Απίστευτο: Με τι κακό συνδέεται ο μεσημεριανός ύπνος;

Νέα μελέτη δείχνει πώς ο τακτός μεσημεριανός ύπνος μπορεί να σάς θέσει σε υψηλότερο κίνδυνο για υψηλή αρτηριακή πίεση και εγκεφαλικό επεισόδιο, ίσως επειδή πολλοί άνθρωποι που παίρνουν αυτόν τον φαινομενικά αθώο υπνάκο μπορεί να τον χρειάζονται καθώς δεν κοιμούνται καλά κατά τη διάρκεια της νύχτας.

Ο μεσημεριανός ύπνος σε κάποιους ανθρώπους είναι αναγκαίος καθώς τους ξεκουράζει, αλλά νέα έρευνα δείχνει ότι οι άνθρωποι που συχνά κοιμούνται εκείνες τις ώρες έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα να αναπτύξουν υψηλή αρτηριακή πίεση ή να πάθουν ένα εγκεφαλικό επεισόδιο.

Η νέα μελέτη που αξιολογήθηκε από ομοτίμους, που δημοσιεύθηκε στο Hypertension, στο περιοδικό της American Heart Association, είναι η πρώτη που χρησιμοποίησε τόσο την ανάλυση παρατήρησης των συμμετεχόντων για μια σημαντική χρονική περίοδο όσο και τη μεντελική τυχαιοποίηση η οποία ενισχύει την εγκυρότητα της ανάλυσης, για να διερευνήσει εάν ο συχνός ύπνος συσχετίστηκε με υψηλή αρτηριακή πίεση και ισχαιμικό εγκεφαλικό επεισόδιο.

Ο ειδικός στον ύπνο Michael Grandner, συν-συγγραφέας στο τμήμα της καρδιαγγειακής υγείας του AHA, δήλωσε ότι η μελέτη απηχεί προηγούμενες έρευνες που δείχνουν ότι ο συχνός ύπνος κατά τις μεσημεριανές ώρες φαίνεται να ελλοχεύει αυξημένο κίνδυνο για καρδιακά προβλήματα. «Αυτό μπορεί να οφείλεται στο γεγονός ότι, αν και ο ύπνος κατά της μεσημβρινές ώρες δεν είναι επιβλαβής, πολλοί άνθρωποι που έχουν αυτή τη συνήθεια τον χρειάζονται καθώς δεν κοιμούνται επαρκώς τη νύχτα».

Η μελέτη

Οι ερευνητές εξέτασαν 358.451 συμμετέχοντες χωρίς υπέρταση ή εγκεφαλικό επεισόδιο από την UK Biobank, μια μεγάλη βάση δεδομένων που παρακολούθησε τους εν λόγω ανθρώπους στο Ηνωμένο Βασίλειο από το 2006 έως το 2010. Χρησιμοποιώντας αυτούς τους συμμετέχοντες, αναλύθηκε η σχέση μεταξύ του ύπνου και των αναφορών για την εμφάνιση ενός εγκεφαλικού επεισοδίου ή υψηλής αρτηριακής πίεσης, με μέση αναφορά παρακολούθησης περίπου τα 11 έτη. Οι συμμετέχοντες χωρίστηκαν σε ομάδες με βάση τις απαντήσεις που έδωσαν στα πλαίσια συνέντευξής τους απαντώντας στις ερωτήσεις «ποτέ/σπάνια», «μερικές φορές» ή «συνήθως».

Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι σε σύγκριση με τους ανθρώπους που ανέφεραν ότι δεν κοιμήθηκαν ποτέ το μεσημέρι, οι συμμετέχοντες που συνήθως κοιμούνται είχαν 12% μεγαλύτερη πιθανότητα να αναπτύξουν υψηλή αρτηριακή πίεση και 24% μεγαλύτερη πιθανότητα να πάθουν ένα εγκεφαλικό επεισόδιο. Οι ερευνητές διαπίστωσαν επίσης ότι οι συμμετέχοντες ηλικίας κάτω των 60 ετών που συνήθως κοιμόντουσαν είχαν 20% υψηλότερο κίνδυνο ανάπτυξης υψηλής αρτηριακής πίεσης σε σύγκριση με άτομα της ίδιας ηλικίας που δεν το έκαναν ποτέ. Μετά την ηλικία των 60 ετών, ο συνηθισμένος ύπνος συσχετίστηκε με 10% υψηλότερο κίνδυνο υψηλής αρτηριακής πίεσης σε σύγκριση με εκείνους που ανέφεραν ότι δεν κοιμήθηκαν ποτέ.

