Ιός RSV: Τα συμπτώματα του διαδεδομένου ιού

Ιός RSV: Πρόκειται για λοίμωξη της αναπνευστικής οδού. Ο αναπνευστικός συγκυτιακός ιός ή RSV είναι ένας πολύ κοινός ιός της βρεφικής και παιδικής ηλικίας, προκαλώντας βρογχιολίτιδα που μπορεί να οδηγήσει και σε πνευμονία.

Αποτελεί μάλιστα το σημαντικότερο αίτιο βρογχιολίτιδας τον πρώτο χρόνο ζωής του μωρού. Το ανησυχητικό είναι πως οι ερευνητές προσπαθούν εδώ και δεκαετίες να παρασκευάσουν ένα εμβόλιο που να προστατεύει παιδιά και ηλικιωμένους, οι οποίοι κινδυνεύουν περισσότερο.

Ο ιός διαρκεί συνήθως μία ή δύο εβδομάδες και τα περισσότερα παιδιά αναρρώνουν μόνα τους. Όμως αυτό δεν συμβαίνει πάντα καθώς ο RSV μπορεί να προκαλέσει πιο σοβαρές λοιμώξεις.

Ειδικά φέτος, που το ανοσοποιητικό των παιδιών έχει ατονήσει από τα μέτρα προστασίας λόγω της πανδημίας, την ίδια ώρα καταγράφεται έξαρση όλων των αναπνευστικών ιώσεων και της εποχικής γρίπης (μαζί με τον κορονοϊό).

Ιός RSV: Συμπτώματα

Τα συμπτώματα του RSV μπορεί να ξεκινήσουν από 2 έως και 8 ημέρες μετά την έκθεση στον ιό. Τα συμπτώματα περιλαμβάνουν κυρίως καταρροή, μειωμένη όρεξη, βήχα, φτέρνισμα, πυρετό και συριγμό. Αλλά στα βρέφη, μπορεί να εκδηλωθεί μόνο με μειωμένη δραστηριότητα, εκνευρισμό και προβλήματα αναπνοής.

Ένας τρόπος για να διακρίνουμε τον αναπνευστικό συγκυτιακό ιό από το κρυολόγημα είναι πως τα συμπτώματα του RSV συχνά εμφανίζονται σε φάσεις, αντί να εμφανίζονται ταυτόχρονα.

Ποιοι κινδυνεύουν πιο πολύ
Ο RSV μπορεί να αποτελέσει κίνδυνο για τον οποιονδήποτε, καθώς δεν υπάρχει αντίστοιχο εμβόλιο, αλλά ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι για τα παιδιά κάτω των 5 ετών, ειδικά για τα βρέφη κάτω του 1 έτους, καθώς και για τους ενήλικες άνω των 65 ετών. Οι ενήλικες που διατρέχουν επίσης κίνδυνο για σοβαρή λοίμωξη από RSV είναι όσοι έχουν χρόνια καρδιακή ή πνευμονοπάθεια ή εξασθενημένο ανοσοποιητικό σύστημα.

Τα συμπτώματα της γρίπης, του κορονοϊού και του RSV μπορεί να αλληλεπικαλύπτονται. Αλλά κάθε ιός μπορεί να περιλαμβάνει αναπνευστικά προβλήματα, τα οποία μπορεί να οδηγήσουν τις ευάλωτες ομάδες σε νοσηλεία.

Πνευμονία: Συμπτώματα – Πώς κολλάει, τι να προσέχεις

Η πνευμονία οφείλεται συνήθως σε βακτήρια, ιούς ή σπανιότερα σε μύκητες. Αναλόγως με τα μικρόβια που την προκαλούν και βάσει του τόπου όπου μολύνεται ο ασθενής, χωρίζεται σε πνευμονία κοινότητας και ενδονοσοκομειακή λοίμωξη.

Η πνευμονία κοινότητας είναι η πιο κοινή μορφή πνευμονίας. Συμβαίνει εκτός νοσοκομείου και μπορεί να οφείλεται σε:

  • Μικρόβια (σταφυλόκοκκος, στρεπτόκοκκος, πνευμονιόκοκκος, μυκόπλασμα, αιμόφιλος ινφλουέντσα)
  • Ιούς (ιλαρά, ανεμοβλογιά, έρπης ζωστήρας και άλλες παιδικές ασθένειες)
  • Ιό της γρίπης
  • Μύκητες (είναι πολύ σπάνιο)

Πνευμονία: Συμπτώματα

Η ενδονοσοκομειακή πνευμονία είναι μια λοίμωξη που συμβαίνει κατά τη διάρκεια της νοσηλείας ή τα πρώτα 24ωρα μετά την έξοδο ενός ασθενούς. Λόγω του ασθενούς ανοσοποιητικού τους οι ασθενείς είναι ευάλωτοι σε μικρόβια που υπάρχουν στα νοσοκομεία. Η ενδονοσοκομειακή πνευμονία μπορεί να είναι πιο βαριάς μορφής, επειδή τα βακτήρια που αναπτύσσονται είναι συνήθως πολυανθεκτικά στα αντιβιοτικά, καθιστώντας δύσκολη την απομάκρυνσή τους από τον οργανισμό. Υψηλότερο ακόμη κίνδυνο διατρέχουν άτομα τα οποία βρίσκονται υπό μηχανική αναπνευστική υποστήριξη και άτομα με χρόνια νοσηλεία.

