Η όσφρηση είναι η αίσθηση που μας βοηθά να αντιληφθούμε τις μυρωδιές. Οι διαταραχές της όσφρησης έχουν αρνητική επίδραση στη ζωή μας, καθώς υποδεικνύουν την ύπαρξη άλλων προβλημάτων υγείας.
Τα είδη των διαταραχών όσφρησης είναι τα εξής:
Ανοσμία– ολική απώλεια της αίσθησης της όσφρησης
Υποσμία- μερική απώλεια όσφρησης
Υπεροσμία- υπερβολική αντίδραση σε ορισμένες μυρωδιές
Παροσμία– λανθασμένη αντίληψη οσμών
Φαντοσμία- αντίληψη οσμών που δεν υφίστανται στην πραγματικότητα
Οι διαταραχές της όσφρησης πρέπει να αντιμετωπιστούν άμεσα, καθώς μπορεί να υποκρύπτουν άλλα προβλήματα υγείας όπως οι λοιμώξεις, οι αλλεργίες, ακόμη και να αποτελούν ένδειξη ενός επικείμενου εγκεφαλικού επεισοδίου.
Πού οφείλονται οι διαταραχές όσφρησης;
Τα αίτια που έχουν αναφερθεί είναι διαφόρων ειδών. Αναλόγως του είδους της διαταραχής μπορεί να οφείλονται σε:
Συνάχι, βουλωμένη μύτη, ιώσεις- Αυτοί οι λόγοι οδηγούν σε υποσμία, η οποία με τη σειρά της δημιουργεί προβλήματα και στη γεύση, γι’ αυτό και όταν αρρωσταίνουμε όλα τα φαγητά μας φαίνονται άνοστα.
Απόφραξη της μύτης- Μπορεί να είναι αποτέλεσμα αλλεργίας, ιγμορίτιδας, ρινικών πολυπόδων ή σκολίωσης του ρινικού διαφράγματος.
Ξηρή ατμόσφαιρα και εισπνοή καπνού- Η εκτεταμένη χρήση του air condition, ο καπνός από τα τσιγάρα και η εισπνοή χημικών ουσιών μπορεί να ευθύνεται για προβλήματα στην όσφρηση.
Τραυματισμός- Κάποια βλάβη ή τραυματισμός στο ρινικό διάφραγμα ή στο κρανίο μπορεί να προκαλέσει χρόνιο πρόβλημα όσφρησης.
Αλλόγιστη χρήση φαρμάκων- Τα αποσυμφορητικά σπρέι, οι αντιβιώσεις, αλλά και άλλες πάγιες φαρμακευτικές αγωγές μπορεί να προκαλέσουν υποσμία ή και άλλες μορφές βλαβών στην όσφρηση.
Για τη διάγνωση των διαταραχών όσφρησης απαιτείται εξέταση από ειδικό ΩΡΛ. Για την ανίχνευση του είδους και της αιτίας του προβλήματος απαιτείται κλινικός έλεγχος με ενδοσκοπική όραση και οσφρητικά τεστ. Αναλόγως των ευρημάτων τίθεται και η ανάλογη αντιμετώπιση.
Η μόνιμη ή παρατεταμένη απώλεια όσφρησης, κατά την οποία ο ασθενής δεν έχει καμία αίσθηση των οσμών γύρω του, αποτελεί την ανοσμία. Η απώλεια όσφρησης είναι ένα κοινό σύμπτωμα ιογενών λοιμώξεων, όμως μετά την ύφεση τους η όσφρηση στην πλειονότητα των περιπτώσεων επανέρχεται, με ένα μικρό μόνο ποσοστό να βιώνει μόνιμη ή παρατεταμένη ανοσμία. Υπολογίζεται ότι περίπου 1% με 2% του πληθυσμού υποφέρει από μειωμένη όσφρηση (υποσμία) ή πλήρη απώλειά της (ανοσμία).
Η οσφρητική αυτή διαταραχή μπορεί να επηρεάσει καταλυτικά την ποιότητα ζωής, αλλά και την ψυχολογία του ασθενή, ο οποίος χωρίς την όσφρηση του δεν έχει διάθεση για τροφή, απομονώνεται από το περιβάλλον του και δεν είναι σε θέση να αντιληφθεί κινδύνους, όπως για παράδειγμα ένα αλλοιωμένο τρόφιμο, μια διαρροή γκαζιού ή κάτι που καίγεται. Με δεδομένο δε ότι η όσφρηση έχει άμεση σχέση με τη γεύση, η ανοσμία επηρεάζει καταλυτικά και την δεύτερη αυτή αίσθηση.
