Σιδηροπενική αναιμία στα παιδιά: Διάγνωση, αιτίες, πρόληψη

Ο σίδηρος είναι απαραίτητος για τη ζωή. Συμμετέχει σε πολλές βιοχημικές αντιδράσεις και είναι το βασικό στοιχείο της αιμοσφαιρίνης η οποία μεταφέρει το οξυγόνο στους ιστούς. Μειωμένες ποσότητες σιδήρου στον οργανισμό οδηγούν σε σιδηροπενική αναιμία.

Η σιδηροπενική αναιμία είναι η συχνότερη μορφή αναιμίας και η Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας εκτιμά ότι το ένα τέταρτο του πληθυσμού του πλανήτη παρουσιάζουν σιδηροπενική αναιμία και ο πιο ευάλωτος πληθυσμός είναι τα παιδιά προσχολικής ηλικίας και οι γυναίκες. Είναι ιδιαίτερα συχνή στις αναπτυσσόμενες χώρες της Ασίας και της Αφρικής. Στις ανεπτυγμένες χώρες η συχνότητά της μειώθηκε τα τελευταία χρόνια αλλά παρόλα αυτά παραμένει συχνή αιτία αναιμίας με αντίκτυπο σημαντικές συνέπειες στη σωματική και πνευματική υγεία των παιδιών.

Σιδηροπενική αναιμία: Ποια η συχνότητά και ποιες ηλικίες αφορά κυρίως

Είναι η συχνότερη μορφή αναιμίας. Στην Ελλάδα και στην Κύπρο περίπου το 30% των παιδιών ηλικίας 6 μηνών μέχρι 5 χρονών έχουν σιδηροπενική αναιμία, ενώ για τα παιδιά ηλικίας 6-17 χρονών το ποσοστό φτάνει το 20%. Εμφανίζεται πιο συχνά στα πρόωρα γιατί αυτά έχουν λιγότερα αποθέματα σιδήρου. Η ηλικία εμφάνισης της σιδηροπενικής αναιμίας εμφανίζει δύο αιχμές μία στην εφηβεία και μία μεταξύ 6 μηνών και 2 ετών. Οι έφηβοι έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα να παρουσιάσουν αναιμία, γιατί η ανάπτυξη του σώματος στην περίοδο αυτή είναι πολύ γρήγορη. Ιδιαίτερα στα κορίτσια, η πιθανότητα μεγαλώνει γιατί χάνουν αρκετό αίμα με την περίοδο τους. Επίσης τα παιδιά ηλικίας 1-2 χρόνων έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα να αναπτύξουν σιδηροπενική αναιμία, γιατί ενώ στην ηλικία αυτή ο ρυθμός ανάπτυξης είναι ακόμα γρήγορος, ο σίδηρος, που προσλαμβάνεται μέσα από τις τροφές, ελαττώνεται.

Ποια είναι τα αίτια της σιδηροπενικής αναιμίας στα παιδιά;

Το συχνότερο αίτιο της σιδηροπενικής αναιμίας είναι η μειωμένη πρόσληψη σιδήρου με τις τροφές. Άλλος μηχανισμός που μπορεί να οδηγήσει σε σιδηροπενία είναι καταστάσεις που οδηγούν σε μειωμένη απορρόφηση του σιδήρου από το έντερο όπως η κοιλιοκάκη, η νόσος του Crohn ή η χειρουργική αφαίρεση μέρους του λεπτού εντέρου. Μια άλλη βασική αιτία σιδηροπενικής αναιμίας είναι η χρόνια απώλεια αίματος κυρίως από το γαστρεντερικό σύστημα. Στα βρέφη συχνή αιτία μικροσκοπικής (δε φαίνεται με γυμνό μάτι) απώλειας αίματος είναι η αλλεργία στο γάλα αγελάδας.

