Η στηθάγχη είναι θωρακικός πόνος ή δυσφορία που προκαλείται από μειωμένη ροή αίματος και οξυγόνου στην καρδιά. Η στηθάγχη δεν είναι ασθένεια, είναι ένα σύμπτωμα που υποδηλώνει πρόβλημα στη καρδιά και αποτελεί την κυριότερη εκδήλωση της στεφανιαίας νόσου.
Συμβαίνει όταν στις στεφανιαίες αρτηρίες – οι οποίες δρουν ως σωλήνες καυσίμων για την παροχή αίματος στην καρδιά – συσσωρεύεται λίπος και χοληστερόλη στα εσωτερικά τοιχώματα τους, δημιουργώντας πλάκες που στενεύουν τον αυλό του αγγείου. Αυτό ονομάζεται αθηροσκλήρωση.
Αν μία ή περισσότερες αρτηρίες είναι εν μέρει φραγμένες, δεν μπορεί να περάσει αρκετό αίμα και τότε προκαλείται θωρακικός πόνος ή δυσφορία (στηθάγχη).
Η πιο επικίνδυνη επιπλοκή της αθηροσκλήρωσης είναι το έμφραγμα.
Στηθάγχη: Παράγοντες κινδύνου
Οι ακόλουθοι παράγοντες κινδύνου αυξάνουν τον κίνδυνο στεφανιαίας νόσου κι επομένως την εμφάνιση στηθάγχης:
- Κάπνισμα – παθητικό κάπνισμα
- Διαβήτης
- Υψηλή πίεση του αίματος
- Υψηλά επίπεδα χοληστερόλης ή τριγλυκεριδίων στο αίμα
- Παχυσαρκία
- Στρες
- Έλλειψη σωματικής άσκησης
- Ακατάλληλη διατροφή
- Μεγάλη ηλικία (ο κίνδυνος αυξάνεται για άνδρες μετά τα 45 και γυναίκες μετά τα 55)
- Κληρονομικό ιστορικό (αν μέλος της οικογένειας σας είχε σε νεαρή ηλικία στεφανιαία νόσο ή είχε πάθει έμφραγμα)
Στηθάγχη: Προειδοποιητικά συμπτώματα
Η στηθάγχη, λοιπόν, μπορεί να είναι προειδοποιητικό σύμπτωμα ενός βαρύτερου καρδιακού επεισοδίου (έμφραγμα). Εκτός από αυτό, μπορεί να παρουσιάζεται είτε ως :
1– Θωρακικός πόνος στο κέντρο του στήθους αλλά και ως συμπίεση-κάψιμο-δυσφορία.
Άλλα συνοδευτικά συμπτώματα που πρέπει να αξιολογηθούν είναι:
2– Κρύος ιδρώτας, ζάλη, ναυτία, τάση προς έμετο.
3– Πόνος στο λαιμό, σαγόνι, πλάτη.
4– Πόνος ή μούδιασμα στο άνω άκρο ή και στα δυο- στους ώμους.
5- Πόνος στο στομάχι- δυσκολία στην αναπνοή
6– Έντονη κόπωση.
Τα συμπτώματα αυτά, συνήθως, εμφανίζονται μετά από σωματική άσκηση ή συναισθηματική φόρτιση και σταματούν μετά από μερικά λεπτά ηρεμίας και ξεκούρασης.
Δραστηριότητες που μπορεί να πυροδοτήσουν στηθάγχη στην πράξη, είναι:
- Το ανέβασμα σκάλας ή το κουβάλημα πραγμάτων
- Η εργασία σε πολύ ζεστό ή κρύο περιβάλλον
- Μεγάλα και βαριά γεύματα
- Η συνουσία
- Το συναισθηματικό stress
- Η σωματική κόπωση
Στηθάγχη: Πότε πρέπει να αναζητήσετε άμεση ιατρική συμβουλή;
- Αν ο θωρακικός πόνος είναι ένα νέο σύμπτωμα για εσάς.
- Αν ο πόνος εμφανίζεται συχνά κυρίως κατά τη διάρκεια σωματικής κόπωσης ή έντονης συναισθηματικής φόρτισης.