Τα συνήθη συμπτώματα της πνευμονίας είναι:

  • Πυρετός
  • Ρίγη
  • Βήχας
  • Φλέματα
  • Αδιαθεσία
  • Κακουχία
  • Πόνος στο στήθος
  • Εφίδρωση

Σπανιότερα συμπτώματα είναι:

  • Αιμόπτυση
  • Ναυτία και εμετός
  • Πόνος στα πλευρά
  • Συριγμός
  • Πόνος στις αρθρώσεις
  • Σύγχυση σε ηλικιωμένους ανθρώπους

Τρόποι μετάδοσης της πνευμονίας

Οι τρόποι μετάδοσης της πνευμονίας εξαρτώνται από την αιτία πρόκλησής της. Οι ιογενείς πνευμονίες μεταδίδονται σαφέστατα πιο εύκολα από τις μικροβιακές. Ωστόσο, σημαντικό ρόλο παίζει και το αν ανήκουμε σε ευπαθείς ομάδες του πληθυσμού. Το άτομα με εξασθενημένο ανοσοποιητικό, πρέπει να προσέχουν περισσότερο (π.χ. άσθμα, καρδιαγγειακές νόσοι, ανοσοανεπαρκείς).

Γενικώς, επειδή πρόκειται για ένα μεταδιδόμενο νόσημα, μπορούμε να προφυλαχθούμε τηρώντας απλούς κανόνες υγιεινής και πρόληψης λοιμώξεων. Μερικοί είναι:

  • Όταν βήχουμε ή φτερνιζόμαστε καλύπτουμε το στόμα μας
  • Πλένουμε τακτικά τα χέρια μας
  • Πετάμε αμέσως το χαρτομάντιλο με το οποίο σκουπίζουμε τη μύτη μας
  • Αν είμαστε άρρωστοι να παραμένουμε στο σπίτι μέχρι την πλήρη ανάρρωσή μας
  • Χρήση μάσκας και γαντιών αν υπάρχει ασθενής στο σπίτι
  • Καλός αερισμός του χώρου

Οι τρόποι μετάδοσης είναι:

  • Μέσω της χρήσης κοινών αντικειμένων
  • Αν κάποιος άρρωστος βήξει ή φτερνιστεί δίπλα μας
  • Από μολυσμένες επιφάνειες
  • Από κλειστούς χώρους
  • Συγχρωτισμός με πολλούς ανθρώπους

Διάγνωση της πνευμονίας

Η διάγνωση της πνευμονίας γίνεται από τον πνευμονολόγο και επιβεβαιώνεται από απεικονιστικές (ακτινογραφία, αξονική θώρακος) και εργαστηριακές εξετάσεις (CRP, λευκά αιμοσφαίρια, καθίζηση). Απαιτείται κλινική εξέταση και έλεγχος για ακροαστικά. Αν υπάρχει η κλινική υποψία πνευμονίας θα χρειαστεί να γίνει αξονική τομογραφία ή ακτινογραφία. Επίσης, σε κάποιες περιπτώσεις θα χρειαστεί η λήψη φαρυγγικού επιχρίσματος για απομόνωση και έλεγχο του υπεύθυνου μικροβίου.

Θεραπεία και αντιμετώπιση της πνευμονίας

Η θεραπεία της πνευμονίας εξαρτάται από το υπεύθυνο αίτιο. Συνήθως χορηγείται αντιβιοτική αγωγή. Αν πρόκειται για ήπιας μορφής πνευμονία μπορεί να είναι αρκετό ακόμη και ένα φαρμακευτικό σχήμα 3 ημερών. Σε περιπτώσεις φυματίωσης η αντιβίωση χορηγείται για 9 μήνες. Όταν τα μικρόβια είναι ανθεκτικά, απαιτείται πολύμηνη θεραπεία με αντιβίωση. Στην περίπτωση του μικροβίου λεγιονέλλα (από τα κλιματιστικά) η θεραπεία που χορηγείται διαρκεί 20 μέρες.

Σε γενικές γραμμές η θεραπεία περιλαμβάνει αντιβιοτική αγωγή όταν πρόκειται για μικρόβιο και διαρκεί περίπου 7-15 ημέρες. Ο γιατρός λαμβάνει υπόψιν την κλινική εικόνα του ασθενή, το ιατρικό ιστορικό του και τις αιματολογικές και ακτινογραφικές εξελίξεις της πορείας της νόσου, ώστε να καθορίσει τη διάρκεια χορήγησης της θεραπευτικής αγωγής. Πολύ σημαντικό ρόλο παίζει η παρακολούθηση των δεικτών φλεγμονής.

Στις περιπτώσεις που υπεύθυνος για την πνευμονία είναι ένας ιός δεν υπάρχει κάποια συγκεκριμένη θεραπεία, γι’ αυτό και είναι συχνότερες οι επιπλοκές και συνιστάται όσοι ανήκουν σε ομάδες υψηλού κινδύνου να εμβολιάζονται. Συνήθως λαμβάνεται το tamiflu και συνιστάται στον ασθενή να ξεκουραστεί, να πιει άφθονα υγρά και να ακολουθεί υγιεινή, ελαφριά και βιταμινούχα διατροφή για λίγες μέρες. Χρειάζεται ο οργανισμός του ασθενή να βρει χρόνο να πολεμήσει μόνος του τον ιό.

Αν ο ασθενής νιώθει πόνο ή παρουσιάζει πυρετό συνιστάται η λήψη αντιπυρετικών και αναλγητικών φαρμάκων. Αν συνυπάρχει παραγωγικός βήχας συνιστάται αποχρεμπτικό σιρόπι.

Αν ο ασθενής που νοσεί ανήκει σε ευπαθή ομάδα, ο γιατρός είναι πιθανό να του συστήσει να νοσηλευτεί για να αποτραπεί ο κίνδυνος επιπλοκών.