Σε μεγαλύτερη ηλικία η κατανάλωση μεγάλης ποσότητας φρέσκου αγελαδινού γάλακτος προδιαθέτει στην εμφάνιση σιδηροπενίας γιατί το ασβέστιο του αγελαδινού γάλακτος εμποδίζει την απορρόφηση του σιδήρου. Σπανιότερες αιτίες χρόνιας απώλειας αίματος είναι η αιμορραγία από τη μεκκέλειο απόφυση (πρόκειται για τμήμα του εντέρου), η ιδιοπαθής πνευμονική αιμοσιδήρωση (πρόκειται για μικροαιμορραγία στους πνεύμονες λόγω βλάβης στα αγγεία αγνώστου αιτίας) και άλλα. Αρκετές καταστάσεις κατά την περιγεννητική περίοδο (λίγο πριν, κατά και μετά τον τοκετό) αυξάνουν τον κίνδυνο της σιδηροπενικής αναιμίας τους πρώτους τρεις με έξι μήνες ζωής και αυτό οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι οδηγούν σε μείωση των αποθεμάτων σιδήρου μετά τη γέννηση. Τέτοιες καταστάσεις είναι: η έλλειψη σιδήρου της μητέρας, εάν το βρέφος έχει γεννηθεί πρόωρα, εάν έχει συμβεί αιμορραγία στον τοκετό αλλά και η μειωμένη πρόσληψη σιδήρου από τη διατροφή του βρέφους.

Ποια είναι τα συμπτώματα της σιδηροπενικής αναιμίας;

Συνήθως τα παιδιά με ήπια σιδηροπενική αναιμία δεν παρουσιάζουν κάποιο σύμπτωμα και η διάγνωση γίνεται με βάση τις εργαστηριακές εξετάσεις. Τα βρέφη με σοβαρή αναιμία μπορεί να παρουσιάσουν λήθαργο, ωχρότητα (χλωμάδα), ανησυχία, ανορεξία και ταχύπνοια (γρήγορη αναπνοή). Εκτός από τα συμπτώματα της αναιμίας η σιδηροπενία ακόμα και χωρίς αναιμία μπορεί να προκαλέσει προβλήματα στη σωματική και πνευματική ανάπτυξη των παιδιών. Τα παιδιά είναι ευερέθιστα και παρουσιάζουν μαθησιακά προβλήματα. Μπορεί να παρουσιάσουν επίσης διαταραχές της συγκέντρωσης , της μνήμης και του ψυχισμού. Άλλες εκδηλώσεις είναι οι διαταραχές από το βλεννογόνο του στόματος όπως η γλωσσίτιδα (υπάρχει πόνος και κάψιμο στη γλώσσα) και η γωνιακή χειλίτιδα (κάψιμο και πόνος στη γωνία των χειλιών). Επίσης η παραμελημένη σιδηροπενία μπορεί να οδηγήσει σε κοιλωνυχία (τα νύχια αποκτούν κοίλη επιφάνεια και σπάζουν εύκολα). Μελέτες έχουν συσχετίσει τη σιδηροπενική αναιμία με αυξημένη ευαισθησία στις λοιμώξεις και εγκεφαλική θρόμβωση. Τέλος τα παιδιά με σιδηροπενική αναιμία μπορεί να εμφανίσουν μια κατάσταση που ονομάζεται Pica. Πρόκειται για επιθυμία για να φάνε μη τροφικές ουσίες όπως προϊόντα χαρτιού, πηλό, πάγο (παγοφαγία). Η κατάσταση αυτή υποχωρεί μετά τη θεραπεία με σίδηρο.

Πώς γίνεται η διάγνωση της σιδηροπενικής αναιμίας;

Η διάγνωση της σιδηροπενικής αναιμίας γίνεται με εξετάσεις αίματος. Στη γενική αίματος διαπιστώνεται χαμηλή αιμοσφαιρίνη, χαμηλός μέσος όγκος ερυθρών (MCV) και μέση πυκνότητα αιμοσφαιρίνης (MCH) και το εύρος κατανομής των ερυθρών (RDW) αυξάνει και αποτελεί πρώιμο δείκτη σιδηροπενίας.

Η φερριτίνη του ορού (ουσία που αντανακλά τις αποθήκες του σιδήρου) είναι χαμηλή και η σιδηροδεσμευτική ικανότητα του ορού είναι αυξημένη (TIBC). Βέβαια η φερριτίνη του ορού είναι πρωτεΐνη οξείας φάσης και μπορεί να βρεθεί ψευδώς αυξημένη διότι αυξάνει και σε άλλες καταστάσεις όπως χρόνιες φλεγμονώδεις παθήσεις, φλεγμονές και κακοήθειες.