Ποιοι κοιμούνται περισσότερο το μεσημέρι;

Σύμφωνα με τη συγκεκριμένη μελέτη, ένα υψηλό ποσοστό ανθρώπων που κοιμούνται συστηματικά το μεσημέρι είναι άνδρες καπνιστές με χαμηλότερα επίπεδα εκπαίδευσης και εισοδήματος. Οι συγκεκριμένοι κατανάλωναν τακτικά αλκοόλ, έπασχαν από αϋπνία ενώ ροχάλιζαν την νύχτα. Η υψηλότερη συχνότητα ύπνου σχετιζόταν επίσης με τη γενετική τους τάση για υψηλό κίνδυνο αρτηριακής πίεσης.

Αυτά τα ευρήματα ήταν αξιόπιστα ακόμη και αφού οι ερευνητές απέκλεισαν άτομα υψηλού κινδύνου για υπέρταση, όπως εκείνα με διαβήτη τύπου 2, υπάρχουσα υψηλή αρτηριακή πίεση, υψηλή χοληστερόλη και διαταραχές ύπνου καθώς εργαζόντουσαν σε νυχτερινή βάρδια.

Αξιοσημείωτοι περιορισμοί στη μελέτη είναι ότι οι ερευνητές συνέλεξαν μόνο τη συχνότητα ύπνου κατά τη διάρκεια της ημέρας και όχι τη διάρκειά του, οπότε δεν υπάρχουν πληροφορίες σχετικά με το πώς ή αν η διάρκεια του ύπνου επηρεάζει την αρτηριακή πίεση ή τους κινδύνους εγκεφαλικού επεισοδίου. Επιπλέον, η συχνότητα του ύπνου δεν συμπεριλάμβανε αντικειμενικές μετρήσεις.

«Αυτά τα αποτελέσματα είναι ιδιαίτερα ενδιαφέροντα, καθώς εκατομμύρια άνθρωποι μπορεί να απολαμβάνουν έναν καθημερινό μεσημεριανό ύπνο», δήλωσε ο καθηγητής E. Wang, πρόεδρος του Τμήματος Αναισθησιολογίας στο Νοσοκομείο Xiangya Central South University.

Κοιμάσαι με το φως αναμμένο: Δες από τι κινδυνεύεις

Ακόμη και ο χαμηλός φωτισμός μπορεί να διαταράξει τον ύπνο, αυξάνοντας τον κίνδυνο σοβαρών προβλημάτων υγείας στους ηλικιωμένους, σύμφωνα με μια νέα μελέτη.

«Η έκθεση σε οποιαδήποτε ποσότητα φωτός κατά την περίοδο του ύπνου συσχετίστηκε με τον υψηλότερο επιπολασμό του διαβήτη, της παχυσαρκίας και της υπέρτασης τόσο στους ηλικιωμένους άνδρες όσο και στις γυναίκες», δήλωσε η βασική συγγραφέας Phyllis Zee, επικεφαλής της ιατρικής ύπνου στο Northwestern University Feinberg School of Medicine στο Σικάγο.

«Οι άνθρωποι θα πρέπει να κάνουν ό,τι μπορούν για να αποφύγουν ή να ελαχιστοποιήσουν την ποσότητα φωτός στην οποία που εκτίθενται κατά τη διάρκεια του ύπνου», πρόσθεσε.

Μελέτη που δημοσιεύθηκε πρόσφατα από τη Zee και τους συνεργάτες της εξέτασε τον ρόλο του φωτός στον ύπνο υγιών ενηλίκων στην ηλικία των 20. Αρκούσε μία νύχτα με χαμηλό φως, όπως αυτό που εκπέμπει μια τηλεόραση χωρίς ήχο για να αυξήσει τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα και τον καρδιακό ρυθμό των νέων κατά τη διάρκεια πειράματος στο εργαστήριο ύπνου.

Προηγούμενες μελέτες έχουν δείξει ότι ο αυξημένος καρδιακός ρυθμός τη νύχτα αποτελεί παράγοντα κινδύνου για μελλοντικές καρδιοπάθειες και πρόωρο θάνατο, ενώ τα υψηλότερα επίπεδα σακχάρου στο αίμα είναι σημάδι αντίστασης στην ινσουλίνη, η οποία μπορεί τελικά να οδηγήσει σε διαβήτη τύπου 2.

