Το γλαύκωμα αποτελεί μία από τις πιο καταστροφικές για τα μάτια μας παθήσεις, η οποία απειλεί άμεσα με τύφλωση 76 εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο.
Γλαύκωμα: Τι πρέπει να γνωρίζουμε
Το γλαύκωμα είναι μία από τις κύριες αιτίες τύφλωσης. Εάν δεν αντιμετωπιστεί εγκαίρως και σωστά, το γλαύκωμα μπορεί να προκαλέσει μη αναστρέψιμες βλάβες στην όραση. Ακόμα και με την κατάλληλη θεραπεία, ποσοστό 10-15% των ασθενών βιώνουν κάποια απώλεια όρασης. Υπολογίζεται ότι παγκοσμίως σχεδόν οι μισοί πάσχοντες έχουν χάσει την όρασή τους εξαιτίας του.
Προκαλεί βλάβες στο οπτικό νεύρο. Το οπτικό νεύρο είναι ένα «καλώδιο» που αποτελείται από σχεδόν ένα εκατομμύριο νευρικές ίνες. Αρχίζει από το οπίσθιο τμήμα του οφθαλμού και μεταδίδει τα οπτικά ερεθίσματα από τον αμφιβληστροειδή χιτώνα στον εγκέφαλο, για να μετατραπούν σε εικόνες.
Το γλαύκωμα καταστρέφει προοδευτικά τις ίνες του οπτικού νεύρου. Οι βλάβες που προκαλεί, για λόγους οι οποίοι ακόμα δεν έχουν ακόμα αποσαφηνιστεί πλήρως, συνήθως σχετίζονται με αυξημένη πίεση στο εσωτερικό του ματιού (ενδοφθάλμια πίεση). Ωστόσο υπάρχουν και ασθενείς με γλαύκωμα οι οποίοι έχουν ενδοφθάλμια πίεση εντός των φυσιολογικών ορίων.
Δεν μπορεί να ιαθεί. Αν και υπάρχουν μέθοδοι (φάρμακα, χειρουργικές επεμβάσεις) που επιβραδύνουν την εξέλιξή του, το γλαύκωμα δεν μπορεί να ιαθεί. Μπορεί όμως να εμποδιστεί η περαιτέρω βλάβη της όρασης. Η πιο συχνή μορφή του, το γλαύκωμα ανοικτής γωνίας, είναι χρόνια νόσος, επομένως χρειάζεται δια βίου παρακολούθηση. Το πρώτο βήμα για να προφυλαχθεί η όραση είναι η έγκαιρη διάγνωση.
Το γλαύκωμα συχνά είναι κληρονομικό. Τα άτομα με οικογενειακό ιστορικό γλαυκώματος διατρέχουν τέσσερις έως εννέα φορές μεγαλύτερο κίνδυνο να το αναπτύξουν και οι ίδιοι, σε σύγκριση με τους συνομηλίκους τους χωρίς συγγενείς με τη νόσο.
Ορισμένοι παράγοντες αυξάνουν τον κίνδυνο αναπτύξεώς του. Ο κίνδυνος για γλαύκωμα αυξάνεται μετά την ηλικία των 45 ετών, αλλά σε σπάνιες περιπτώσεις παρατηρείται και σε βρέφη (περίπου 1 στα 10.000 γεννιέται με γλαύκωμα) ή σε μικρά παιδιά.
Αυξημένο κίνδυνο να το εκδηλώσουν διατρέχουν επίσης όσοι έχουν υψηλή ενδοφθάλμια πίεση, όσοι κάνουν μακροχρόνια χρήση στεροειδών (κορτιζόνης) ακόμα κι αν είναι εισπνεόμενη (π.χ. για το άσθμα), τα άτομα με ιστορικό τραυματισμού ή εγχείρησης στο μάτι (μπορεί να παρουσιάσουν δευτεροπαθές γλαύκωμα), όσοι έχουν υψηλή μυωπία (αυξάνει κατά 60% τον κίνδυνο σε σύγκριση με τα άτομα με φυσιολογική όραση) και οι πάσχοντες από ορισμένα νοσήματα (σακχαρώδη διαβήτη, αρτηριακή υπέρταση, ημικρανίες, δρεπανοκυτταρική νόσο).
