Η 14η Φεβρουαρίου έχει καθιερωθεί ως η Παγκόσμια Ημέρα Συγγενών Καρδιοπαθειών.
Η ημέρα αυτή έχει σκοπό να ενημερώσει για την νόσο και να αποδώσει σεβασμό σε όλους τους ασθενείς και τις οικογένειες που έδωσαν την μάχη τους με αυτή την εκ γενετής ανωμαλία της καρδιάς. Η συγγενής καρδιοπάθεια είναι η πιο συχνή διαμαρτία της διάπλασης στα νεογνά. Περίπου 1:1000 παιδιά γεννιέται με συγγενή καρδιοπάθεια, που σημαίνει ότι κάτι συνέβη κατά την κατασκευή της καρδιάς ενδομήτρια, όπως «τρύπα» στην καρδιά, αναστροφή των αγγείων της καρδιάς κλπ.
Εντούτοις, με την έγκαιρη διάγνωση και αντιμετώπιση έχει γίνει εφικτό να επιτευχθεί πλήρης ίαση σε ποσοστό >90% των περιπτώσεων.
Ως εκ τούτου, είναι κρίσιμης σημασίας να υπάρχει επαρκής ιατρική εγρήγορση ώστε η διάγνωση να πραγματοποιηθεί όσο πιο πρώιμα γίνεται. Περαιτέρω,η επιστημονική, ψυχολογική, εκπαιδευτική και εργασιακή υποστήριξη είναι βασικοί πυλώνες της επιτυχημένης έκβασης και πορείας ζωήςτου κάθε ασθενούς.
Η αντιμετώπιση της συγγενούς καρδιοπάθειας
Η θεραπευτική αντιμετώπιση της συγγενούς καρδιοπάθειας έγκειται σε φαρμακευτική θεραπεία (ένα μεγάλο ποσοστό μπορεί να ιαθεί μετά τη γέννηση αυτόματα ή με την βοήθεια φαρμάκων), ή αλλιώς μέσω επεμβατικών καρδιολογικών πράξεων ή ανοικτών χειρουργείων καρδιάς. Οι επεμβάσεις πρέπει να γίνονται σε ειδικά κέντρα αντιμετώπισης συγγενών καρδιοπαθειών, όπου υπάρχει εξειδικευμένο και έμπειρο ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό.
Ο στόχος είναι η ίαση των μικρών ασθενών σε όσο πιο πρώιμο στάδιο γίνεται. Κατ’ αυτόν τον τρόπο το παιδί μπορεί να προχωρήσει αναπτυξιακά και γνωσιακά και να διάγει μία φυσιολογική παιδική ηλικία.
Μετά την ενηλικίωση, τα παιδιά που έχουν χειρουργηθεί στην παιδική ηλικία εξακολουθούν να παρακολουθούνται καρδιολογικά, καθώς ενδέχεται να αναπτύξουν αρρυθμίες, βαλβιδικές ανεπάρκειες ή καρδιακή ανεπάρκεια, σε περιπτώσεις όπου η διόρθωση δεν είναι πλήρης. Ο πληθυσμός των ενηλίκων με συγγενή καρδιοπάθεια έχει πλέον υπερκεράσει παγκοσμίως τον αντίστοιχο πληθυσμό των παιδιών, και ως εκ τούτου υπάρχει μεγάλη ανάγκη ύπαρξης τόσο εξειδικευμένων ιατρών, όσο και ειδικών κέντρων αντιμετώπισης.
Η ολιστική αντιμετώπιση του ασθενούς με Συγγενή Καρδιοπάθεια
Η φροντίδα του ασθενούς με συγγενή καρδιοπάθεια πρέπει να είναι ολιστική και να μην αφορά αποσπασματικά την αντιμετώπιση κάποιου μεμονωμένου προβλήματος ή επιπλοκής. Η συγγενής καρδιοπάθεια θεωρείται χρόνιο νόσημα και ο ασθενής έχει ανάγκη γενικότερης υποστήριξης. Συχνά χρειάζονται εξειδικευμένες εξετάσεις επαναλαμβανόμενες σε τακτά χρονικάδιαστήματα, και ως εκ τούτου, πρέπει να υπάρχει διαρκής ενημέρωση της ομάδας που έχει την συνολική εικόνα της φροντίδας του ασθενούς (continuityofcare).
