Δυσλεξία: Η δυσκολία στην ανάγνωση και τη γραφή, χωρίς αυτό να συνδέεται με οποιονδήποτε τρόπο με τη νοημοσύνη του ατόμου, τότε παραπέμπει στη δυσλεξία. Αν και η δυσλεξία είναι αρκετά διαδεδομένη στις μέρες μας και προκαλεί πολλά προβλήματα σε τόσους ανθρώπους, εξακολουθεί να μην είναι πλήρως αντιληπτή.
Έτσι, στα άτομα (και ειδικά στα παιδιά) με δυσλεξία δεν αναγνωρίζονται οι πιέσεις και οι προκλήσεις που συναντούν και καλούνται να αντεπεξέλθουν στην καθημερινότητά τους, ενώ δεν είναι και μικρό το ποσοστό εκείνων που δεν γνωρίζουν καν πως πάσχουν από δυσλεξία! Υπάρχουν διαφορετικοί βαθμοί σοβαρότητας και ξεχωριστά είδη δυσλεξίας, με πολλούς ανθρώπους να βιώνουν τα συμπτώματα με εντελώς διαφορετικό τρόπο ο καθένας. Αλλά για εκείνους που δεν έχουν δυσλεξία, μπορεί να είναι δύσκολο να κατανοήσουν πώς ακριβώς διαβάζει και αντιλαμβάνεται γενικότερα τη γλώσσα ένας δυσλεξικός.
Τα βασικά συμπτώματα της δυσλεξίας ανά ηλικία
Προσχολική ηλικία
-Ένα παιδί προσχολικής ηλικίας (3-4 ετών) μπορεί:
-Να αρχίσει να μιλάει αργότερα από ό,τι τα περισσότερα παιδιά.
-Να έχει μεγαλύτερη δυσκολία από ό,τι τα άλλα παιδιά στο να προφέρει λέξεις.
-Να μην εμπλουτίζει το ίδιο γρήγορα με νέες λέξεις το λεξιλόγιό του και να μην είναι σε θέση να θυμηθεί τη σωστή λέξη για κάθε σκοπό.
-Να έχει πρόβλημα να μάθει το αλφάβητο, τους αριθμούς, τις ημέρες της εβδομάδας, τα χρώματα, τα σχήματα, το πώς να συλλαβίσει και το πώς να γράψει το όνομά του.
-Να έχει δυσκολία απαγγελίας μικρών ποιημάτων ή να σκεφτεί λέξεις με ομοιοκαταληξία.
-Να αργήσει να αναπτύξει λεπτές κινητικές δεξιότητες. Για παράδειγμα, το παιδί σας μπορεί να χρειαστεί περισσότερο χρόνο από άτομα της ίδιας ηλικίας για να μάθει πώς να κρατήσει ένα μολύβι σε θέση γραφής, πώς να χρησιμοποιεί τα κουμπιά και το φερμουάρ και πώς να βουρτσίζει τα δόντια του.
Παιδιά από το νηπιαγωγείο έως την ηλικία των 9-10 ετών μπορεί:
-Να έχουν δυσκολία στην ανάγνωση σκέτων λέξεων, όταν δηλαδή αυτές δεν περιβάλλονται από άλλες λέξεις.
-Να καθυστερούν να μάθουν τη σύνδεση μεταξύ γραμμάτων και ήχων.
-Να συγχέουν μικρές λέξεις.
-Να κάνουν διαρκώς λάθη στην ανάγνωση και την ορθογραφία
Ηλικία 10-13 ετών
Τα παιδιά σε αυτές τις ηλικίες μπορεί:
-Να μην κάνουν καλή ανάγνωση
-Να αλλάζουν τη σειρά των γραμμάτων σε μία λέξη
-Να αδυνατούν να αναγνωρίσουν και να μάθουν προθέματα, επιθήματα, ρίζες λέξεων και άλλες πτυχές της ανάγνωσης και της ορθογραφίας.
-Να έχουν δυσκολία στην ορθογραφία και να γράφουν την ίδια λέξη με δύο διαφορετικούς τρόπους ακόμα και στην ίδια σελίδα.
-Να αποφεύγουν να κάνουν ανάγνωση φωναχτά.
-Να έχουν δυσκολίες με προβλήματα λέξεων στα μαθηματικά.
-Να δυσκολεύονται στη γραφή ή να έχουν δυσανάγνωστη γραφή, ή να κρατούν πολύ δυνατά την λαβή του μολυβιού/στιλού όταν γράφουν.
-Να αποφεύγουν γενικά τη γραφή
Ηλικία από 14 ετών μέχρι και 18-19 ετών
Σε αυτή την ηλικία, τα παιδιά με δυσλεξία μπορεί:
-Να διαβάζουν πολύ αργά και με πολλά λάθη/ανακρίβειες
-Να εξακολουθούν να γράφουν την ίδια λέξη με διαφορετικούς τρόπους σε ένα ενιαίο κομμάτι κειμένου.