Δεν προκαλεί προειδοποιητικά συμπτώματα. Το γλαύκωμα ανοικτής γωνίας, από το οποίο πάσχει το 95% των ασθενών, στα αρχικά στάδια του δεν προκαλεί συμπτώματα. Γι’ αυτό τον λόγο συχνά αποκαλείται «σιωπηλός κλέφτης» της όρασης. Τα συμπτώματα αρχίζουν να γίνονται αντιληπτά όταν υποστεί σημαντικές αλλά ανήκεστες βλάβες το οπτικό νεύρο. Ουσιαστικά πρόκειται για μείωση/απώλεια της περιφερειακής όρασης, που αναγκάζει τον πάσχοντα να στρέφει ακούσια το κεφάλι του στο πλάι όταν θέλει να δει κάτι που δεν βρίσκεται ευθεία μπροστά του. Ο ασθενής μπορεί επίσης να αποκτήσει «τυφλά» σημεία στο οπτικό πεδίο του. Στα πιο προχωρημένα στάδιά του επηρεάζεται και η κεντρική όραση.
Μερικές φορές είναι επείγον περιστατικό. Το γλαύκωμα κλειστής γωνίας, που είναι η δεύτερη συχνότερη μορφή της νόσου, μερικές φορές προκαλεί οξέα συμπτώματα, όπως έντονο πόνο στο μάτι ή στο μέτωπο, θολωμένη ή μειωμένη όραση, ναυτία και έμετο ή/και άλως («φωτοστέφανα») γύρω από τα φώτα. Αυτού του είδους τα συμπτώματα καταδεικνύουν επείγον περιστατικό και πρέπει να αξιολογούνται αμέσως από τον οφθαλμίατρο. Το γλαύκωμα κλειστής γωνίας παρατηρείται συνήθως σε ασθενείς με υπερμετρωπία.
Ο τακτικός έλεγχος είναι απαραίτητος για έγκαιρη διάγνωση. Στο πλαίσιο του ελέγχου ο οφθαλμίατρος θα μετρήσει, μεταξύ άλλων, την ενδοφθάλμια πίεση (τονομέτρηση). Η Αμερικανική Ακαδημία Οφθαλμολογίας (AAO) συνιστά προληπτικό έλεγχο των ματιών κάθε 1-2 χρόνια σε όλα τα άτομα ηλικίας άνω των 65 ετών. Στα άτομα υψηλού κινδύνου για γλαύκωμα (π.χ. με οικογενειακό ιστορικό, μακροχρόνια χρήση κορτιζόνης, υψηλή μυωπία, διαβήτη κ.λπ.) συνιστάται έλεγχος κάθε 2-4 χρόνια στις ηλικίες κάτω των 40 ετών, κάθε 1-3 χρόνια μεταξύ 40 και 54 ετών και κάθε 1-2 χρόνια μετά τα 55 έτη.
Οι πάσχοντες αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο ατυχημάτων. Μελέτες έχουν δείξει ότι διατρέχουν έως και τετραπλάσιο κίνδυνο πτώσεως, καθώς και ιδιαίτερα αυξημένο κίνδυνο τροχαίου ατυχήματος, επειδή μειώνει δραστικά στα αρχικά στάδια την περιφερική όραση.
Γλαύκωμα: Τι είναι – Τα ύποπτα συμπτώματα, η διάγνωση και η θεραπεία
Γλαύκωμα: Γλαύκωμα ονομάζεται μια πάθηση του ματιού, που οδηγεί σε προοδευτική βλάβη του οπτικού νεύρου (οπτική νευροπάθεια).
Προκαλείται, συχνά, από αυξημένη ενδοφθάλμια πίεση σε συνδυασμό με μικροέμφρακτα των τριχοειδών και ισχαιμία της κεφαλής του οπτικού νεύρου, που έχουν σαν αποτέλεσμα την προοδευτική μείωση της ευαισθησίας των γαγγλιακών κυττάρων, την καταστροφή του οπτικού νεύρου και κατ΄ επέκταση του οπτικού πεδίου.