Ποια η θεραπεία της σιδηροπενικής αναιμίας;

Η σιδηροπενική αναιμία θεραπεύεται με τη χορήγηση σιδήρου. Ο γιατρός σας, αφού κάνει τις απαιτούμενες εξετάσεις για να επιβεβαιώσει τη διάγνωση και την αιτία, θα σας συνταγογραφήσει να πάρετε σίδηρο από το στόμα. Χορηγείται σε δόση 3-6 mg/Kg μία ή δύο φορές την ημέρα αναλόγως της βαρύτητας της αναιμίας 30 με 45 λεπτά πριν τα γεύματα ή δύο ώρες μετά από το γεύμα. Η απορρόφηση του σιδήρου αυξάνεται εάν λαμβάνεται με ένα ποτήρι χυμό πορτοκάλι. Πρέπει να αποφεύγετε την ταυτόχρονη λήψη σιδήρου με γαλακτοκομικά προϊόντα διότι μειώνουν την απορρόφησή του και να λαμβάνετε τροφές πλούσιες σε σίδηρο όπως το κρέας, το ψάρι και τα πουλερικά. Να ξέρετε ότι ο σίδηρος μπορεί να προκαλέσει τα εξής προβλήματα:

• Να μαυρίσει τα κόπρανα του παιδιού.
• Να προκαλέσει δυσκοιλιότητα ή αντίθετα διάρροια.
• Να προκαλέσει εμετούς και πόνο στην κοιλιά.
•Ο σίδηρος που δίνεται σε σιρόπι μπορεί να προκαλέσει χρωματισμό των δοντιών και των ούλων. Αυτό αποτελεί προσωρινή κατάσταση και μειώνεται με το βούρτσισμα των δοντιών μετά τη λήψη του σιδήρου.
Οτιδήποτε σας ανησυχήσει, να ενημερώσετε αμέσως τον παιδίατρο του παιδιού σας.

Πότε δίνεται ο σίδηρος ενδοφλέβια;

Χορήγηση σιδήρου ενδοφλέβια γίνεται σε αρρώστους με σοβαρή επίμονη αναιμία που δεν μπορούν να λάβουν σίδηρο από το στόμα, ο οργανισμός τους δεν απορροφά το σίδηρο ή σε αυτούς που δεν συμμορφώνονται στη θεραπεία από του στόματος . Η χορήγηση σιδήρου ενδοφλέβια πρέπει να γίνεται με προσοχή διότι ενέχει τον κίνδυνο αναφυλαξίας (σοβαρής αλλεργικής αντίδρασης).

Απαιτείται μετάγγιση αίματος στη σιδηροπενική αναιμία;

Μετάγγιση αίματος σπάνια απαιτείται στη σιδηροπενική αναιμία ακόμη και σε τιμές αιμοσφαιρίνης 4 με 5 g/dl. Μεταγγίσεις απαιτούνται όταν οι ασθενείς παρουσιάζουν συμπτώματα καρδιακής ανεπάρκειας όπως ταχυκαρδία, ταχύπνοια (γρήγορη αναπνοή), υπνηλία ή διαταραχές στη σίτιση.

Πρέπει να γίνουν εξετάσεις ξανά σε ένα παιδί με σιδηροπενική αναιμία που άρχισε τη θεραπεία με σίδηρο;

Σε 4 βδομάδες πρέπει να ελέγχεται η αιμοσφαιρίνη του παιδιού και αναμένεται αύξηση της αιμοσφαιρίνης κατά 1g/dl. Στη συνέχεια ελέγχεται η αιμοσφαιρίνη κάθε δύο με τρεις μήνες μέχρι να φτάσει τη φυσιολογική τιμή για την ηλικία του παιδιού. Η χορήγηση του σιδήρου συνεχίζεται για ακόμη δύο μήνες μετά που η αιμοσφαιρίνη θα φτάσει τις φυσιολογικές τιμές.

