέπει να σημειωθούν περιοχές ερυθρότητας, διόγκωσης και αυξημένης τοπικής θερμοκρασίας. Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δοθεί στα ισχία (γοφοί), γιατί συνήθως εκεί είναι το αίτιο της χωλότητας. Η νευροαγγειακή κατάσταση του παιδιού επίσης πρέπει να εκτιμηθεί, αν είναι εφικτό.
Χωλότητα: Ποιες εργαστηριακές εξετάσεις απαιτούνται;
Η εξέταση γενική αίματος, ΤΚΕ και CRP θα πρέπει να λαμβάνονται σε υποψία οστικής λοίμωξης ενώ το πλακάκι αίματος βοηθάει στον αποκλεισμό της λευχαιμίας που προκαλεί ανταλγική χωλότητα.
Οι καλλιέργειες αίματος λαμβάνονται συχνά όταν ο δείκτης υποψίας είναι υψηλός για σηπτική αρθρίτιδα ή οστεομυελίτιδα. Δοκιμές δρεπανοκυττάρων, τίτλοι ασθένειας Lyme, ανοσολογικές εργαστηριακές μελέτες (π.χ. αντισώματα λύκου, αντι-δίκλωνο DNA, ρευματοειδής παράγοντας, ανθρώπινο αντιγόνο λευκοκυττάρων, κινάση κρεατίνης) ενδείκνυνται περιστασιακά όταν υποστηρίζεται μια συγκεκριμένη αιτιολογία.
Χωλότητα: Ο ακτινολογικός έλεγχος
Οι απλές ακτινογραφίες (face + profile) της περιοχής που πιθανώς πάσχει είναι η συνήθης αρχική απεικονιστική προσέγγιση και κάποιες φορές και η τελική, όπως στην επιφυσιολίσθηση της μηριαίας κεφαλής (SUFE), κατάσταση που απαιτεί άμεση χειρουργική παρέμβαση. Ο υπέρηχος ισχίων αποτελεί σημαντικό όπλο στην εντόπιση ενδοαρθρικού υγρού.
Στην περίπτωση του ισχίου η παρουσία υγρού είναι ενδεικτική υμενίτιδας, που αποτελεί το πιο συχνό αίτιο χωλότητας στα παιδιά. Η μαγνητική τομογραφία έχει κερδίσει έδαφος τα τελευταία χρόνια και βοηθάει σημαντικά στην αιτιολογική διάγνωση της χωλότητας, ενώ ή αξονική τομογραφία έχει μεγαλύτερη διαγνωστική ειδικότητα σε προβλήματα των οστών που προκαλούν χωλότητα, όπως το οστεοειδές οστέωμα.
Χωλότητα: Πως αντιμετωπίζεται;
Όταν ένα παιδί χωλαίνει για μεγάλο χρονικό διάστημα ή για χρονικό διάστημα που οι γονείς δεν μπορούν να εντοπίσουν θα πρέπει να αποκλεισθεί η ανισοσκελία ή κάποιο νευρολογικό έλλειμμα.
Στην περίπτωση που το παιδί χωλαίνει μερικές ημέρες και δεν υπάρχει σαφές ιστορικό κάκωσης συνήθως η χωλότητα είναι ανταλγική οπότε πρέπει να εντοπισθεί η εστία του πόνου. Συνηθέστερη εντόπιση του πόνου στα παιδιά είναι το ισχίο.
Σε ηλικίες κάτω των 8 ετών το συνηθέστερο αίτιο είναι η υμενίτιδα του ισχίου που ανιχνεύεται με υπερηχογράφημα ισχίων. Εφ’ όσον το αίτιο είναι μία απλή υμενίτιδα, η απλή κατάκλιση για 1 εβδομάδα και η εκ των υστέρων προοδευτικά αυξανόμενη δραστηριότητα αρκεί. Αν μετά την 7ήμερη κατάκλιση δεν υπάρχει βελτίωση, απαιτείται εργαστηριακός και ακτινολογικός έλεγχος.
Για ηλικίες άνω των 9 ετών (και κυρίως σε παχουλά παιδιά) η άμεση Α/Α ισχίων σε βατραχοειδή θέση είναι επιτακτική, ώστε να διαγνωσθεί πιθανή SUFE. Στην σηπτική αρθρίτιδα η κίνηση της άρθρωσης είναι σχεδόν κατηργημένη και στην οστεομυελίτιδα το παιδί μπορεί να βαδίζει, αλλά έχει αυτόματο νυχτερινό πόνο. Οι δυο τελευταίες καταστάσεις απαιτούν εργαστηριακό έλεγχο και άμεση διάγνωση – αντιμετώπιση.
Η σωστή αντιμετώπιση της χωλότητας χρειάζεται γνώση της φύσης του παιδιού, λήψη λεπτομερούς ιστορικού από το παιδί-γονείς και άριστη φυσική εξέταση που απαιτεί υπομονή και χρόνο. Το συμπέρασμα που προκύπτει από τα παραπάνω οδηγεί μέσω του κατάλληλου και όχι ‘’καθολικού’’ εργαστηριακού – ακτινολογικού ελέγχου στην αιτιολογική διάγνωση της χωλότητας και στη θεραπεία του παιδιού.