Η πάθηση αυτή αν δεν αντιμετωπισθεί έγκαιρα, καταλήγει σε τύφλωση που πρακτικά δεν είναι αναστρέψιμη. Για το λόγο αυτό συνιστάται σε άτομα άνω των 40 ετών τακτικός οφθαλμολογικός έλεγχος κάθε 1 – 2 χρόνια, που θα συμπεριλαμβάνει μέτρηση της πιέσεως και έλεγχο του οπτικού νεύρου, ενώ σε περιπτώσεις οικογενειακού ιστορικού γλαυκώματος ο έλεγχος πρέπει να γίνεται νωρίτερα, από την ηλικία των 35 ετών.
Γλαύκωμα: Ποιοι είναι οι παράγοντες κινδύνου;
- Ηλικία
Η συχνότητα του χρόνιου απλού γλαυκώματος αυξάνει με την ηλικία. Είναι ασυνήθιστο κάτω από την ηλικία των 40 αλλά η συχνότητά του αυξάνει στο 2% μετά την ηλικία των 40 και στο 4% του πληθυσμού μετά την ηλικία των 80 ετών - Φυλή
Οι μαύροι έχουν 4 φορές μεγαλύτερο κίνδυνο σε σχέση με τους λευκούς να πάθουν γλαύκωμα. Το γλαύκωμα που εμφανίζουν συνήθως είναι πιο επιθετικό και εμφανίζεται σε νεαρότερη ηλικία. Οι ασιάτες έχουν αυξημένο κίνδυνο να πάθουν γλαύκωμα κλειστής γωνίας. - Οικογενειακό ιστορικό
Άτομα με οικογενειακό ιστορικό γλαυκώματος έχουν περίπου 4 φορές μεγαλύτερο κίνδυνο να αναπτύξουν γλαύκωμα. - Διαθλαστικά προβλήματα
Οι μύωπες παρουσιάζουν αυξημένο κίνδυνο ν’ αναπτύξουν χρόνιο απλό γλαύκωμα και οι υψηλοί υπερμέτρωπες ν αναπτύξουν γλαύκωμα κλειστής γωνίας - Καρδιαγγειακοί παράγοντες
Οι πάσχοντες από ημικρανία, σύνδρομο Reynaud, υπόταση, σύνδρομο άπνοιας κατά τον ύπνο έχουν αυξημένο κίνδυνο να πάθουν γλαύκωμα(ιδιαίτερα γλαύκωμα φυσιολογικής πίεσης) - Λεπτός κερατοειδής
Ο κερατοειδής είναι ο διαφανής χιτώνας του ματιού μας που ευρίσκεται εμπρός από την ίριδα. Κερατοειδής λεπτότερος του μέσου όρου αποτελεί παράγοντα κινδύνου τόσο για την εμφάνιση όσο και για την εξέλιξη του γλαυκώματος. - Διαβήτης
Οι διαβητικοί παρουσιάζουν αυξημένο κίνδυνο να αναπτύξουν γλαύκωμα αν και δεν είναι ξεκάθαρο αν υπάρχει απ ευθείας σχέση μεταξύ τους.
Γλαύκωμα: Ποια είναι τα διαφορετικά είδη;
- Χρόνιο γλαύκωμα ανοικτής γωνίας
Η πιο συνηθισμένη μορφή γλαυκώματος. Η γωνία του προσθίου θαλάμου είναι ανοικτή, αλλά τα αποχετευτικά κανάλια ανεπαρκούν να διατηρήσουν την ισορροπία παραγωγής – αποχέτευσης του υδατοειδούς υγρού, με αποτέλεσμα τη σταδιακή αύξηση της ενδοφθάλμιας πίεσης. - Γλαύκωμα κλειστής γωνίας
Στην περίπτωση αυτή η πρόσβαση στη γωνία του προσθίου θαλάμου είναι κλειστή με αποτέλεσμα την αύξηση της πίεσης. Στην οξεία μορφή της νόσου η αύξηση είναι απότομα υψηλή με έντονα συμπτώματα, όπως πόνος, θόλωση της όρασης, ερυθρότητα του οφθαλμού και μερικές φορές ναυτία, και απαιτεί άμεση αντιμετώπιση. - Δευτεροπαθές γλαύκωμα
Η ενδοφθάλμια πίεση αυξάνεται ως αποτέλεσμα ύπαρξης άλλης οφθαλμικής νόσου. Συχνά αντιμετώπιση της πρωτοπαθούς νόσου οδηγεί σε πτώση της πίεσης. - Συγγενές γλαύκωμα
Είναι πολύ σπάνιο και εμφανίζεται σε μωρά και παιδιά μικρής ηλικίας, και συνήθως συνυπάρχει με άλλες ανωμαλίες του οφθαλμού. Είναι ο λόγος που ελέγχονται για γλαύκωμα τα νεογέννητα και όλα τα παιδιά κάθε ηλικίας.