Πέραν της ιατρικής αντιμετώπισης, κάποιοι ασθενείς με συγγενή καρδιοπάθεια ενδέχεται να έχουν ανάγκη υποστήριξης στην σχολική και πανεπιστημιακή εκπαίδευση, αλλά και στην εύρεση εργασίας.
Η Ελληνική Καρδιολογική Εταιρεία έχει εδώ και πολλά χρόνια αναγνωρίσει την σημασία και τις ανάγκες αυτής της ειδικής ομάδας του πληθυσμού και διοργανώνει δράσεις στατιστικών μελετών, ενημέρωσης και εκπαίδευσης Καρδιολόγων στις συγγενείς καρδιοπάθειες μέσω υποτροφιών, συνεδρίων και ειδικών μαθημάτων, αλλά και μέσω της συνεργασίας της με συλλόγους ασθενών και αντίστοιχες εταιρείες του εσωτερικού και του εξωτερικού.
Η συγγενής καρδιοπάθεια είναι μία νόσος που μπορεί να αντιμετωπιστεί στις περισσότερες περιπτώσεις πλήρως και η εγρήγορση μας πρέπει να είναι μεγάλη για να μην χαθεί χρόνος, ούτε στη διάγνωση, ούτε στην αντιμετώπιση.
Τα νοσοκομεία στα οποία μπορούν να απευθύνονται οι ασθενείς είναι:
Ωνάσειο Καρδιοχειρουργικό Κέντρο: υπεύθυνος κος Ιωάννης Παπαγιάννης
Νοσοκομείο «ΜΗΤΕΡΑ»: υπεύθυνη κα Αφροδίτη Τζίφα
ΠΑΙΔΩΝ ΑΓΙΑ ΣΟΦΙΑ: υπεύθυνος κος Ευάγγελος Καρανάσιος
ΠΑΙΔΩΝ ΑΓΛΑΙΑ ΚΥΡΙΑΚΟΥ υπεύθυνη κα Γεωργία Γρηγοριάδου
ΙΑΣΩ: υπεύθυνος κος Γεώργιος Τσαούσης
ΙΠΠΟΚΡΑΤΕΙΟ ΓΝΑ: υπεύθυνη κα Στέλλα Μπρίλη (τμήμα ενηλίκων)
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ «ΑΤΤΙΚΟΝ»: υπεύθυνη κα Αλεξάνδρα Φρογουδάκη (τμήμα ενηλίκων)
ΑΧΕΠΑ, Θεσσαλονίκη, για παιδιά και ενήλικες. Υπεύθυνοι Ανδρέας Γιαννόπουλος και Γιώργος Γιαννακούλας αντίστοιχα
Πηγή: vita.gr
Νόσοι της καρδιάς: Αυτό είναι το φαγητό που την καταπονά
Όσο και αν αγαπάτε το κόκκινο επεξεργασμένο κρέας θα πρέπει σιγά σιγά να έχετε δεύτερες σκέψεις, καθώς για να ζήσουμε όσο το δυνατόν περισσότερο θα πρέπει να κόψουμε αυτή τη αγαπημένη συνήθεια.
Παγκόσμια μελέτη επιστημόνων του Πανεπιστημίου McMaster βρήκε μια σύνδεση ανάμεσα στην κατανάλωση επεξεργασμένου κρέατος και τον υψηλότερο κίνδυνο καρδιαγγειακών παθήσεων, χωρίς, όμως, να ισχύει το ίδιο και για το μη επεξεργασμένο κόκκινο κρέας και τα πουλερικά.
Όπως αναφέρεται στη σχετική δημοσιευση στο American Journal of Clinical Nutrition, οι πληροφορίες προκύπτουν από τη διατροφή και τα αποτελέσματα υγείας 134.297 ανθρώπων από 21 χώρες των πέντε ηπείρων, τους οποίους παρακολούθησαν οι ερευνητές για δεδομένα σχετικά με την κατανάλωση κρέατος και τις καρδιαγγειακές ασθένειες.