Ανοσμία, συμπτώματα και αίτια
Όταν ο ασθενής δεν μπορεί να μυρίσει αρώματα και άλλες οσμές ή διαπιστώνει ότι η γεύση του φαγητού δεν είναι όπως πριν, είναι πολύ πιθανό να πάσχει από υποσμία ή ανοσμία, κάτι που θα το διαγνώσει ο ειδικός ωτορινολαρυγγολόγος με κλινική εξέταση, οσφρητικών τεστ, ενώ μπορεί να απαιτηθεί έλεγχος και μέσω αξονικής ή μαγνητικής τομογραφίας.
Πιθανά αίτια μόνιμης ανοσμίας είναι:
- ο εκφυλισμός της αίσθησης εξαιτίας της ηλικίας, καθώς ατροφούν σταδιακά οι ιστοί στο εσωτερικό της μύτης που συμμετέχουν στην όσφρηση
- η διαρκής έκθεση σε ερεθιστικές ουσίες, όπως είναι τα τοξικά χρώματα, η αμμωνία, τα διαλυτικά και η κοκαΐνη
- το κάπνισμα, που προκαλεί βλάβη στον οσφρητικό βλεννογόνο
- οι κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις
- οι εκφυλιστικές νόσοι του εγκεφάλου, όπως Πάρκινσον, Αλτσχάιμερ και σκλήρυνση κατά πλάκας
- οι όγκοι στη μύτη και τον εγκέφαλο
- εγχειρήσεις που έχουν προηγηθεί σε μύτη και εγκέφαλο
- ενδοκρινολογικές νόσοι, όπως ο υποθυρεοειδισμός και ο σακχαρώδης διαβήτης
- σοβαρές λοιμώξεις στη μύτη και τους παραρρίνιους κόλπους
- χρόνιες αλλεργίες
- η κατάχρηση αποσυμφορητικών για το συνάχι
- ψυχιατρικές νόσοι
Θεραπευτικές μέθοδοι και οσφρητική φυσιοθεραπεία
Η θεραπευτική προσέγγιση της ανοσμίας εξαρτάται από το αίτιο που την έχει προκαλέσει. Έτσι, αν η ανοσμία είναι συνέπεια μιας γρίπης ή ενός κρυολογήματος, όταν το αίτιο εκλείψει θα υποχωρήσει και η ανοσμία. Σε αυτή την περίπτωση συνιστώνται και πλύσεις της μύτης με φυσιολογικό ορό και χρήση ειδικών ρινικών σπρέι. Όταν η ανοσμία είναι συνέπεια αλλεργιών, τα αντιισταμινικά φάρμακα και τα κορτιζονούχα ρινικά σκευάσματα αποτελούν θεραπεία εκλογής, ενώ αν το πρόβλημα έχει προκληθεί εξαιτίας ενός στραβού διαφράγματος ή πολυπόδων, μπορεί να απαιτηθεί χειρουργική προσέγγιση.
Μια αποτελεσματική λύση στην ανοσμία που εμμένει μπορεί να δώσει η οσφρητική φυσιοθεραπεία, μέθοδος που έχει εισαχθεί στην ιατρική πρακτική τα τελευταία 10 χρόνια, βασιζόμενη στις έρευνες του Γερμανού Thomas Hummel, ο οποίος απέδειξε ότι ασθενείς με υποσμία ή ανοσμία μυρίζοντας συγκεκριμένα αρωματικά έλαια καθημερινά μπορούν να ανακτήσουν μέρος ή το σύνολο της όσφρησης τους.
Τα έλαια που χρησιμοποιούνται έχουν άρωμα τριαντάφυλλου, λεμονιού, γαρύφαλλου και ευκάλυπτου, αναπαριστώντας τέσσερις διαφορετικές οσμές, την ανθηρή, τη φρουτώδη, την πικάντικη και τη ρητινώδη αντίστοιχα. Το πρωτόκολλο της οσφρητικής φυσιοθεραπείας βασίζεται στη δυνατότητα του να «ξυπνήσει» την ενδογενή, αναγεννητική ικανότητα του οσφρητικού επιθήλιου.
Πρόκειται για μια εύκολη θεραπευτική επιλογή, με ελάχιστο κόστος και χωρίς παρενέργειες. Στο ιατρείο μας εφαρμόζουμε την οσφρητική φυσιοθεραπεία με πολύ θετικά αποτελέσματα.
Στο πρώτο σύμπτωμα μιας οσφρητικής διαταραχής η επίσκεψη στον ωτορινολαρυγγολόγο είναι επιβεβλημένη, ώστε να διαγνωστεί το πρόβλημα, να εντοπιστεί η αιτία του και να επιλεγεί η κατάλληλη θεραπευτική τακτική.