Το χαμηλό φως εισήλθε μέσω των βλεφάρων και διέκοψε τον ύπνο στους νεαρούς ενήλικες παρά το γεγονός ότι οι συμμετέχοντες κοιμόντουσαν με κλειστά μάτια, είπε η Zee. Ακόμη και αυτή η ελάχιστη ποσότητα φωτός δημιούργησε έλλειμμα ύπνου στη φάση REM (έχει προκύψει από τη φράση rapid eye movements που περιγράφει τις ταχύτατες κινήσεις που εκτελούν τα μάτια κατά τη φάση αυτή), στη διάρκεια της οποίας πραγματοποιείται η περισσότερη κυτταρική ανανέωση.

Η νέα μελέτη, επικεντρώθηκε σε ηλικιωμένους που ήδη διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο για διαβήτη και καρδιαγγειακές παθήσεις.

Οι ερευνητές θέλησαν να εξετάσουν αν υπάρχει διαφορά στη συχνότητα αυτών των ασθενειών που σχετίζονται με την έκθεση στο φως τη νύχτα.

Η νέα μελέτη πραγματοποιήθηκε σε πραγματικό περιβάλλον και όχι σε εργαστήριο ύπνου. Οι ερευνητές έδωσαν σε 552 άνδρες και γυναίκες μεταξύ 63 και 84 ετών έναν ακτιγράφο, μια μικρή συσκευή που φοριέται σαν ρολόι χειρός και μετρά τους κύκλους ύπνου, τη μέση κίνηση και την έκθεση στο φως.

«Στην πραγματικότητα μετράμε την ποσότητα φωτός στην οποία εκτίθεται το άτομο με έναν αισθητήρα στο σώμα του και το συγκρίνουμε με τη δραστηριότητά του στον ύπνο και την εγρήγορση σε μια περίοδο 24 ωρών», είπε η Ζι. «Αυτό που νομίζω ότι είναι διαφορετικό και αξιοσημείωτο στη μελέτη μας είναι ότι έχουμε πραγματικά αντικειμενικά δεδομένα με αυτήν τη μέθοδο».

Οι ερευνητές δήλωσαν έκπληκτοι όταν ανακάλυψαν ότι λιγότεροι από τους μισούς άνδρες και γυναίκες συμμετέχοντες στη μελέτη κοιμούνταν σταθερά στο σκοτάδι για τουλάχιστον πέντε ώρες κάθε μέρα.

«Πάνω από το 53% ήταν εκτεθειμένοι σε λίγο φως κατά τη διάρκεια της νύχτας», είπε. «Σε δεύτερη ανάλυση, βρήκαμε ότι όσοι ήταν εκτεθειμένοι σε περισσότερο φως τη νύχτα ήταν επίσης οι πιο πιθανό να πάσχουν από διαβήτη, παχυσαρκία ή υπέρταση».

Η Zee πρόσθεσε ότι οι άνθρωποι που κοιμόντουσαν με υψηλότερα επίπεδα φωτός είχαν περισσότερες πιθανότητες να πάνε για ύπνο αργότερα και να σηκωθούν αργότερα, και «ξέρουμε ότι όσοι κοιμούνται αργά τείνουν να έχουν επίσης υψηλότερο κίνδυνο για καρδιαγγειακές και μεταβολικές διαταραχές».

Τι να κάνετε

Για να μειώσετε τα επίπεδα φωτός τη νύχτα, τοποθετήστε το κρεβάτι σας μακριά από τα παράθυρα ή τοποθετήστε σκίαστρα που εμποδίζουν το φως.

Μην φορτίζετε υπολογιστές και κινητά τηλέφωνα στην κρεβατοκάμαρά σας, καθώς το μπλε φως που εκπέμπουν οι συσκευές αυτές μπορεί να διαταράξει τον ύπνο σας.

Εάν νιώθετε ότι το φως σας ενοχλεί, δοκιμάστε μια μάσκα ύπνου.

Εάν πρέπει να σηκωθείτε, μην ανάψετε τα φώτα, αν δεν είναι απαραίτητο.

Αν πηγαίνετε τακτικά τουαλέτα, τοποθετήστε κάποιο φωτάκι νυκτός πορτοκαλί ή κόκκινου χρώματος που είναι λιγότερο διεισδυτικό και διαταράσσει λιγότερο τον κιρκάδιο ρυθμό σε σχέση με το μπλε.

Τα ευρήματα της μελέτης δημοσιεύτηκαν στο επιστημονικό περιοδικό Sleep