-Να αποφεύγουν τα τεστ που απαιτούν ανάγνωση και γραφή
-Να έχουν πρόβλημα να κάνουν περίληψη/σύνοψη κειμένου
-Να μην έχουν καλή δυνατότητα απομνημόνευσης κειμένου
-Να έχουν περιορισμένο λεξιλόγιο και να μην είναι σε θέση να αποθηκεύσουν πολλές πληροφορίες από την ανάγνωση
Ενήλικες
Οι ενήλικες με δυσλεξία μπορεί:
-Να αποκρύπτουν τα προβλήματα ανάγνωσης που αντιετωπίζουν
-Να μην είναι καλοί στον συλλαβισμό λέξεων
-Να αποφεύγουν τη γραφή
-Να έχουν αυξημένες ικανότητες στην προφορική επικοινωνία
-Να βασίζονται περισσότερο στη μνήμη τους και όχι στην ανάγνωση νέων πληροφοριών
-Να είναι καλοί στην επικοινωνία με τους άλλους ανθρώπους και στο να “διαβάζουν” τους ανθρώπους (διαισθητικοί).
-Συχνά να εργάζονται σε μια δουλειά που είναι πολύ πιο κάτω από τις πνευματικές τους ικανότητες.
-Να έχουν δυσκολία με τον προγραμματισμό και την οργάνωση.
Συνήθη Ορθογραφικά Λάθη Δυσλεξικών Μαθητών
- Γράφουν τα γράμματα με λάθος σειρά ή καθρεπτικά: πένα/νέπα ή τον/νοτ.
- Αντιστρέφουν ή αναποδογυρίζουν τα γράμματα: ε/3, λ/ , η/υ, m/w.
- Γράφουν κάποιες λέξεις, όπως ακριβώς τις ακούν: ξύλο/κσιλο.
- Συνηθίζουν να ΜΗ διαλέγουν το σωστό γράμμα, από ένα σύνολο γραμμάτων, ώστε να γράψουν έναν ήχο που ακούν, ούτε μπορούν να ταιριάξουν όμοια γράμματα, όταν τους ζητηθεί.
- Δε γράφουν το σωστό γράμμα, ακόμα και όταν τους υπαγορεύεται.
- Αδυνατούν να γενικεύουν τους ορθογραφικούς κανόνες και δυσκολεύονται να φτάσουν στο δημιουργικό επίπεδο γνώσης.
- Το περίγραμμα των λέξεών τους μπορεί να είναι σωστό, αλλά ίσως, μπερδεύουν κάποια εσωτερικά γράμματα: γάτα/γάλα.
- Συχνά διαλέγουν παραπλήσιους ήχους: κρ/χρ, αβ/αυ.
- Δυσκολεύονται να μάθουν τα συμπλέγματα συμφώνων: καρέκλα/καρέλκα, άκρη/άρκη.
- Δεν αναγνωρίζουν τον ήχο των φωνηέντων: κάνω/κν, Πέτρος/Πτρς.
- Λέξεις ή φράσεις μπορεί να συμπτυχθούν: παίχτης/πτης, φωτιά στο δάσος/φωτιά δάσος.
- Δυσκολεύονται να αναγνωρίσουν τον αριθμό λέξεων σε φράσεις: άκουσέ με/άκουσεμε, ο μπαμπάς μου/ομπαμπασμου.
- Το χέρι δεν εκτελεί αυτομάτως ό,τι ο εγκέφαλος ορίζει. Αρχίζει να γράφει π.χ. «γράφω» και τελικά γράφει «κρίμα».
- Ο τονισμός των λέξεων συνήθως αγνοείται παντελώς ή χρησιμοποιείται λάθος.
Η δυσλεξία θεραπεύεται ;
Αυτό που διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο είναι να επιτευχθεί όσο πιο νωρίς γίνεται η διάγνωση(σωστή και έγκαιρη) έτσι ώστε ο ειδικός που θα αναλάβει την κάθε περίπτωση παιδιού να προσφέρει τα αναγκαία εργαλεία που θα βοηθήσουν το άτομο βήμα βήμα να σημειώσει ατομική πρόοδο, πίστη στον εαυτό του και αυτοπεποίθηση ότι με την στήριξη και την συνεργασία του ειδικού (λογοθεραπευτής, ψυχολόγος), του δασκάλου και των γονέων του θα καταφέρει να ξεπεράσει οποιαδήποτε αδυναμία και εμπόδιο. Το τρίπτυχο γονείς-παιδαγωγός-ειδικός είναι το Α και το Ω για να υπάρξει επιτυχία της θεραπευτικής παρέμβασης. Το αντίθετο ,δηλαδή άγχος από την πλευρά των γονέων, πίεση από το σχολικό περιβάλλον , μη στήριξη από το οικογενειακό περιβάλλον, τιμωρίες και απειλές θα οδηγήσουν σε μη αναμενόμενα αποτελέσματα. Το κλειδί μιας αποτελεσματικής αντιμετώπισης είναι η υπομονή, η ενθάρρυνση και η δημιουργία ενός κλίματος που θα επιτρέψει στο παιδί να εμπιστευτεί και να βασιστεί τις δυνάμεις του. Στο σημείο αυτό δεν πρέπει να ξεχάσουμε ότι η επιτυχία εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την αποδοχή του προβλήματος και από το ίδιο το παιδί και από το οικογενειακό περιβάλλον του. Κάθε παιδί είναι ξεχωριστό και χρειάζεται εξατομικευμένο πρόγραμμα παρέμβασης που θα έχει ως βάση τους ρυθμούς ,τις δυνατότητες, τις αδυναμίες του παιδιού.