- Αν ο πόνος κρατάει περισσότερο από λίγα λεπτά και δεν υποχωρεί με την ξεκούραση ή υποχωρεί και ξαναεμφανίζεται.
Στηθάγχη: Ποιες εξετάσεις μπορεί να χρειαστεί να γίνουν για τη διάγνωση της στηθάγχης;
- ΗΚΓ
- Ακτινογραφία θώρακος
- Αιματολογικός έλεγχος
- Triplex καρδιάς
- Δοκιμασίες κοπώσεως (κυλιόμενος τάπητας, stress echo, σπινθηρογράφημα μυοκαρδίου, stress MRI)
- Αξονική στεφανιογραφία
- Στεφανιαία αγγειογραφία-Καρδιακός καθετηριασμός
Στηθάγχη: Πρόληψη
Είναι απαραίτητο να:
- Διακόψετε το κάπνισμα και να αποφεύγετε το παθητικό κάπνισμα.
- Ακολουθείτε υγιεινή διατροφή με χαμηλή περιεκτικότητα σε κορεσμένα λιπαρά, trans λιπαρά και αλάτι.
- Ελέγχετε την υψηλή αρτηριακή πίεση και τα επίπεδα χοληστερόλης-τριγλυκεριδίων στο αίμα.
- Εάν είστε διαβητικοί, να ρυθμίζετε σωστά τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα.
- Αυξήσετε τη σωματική άσκηση, αφού όμως κάνετε καρδιολογικό έλεγχο και σύμφωνα με τις οδηγίες του ιατρού σας.
- Αποφεύγετε την έκθεση σε ακραίες θερμοκρασίες.
- Αποφεύγετε έντονες δραστηριότητες.
- Αναζητάτε τρόπους χαλάρωσης και διαχείρισης του άγχους.
- Περιορίστε την κατανάλωση αλκοολούχων ποτών.
- Κάνετε προληπτικό καρδιολογικό έλεγχο.
Στηθάγχη: Ποια είναι η κατάλληλη αντιμετώπιση;
Η θεραπεία των ασθενών με σταθερή στηθάγχη καθορίζεται μετά την πλήρη διερεύνηση του ασθενούς και τον καθορισμό του κινδύνου που διαθέτει από την νόσο, με βάση τις λειτουργικές δοκιμασίες και / ή στεφανιογραφία.
Οι στηθαγχικές προσβολές όταν εμφανίζονται αντιμετωπίζονται με υπογλώσσια χρήση νιτρογλυκερίνης και διακοπή της κόπωσης που προκαλεί την στηθάγχη. Ο ασθενής πρέπει να λαμβάνει υπογλώσσια νιτρογλυκερίνη σε καθιστικύα θέση, για την αποφυγή ζάλης και υπότασης όταν είναι σε όρθια θέση. Εάν παρά την χρήση νιτρογλυκερίνης η στηθάγχη επιμένει, ο ασθενής μπορεί μετά 10 λεπτά να επαναλάβει την χορήγηση υπογλωσσίως. Εάν η στηθάγχη επιμένει πέραν των 20 min πρέπει να κληθεί ο θεράπων ιατρός.
Η χρόνια φαρμακευτική αγωγή επί στηθάγχης έχει σαν στόχο την ελάττωση των αναγκών του μυοκαρδίου σε 02 και συνεπώς την ελάττωση των επεισοδίων στηθάγχης. Η σπουδαιότερη ομάδα φαρμάκων γι’ αυτό είναι η ομάδα των β-αναστολέων. Η χρήση τους οδηγεί σε ελάττωση της καρδιακής συχνότητας, της αρτηριακής πίεσης και της συσταλτικότητας του μυοκαρδίου, με αποτέλεσμα να μπορεί ο ασθενής να λειτουργήσει με μικρότερο καρδιακό έργο και συνεπώς στηθάγχη. Οι καρδιοεκλεικτικοί Β1 – αναστολείς συνήθης προτιμούνται. Χρόνια αντιστηθαγχική δράση επιτυγχάνεται επίσης με την χρησιμοποίηση μακράς διάρκειας νιτρωδών φαρμάκων παρόμοιας δράσης με την υπογλώσσια νιτρογλυκερίνη.