Γλαύκωμα: Υπάρχουν συμπτώματα;
Ενώ το γλαύκωμα, δυστυχώς, δεν παρουσιάζει συχνά συμπτώματα, υπάρχουν μερικές ενδείξεις που θα πρέπει να σας θέσουν σε επαγρύπνηση. Τα σημάδια αυτά είναι:
- Θολερότητα (άλως) γύρω από τα φώτα. Το σύμπτωμα αυτό μπορεί να είναι πιο έντονο τη νύχτα κατά την οδήγηση. Ο ασθενής μπορεί να βλέπει «φωτοστέφανο» γύρω από τα φώτα στον δρόμο ή από τα φανάρια των διερχομένων οχημάτων.
- Ενδείξεις απώλειας της όρασης στο ένα ή και στα δύο μάτια. Ο ασθενής μπορεί να παρουσιάσει κάποιο «τυφλό» σημείο στο οπτικό πεδίο του (δεν θα βλέπει σε εκείνο το σημείο), μείωση της οπτικής οξύτητας (θα αρχίσει να μην βλέπει καλά) ή/και μείωση της περιφερειακής όρασης (θα βλέπει καλά όταν κοιτάζει ευθεία, αλλά όχι στα πλάγια).
- Πόνος ή αίσθημα πίεσης στο μάτι. Ο πόνος μπορεί να είναι οξύς ή διάχυτος, ενώ το αίσθημα πίεσης μπορεί να είναι γενικευμένο μέσα στο μάτι.
- Θόλωμα των ματιών ή του λευκού τμήματος των ματιών. Το θόλωμα αυτό θα είναι ευδιάκριτο όταν ο ασθενής κοιτάζεται στον καθρέφτη.
- Ναυτία, με ή χωρίς έμετο, που συνοδεύεται από κάποιο ή κάποια άλλα από τα ύποπτα συμπτώματα.
- Χρόνιο κοκκίνισμα των ματιών. Τα κόκκινα μάτια που μοιάζουν κουρασμένα για πολλές αλλεπάλληλες μέρες, αποτελούν μερικές φορές πολύ πρώιμη ένδειξη γλαυκώματος.
- Εμφάνιση δακτυλίων ουρανίου τόξου γύρω από τα φώτα. Το να βλέπει κανείς δακτυλίους με τα χρώματα του ουρανίου τόξου γύρω από τα φώτα μπορεί να αποτελεί ένδειξη οξέος γλαυκώματος και χρειάζεται άμεσο έλεγχο από τον οφθαλμίατρο.
- Έντονος και αιφνίδιος πονοκέφαλος, που συνοδεύεται από ένα ή περισσότερα από τα άλλα συμπτώματα. Χρειάζεται άμεσο έλεγχο από τον οφθαλμίατρο.
- Έντονος και απότομος πόνος στο μάτι, δίχως να υπάρχει αιτία. Και αυτό είναι ένα σύμπτωμα που χρειάζεται άμεσο έλεγχο από τον οφθαλμίατρο.
Γλαύκωμα: Πώς πραγματοποιείται η διάγνωση;
Στη συνηθισμένη οφθαλμολογική εξέταση περιλαμβάνονται:
- το ιατρικό και οικογενειακό ιστορικό του ελεγχομένου
- η μέτρηση της οπτικής οξύτητας
- η βιομικροσκόπηση
- η τονομέτρηση
- ο έλεγχος της γωνίας του προσθίου θαλάμου
- ο έλεγχος του οπτικού νεύρου με την βυθοσκόπηση
Θα πρέπει να γίνει κατανοητό ότι η απλή μέτρηση της ενδοφθάμιας πίεσης δε αρκεί για την ανίχνευση όλων των γλαυκωματικών ματιών καθότι το 15% περίπου δεν παρουσιάζει αυξημένη πίεση (γλαυκωμα χαμηλής πιέσεως).