Μετά την παρακολούθηση των συμμετεχόντων για σχεδόν μία δεκαετία, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι η κατανάλωση περισσότερων από 150 γραμμαρίων επεξεργασμένου κρέατος την εβδομάδα σχετιζόταν με 46% υψηλότερο κίνδυνο καρδιαγγειακών παθήσεων και 51% υψηλότερο κίνδυνο θανάτου σε σύγκριση με όσους δεν κατανάλωναν καθόλου επεξεργασμένο κρέας.
Ωστόσο, οι ερευνητές βρήκαν ότι η μέτρια κατανάλωση μη επεξεργασμένου κρέατος είχε ουδέτερη επίδραση στην υγεία.
«Τα στοιχεία για τον συσχετισμό ανάμεσα στην πρόσληψη κρέατος και τις καρδιαγγειακές παθήσεις δεν είναι σαφή, γι’αυτό και θελήσαμε να κατανοήσουμε καλύτερα τους συσχετισμούς ανάμεσα στην κατανάλωση μη επεξεργασμένου κόκκινου κρέατος, πουλερικών και επεξεργασμένου κρέατος με σοβαρά καρδιαγγειακά περιστατικά και θνησιμότητα», εξηγεί ο Romaina Iqbal, πρώτος συγγραφέας της μελέτης και αναπληρωτής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Aga Khan του Πακιστάν.
«Το σύνολο των διαθέσιμων δεδομένων υποδεικνύει ότι η κατανάλωση μέτριας ποσότητας μη επεξεργασμένου κρέατος ως κομμάτι ενός υγιεινού διατροφικού μοτίβου πιθανότατα δεν είναι επιβλαβής», αναφέρει με τη σειρά του ο Mahshid Dehghan, ερευνητής Ερευνητικού Ινστιτούτου για την Υγεία του Πληθυσμού (PHRI) του Πανεπιστημίου McMaster.
Η μελέτη Prospective Urban Rural Epidemiology (PURE) που ξεκίνησε το 2003 είναι η πρώτη πολυεθνική μελέτη που παρέχει πληροφορίες για τον συσχετισμό ανάμεσα στην κατανάλωση μη επεξεργασμένου και επεξεργασμένου κρέατος και τα αποτελέσματα υγείας ανθρώπων από χώρες χαμηλού, μεσαίου και υψηλού εισοδήματος.
«Η μελέτη PURE εξετάζει ενδελεχώς πιο ευρείς πληθυσμούς και μοτίβα διατροφής, δίνοντάς μας τη δυνατότητα να παράσχουμε νέα στοιχεία που διαχωρίζουν τις επιδράσεις του επεξεργασμένου και μη κρέατος», προσθέτουν οι επιστήμονες.
Σημειώνεται ότι οι διατροφικές συνήθειες των συμμετεχόντων καταγράφηκαν μέσω ερωτηματολογίων για την συχνότητα του φαγητού, ενώ συλλέχθηκαν, επίσης, και δεδομένα συλλέχθηκαν για την θνησιμότητά τους και σοβαρά καρδιαγγειακά περιστατικά. Αυτό επέτρεψε στους ερευνητές να προσδιορίσουν τους συσχετισμούς ανάμεσα στα μοτίβα κατανάλωσης κρέατος και τα καρδιαγγειακά περιστατικά και τη θνησιμότητα.
Οι συγγραφείς πιστεύουν ότι επιπλέον έρευνες μπορεί να βελτιώσουν τις τρέχουσες γνώσεις για τη σχέση ανάμεσα στην κατανάλωση κρέατος και τα αποτελέσματα υγείας, καθώς εν προκειμένω δεν ήταν σαφές το τι έτρωγαν αντί για κρέας οι συμμετέχοντες με χαμηλότερη πρόσληψη κρέατος και αν η ποιότητα αυτών των τροφίμων διέφερε από χώρα σε χώρα.
Τα υποκατάστατα τροφίμων που δεν περιλαμβάνουν κρέας μπορεί να έχουν επιπτώσεις στην περαιτέρω ερμηνεία των συσχετισμών μεταξύ της κατανάλωσης κρέατος και των αποτελεσμάτων υγείας. Παρόλα αυτά, οι συγγραφείς της μελέτης πιστεύουν ότι τα ευρήματά τους «υποδεικνύουν ότι ο περιορισμός της πρόσληψης επεξεργασμένου κρέατος θα πρέπει να ενθαρρυνθεί».