Τα νιτρώδη έχουν αντιστηθαγχική δράση λόγω της ελάττωσης της τελοδιαστολικής πίεσης της αριστερής κοιλίας και ελάττωση του μυοκαρδιακού τοιχωματικού stress, καθώς επίσης και λόγω της αγγειοδιασταλτικής τους δράσης στα επικαρδιακά στεφανιαία αγγεία. Ο δινιτρικός ή μονονιτρικός ισοσορβίτης είναι τα συχνότερα χρησιμοποιούμενα σκευάσματα.
Η τρίτη ομάδα αντιστηθαγχικών φαρμάκων περιλαμβάνει τους αναστολείς των διαύλων ασβεστίου στο μυοκάρδιο. Η δράση τους ποικίλει αναλόγως του σκευάσματος αλλά όλα τα σκευάσματα της ομάδος έχουν αγγειοδιασταλτική δράση, και μερικά ελαττώνουν την καρδιακή συχνότητα και συσταλτικότητα του μυοκαρδίου.
Επεμβατική θεραπεία
Σε ασθενείς με χρόνια στεφανιαία νόσο που έχουν στεφανιογραφηθεί, δύο είναι οι ενδείξεις και στόχοι της επεμβατικής θεραπείας είτε με εγχείρηση αορτοστεφανιαίας παράκαμψης ή αγγειοπλαστική. Πρώτον η ανακούφιση επιμένουσας στηθάγχης παρά μεγίστη φαρμακευτική αγωγή και δεύτερον η προσπάθεια βελτίωσης της πρόγνωσης του ασθενούς. Το είδος της επέμβασης (εγχείρηση ή αγγειοπλαστική) καθορίζεται από τα ευρήματα της στεφανιογραφίας.
Ασθενείς με νόσο του στελέχους >50% και νόσο 3 αγγείων με ελαττωμένη λειτουργικότητα της αριστεράς κοιλίας (κλάσμα εξώθησης <45%) πρέπει κατά κανόνα να οδηγούνται σε εγχείρηση αορτοστεφανιαίας παράκαμψης.
Ασθενείς με νόσο 1-, 2- ή και 3- αγγείων και καλή λειτουργία της αριστεράς κοιλίας μπορούν να αντιμετωπισθούν με αγγειοπλαστική ή και εγχείρηση όταν οι βλάβες δεν είναι κατάλληλες για αγγειοπλαστική. Η συμμετοχή του εγγύς τμήματος του προσθίου κατιόντα επί νόσου 3-αγγείων ή η ύπαρξη ολικής απόφραξης ενός αγγείου οδηγεί περισσότερο προς εγχείρηση.
Η ύπαρξη σακχαρώδους διαβήτη υπό θεραπεία και αυτή βαρύνει περισσότερο προς την εγχείρηση και όχι αγγειοπλαστική, αν και η απόφαση αυτή δεν είναι απόλυτη και πρέπει να εξατομικεύεται.
Το μεγαλύτερο κέρδος της χειρουργικής θεραπείας εμφανίζεται όταν χρησιμοποιούνται τουλάχιστον 1 αρτηριακό μόσχευμα (αριστερή έσω μαστική αρτηρία). Σε νεώτερα άτομα σήμερα γίνεται προσπάθεια να χρησιμοποιηθούν άνω του ενός αρτηριακά μοσχεύματα. Επίσης, η αγγειοπλαστική όπως εφαρμόζεται σήμερα περιλαμβάνει μία πληθώρα διαδερμικών τεχνικών με κύριο εκπρόσωπο την χρήση ενδοστεφανιαίας μόνιμης προθέσεως γνωστής σαν Stent.
Τέλος η θεραπεία της χρόνιας στηθάγχης περιλαμβάνει και μακροχρόνια προληπτικά μέτρα, όπως η χορήγηση αντιαιμοπεταλιακών φαρμάκων όπως η ασπιρίνη (160 mg ημερησίως) και η ελάττωση της χοληστερίνης με στατίνες. Η άσκηση, η διακοπή του καπνίσματος και η γενικότερη αλλαγή της συμπεριφοράς του ασθενούς παίζουν επίσης σημαντικό ρόλο.