Ποιοι πρέπει να εξεταστούν για σιδηροπενική αναιμία και πώς;

Πρόσφατα η Αμερικάνικη Ακαδημία Παιδιατρικής προτείνει τον έλεγχο των παιδιών για σιδηροπενική αναιμία στην ηλικία των 9 με 12 μηνών με γενική εξέταση αίματος και σε παιδιά 2 έως 5 ετών που είναι υψηλού κινδύνου με βάση το διαιτολόγιο τους εφόσον κριθεί απαραίτητο από τον παιδίατρό τους. Παράλληλα για σιδηροπενική αναιμία πρέπει να ελέγχονται παιδιά με χρόνιες φλεγμονώδεις νόσους, χρόνιες λοιμώξεις και χρόνιες διαταραχές του γαστρεντερικού συστήματος. Παιδιά με ιστορικό προωρότητας ή που γεννήθηκαν με χαμηλό βάρος γέννησης θεωρούνται υψηλού κινδύνου για την εμφάνιση σιδηροπενικής αναιμίας και πρέπει να ελέγχονται. Σε κάποιες περιπτώσεις εκτός από τη γενική αίματος γίνεται μέτρηση και της φερριτίνης του ορού (ουσία που αντιπροσωπεύει τις αποθήκες του οργανισμού σε σίδηρο).

Πρόληψη της σιδηροπενικής αναιμίας

Το κλειδί για τη μείωση της συχνότητας της σιδηροπενικής αναιμίας αποτελεί η πρόληψη με τον εντοπισμό των παιδιών που έχουν μειωμένα αποθέματα σιδήρου και αυτό γίνεται με τον προληπτικό έλεγχο που αναφέρθηκε πιο πάνω. Βέβαια για την πρόληψη της σιδηροπενικής αναιμίας καλό θα ήταν να εφαρμόζονται οι παρακάτω διαιτητικές οδηγίες:

• Για τελειόμηνα νεογνά (αυτά που γεννήθηκαν μετά τις 37 βδομάδες) συστήνεται αποκλειστικός μητρικός θηλασμός για 4 έως 6 μήνες.
• Για πρόωρα ή χαμηλού βάρους γέννησης νεογνά συστήνεται η χορήγηση στοιχειακού σιδήρου σε δόση 2mg/Kg την ημέρα ξεκινώντας από την ηλικία του ενός μηνός μέχρι τους 12 μήνες ζωής.
• Για βρέφη κάτω των 12 μηνών που δε θηλάζουν ή θηλάζουν μερικώς πρέπει να χορηγείται φόρμουλα γάλακτος με περιεκτικότητα σε σίδηρο 12 mg/L.
• Μετά την ηλικία των 6 μηνών προσθήκη στην διατροφή του βρέφους πολτοποιημένου κρέατος.
• Στην ηλικία των 6 μηνών προσθήκη στη διατροφή του βρέφους τροφές πλούσιες σε βιταμίνη C όπως εσπεριδοειδή, πράσινα λαχανικά, ντομάτα και δημητριακά εμπλουτισμένα με σίδηρο.
• Αποφυγή του φρέσκου αγελαδινού γάλακτος πριν την ηλικία των 12 μηνών.
• Τα παιδιά ενός έως π’εντε ετών δεν πρέπει να καταναλώνουν πάνω από 600ml γάλα την ημέρα

Αιτίες υποτροπιάζουσας ή ανθεκτικής σιδηροπενικής αναιμίας

• Μη συμμόρφωση στην αγωγή
• Δυσανεξία στα σκευάσματα σιδήρου που χορηγούνται από του στόματος (η χορήγηση σιδήρου από το στόμα προκαλεί γαστρεντερικά συμπτώματα σε 10 % των ασθενών)
• Απώλεια αίματος από το γαστρεντερικό σύστημα (αλλεργίας στο γάλα αγελάδας, παρασιτική λοίμωξη)
• Κοιλιοκάκη
• Χρόνιες φλεγμονώδεις νόσοι του εντέρου
• Πνευμονική αιμοσιδήρωση
• Σπάνιες μεταλλάξεις που αφορούν τη μεταφορά του σιδήρου
• Λάθος διάγνωση (θαλασσαιμία ή αναιμία χρόνιας νόσου)