Η παραπάνω εξετάσεις είναι απαραίτητες όχι μόνο γιατη διάγνωση του γλαυκώματος αλλά και την παρακολούθησή του.
Σε ύποπτες περιπτώσεις γίνονται συνήθως:
- έλεγχος οπτικού πεδίου
- τομογραφία οπτικού νεύρου (SLO)
- oπτική τομογραφία συνοχής νευρικών ινών, ωχράς και οπτικού νεύρου
- μέτρηση της ροής του αίματος του οπτικού νεύρου (BFA)
- παχομέτρηση του κερατοειδούς
Οι παραπάνω εξετάσεις είναι απαραίτητες όχι μόνο για τη διάγνωση του γλαυκώματος αλλά και την παρακολούθησή του.
Γλαύκωμα: Ποιες θεραπευτικές προσεγγίσεις υπάρχουν;
Για την αντιμετώπιση του γλαυκώματος χρησιμοποιούνται τα αντιγλαυκωματικά φάρμακα, τα Lasers και η μικροχειρουργική.
Συνήθως, η θεραπεία ξεκινά με αντιγλαυκωματικά κολλύρια ή ακόμα και με Laser σε επιλεγμένες περιπτώσεις. Οι ασθενείς θα πρέπει να γνωρίζουν ότι το γλαύκωμα είναι μια χρόνια νόσος και ότι θα πρέπει να χρησιμοποιούν τα κολλύρια εφ’ όρου ζωής, πολλές φορές ακόμα και μετά την εγχείρηση ή το Laser.
Το Laser όπως π.χ το Argon ή Yag Laser Τραμπεκουλοπλαστική μπορεί στις περισσότερες περιπτώσεις να ελαττώσει την πίεση, και να ελαφρύνει τη φαρμακευτική αγωγή είναι εξαιρετικά χρήσιμο παρ’ ότι στο 40 – 50% των ασθενών η δράση του δεν διαρκεί πάνω από 2-3 χρόνια.
Όταν δεν ρυθμίζεται ικανοποιητικά η ενδοφθάλμια πίεση ή όταν έχουμε προοδευτική επιδείνωση των οπτικών πεδίων και των άλλων παραμέτρων που αφορούν το γλαύκωμα, τότε καταφεύγουμε στην εγχείρηση. Το ποσοστό επιτυχίας αυτών των επεμβάσεων είναι αρκετά ικανοποιητικό.
Σε ιδιαίτερες περιπτώσεις, ή σε περιπτώσεις που αποτυγχάνουν οι συνήθεις επεμβάσεις για το γλαύκωμα, καταφεύγουμε σε εμφύτευση τεχνητής βαλβίδας παροχέτευσης του υγρού του ματιού.
Επιπλέον, σε βαριά περιστατικά υπάρχουν επεμβάσεις με Diode-LASER ή κρυοπηξία στο ακτινωτό σώμα που μειώνουν την παραγωγή υδατοειδούς υγρού.
Γλαύκωμα: Υπάρχουν τρόποι πρόληψης;
Η απώλεια της όρασης στο γλαύκωμα μπορεί ν αποφευχθεί με την έγκαιρη διάγνωση και θεραπεία της πάθησης. Όμως ακόμη και στις αναπτυγμένες δυτικές κοινωνίες τα μισά περίπου γλαυκώματα παραμένουν αδιάγνωστα καθώς το γλαύκωμα εμφανίζει συμπτώματα μόνο στα τελευταία στάδια της ασθένεια.
Οι ειδικοί τονίζουν πως η ποιότητα ζωής των ασθενών πλήττεται σοβαρά καθώς έχουν μειωμένη ικανότητα εκτέλεσης καθημερινών δραστηριοτήτων που περιλαμβάνουν την οδήγηση, τον εντοπισμό αντικειμένων, το ανεβοκατέβασμα σκάλας και την αναγνώριση προσώπων .