Στέβια: Γλυκαντική ουσία με παρελθόν … και μέλλον

200 φορές πιο γλυκιά από την ζάχαρη είναι τα γλυκαντικά παράγωγα του φυτού που ονομάζεται στέβια . Βρίσκεται ελεύθερο στην φύση και καλλιεργείτε στην Λατινική Αμερική και πιο συγκεκριμένα Βραζιλία και Παραγουάη. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι ένα κουταλάκι του γλυκού στέβια έχει γλυκαντική αξία ισοδύναμη με ένα φλιτζάνι ζάχαρης, συνεπώς η χρήση της θα πρέπει να γίνεται με προσοχή. Τα προϊόντα στέβιας που υπάρχουν στο εμπόριο δεν περιέχουν συνήθως ολόκληρα φύλλα του φυτού αλλά το επεξεργασμένο εκχύλισμά τους

Η γλυκιά γεύση των φύλλων της είναι γνωστή εδώ και αιώνες στους ιθαγενείς της Νότιας Αμερικής που ξεκίνησαν να τη χρησιμοποιούν ως φυσικό γλυκαντικό. Τα τελευταία χρόνια το φυτό στέβια και τα γλυκαντικά που προέρχονται από τα φύλλα του τράβηξαν την προσοχή εξαιτίας της αυξημένης ζήτησης σε τρόφιμα χαμηλής περιεκτικότητας σε ζάχαρη και θερμίδες.

Περιέχει μια ουσία που ονομάζεται στεβιόζη ή στεβιόλη, η οποία έχει μεγαλύτερη γλυκαντική δύναμη από τη ζάχαρη. Τα συστατικά στα οποία οφείλεται η γλυκιά γεύση των φύλλων της στέβιας είναι η στεβιοσίδη και η ρεμπαουδιοσίδη-Α, τα οποία είναι 200-300 φορές γλυκύτερα από τη ζάχαρη, σταθερά στη θερμότητα και δεν αλλοιώνονται εύκολα . Η αξία του φυτού αυτού έγινε τόσο σημαντική γιατί μπορεί να γίνει και βιομηχανική εκμετάλλευσή του, αλλά και οικιακή παραγωγή .

Η στέβια μπορεί να χρησιμοποιηθεί φρέσκια, αλλά και αποξηραμένη, στο φαγητό, σε σαλάτες, σε γλυκά και σε ποτά. Η ποσότητα που απαιτείται είναι ελάχιστη εξαιτίας της μεγάλης γλυκαντικής της δύναμης, οπότε ουσιαστικά δεν προσθέτει θερμίδες στο σκεύασμα ή στο αφέψημα στο οποίο προστίθεται.

Οι γλυκοζίτες στεβιόλης έχουν μεγάλο μοριακό βάρος και  δεν απορροφώνται από τον οργανισμό για να αποδώσουν θερμίδες αλλά διέρχονται από το λεπτό έντερο τελείως ανέπαφα. Στο παχύ έντερο τα βακτήρια που υπάρχουν εκεί αποκόβουν τα γλυκοσίδια και η στεβιόλη απορροφάται μέσω της πυλαίας φλέβας. Μεταβολίζεται κυρίως στο συκώτι σχηματίζοντας μια ουσία που ονομάζεται γλυκουρονίδιο στεβιόλης η οποία κατά κύριο λόγο αποβάλλεται στα ούρα. Η έρευνα δείχνει ότι δεν υπάρχει συσσώρευση της στέβια (ή οποιοδήποτε υποπροϊόντος της) στο σώμα.

Η αντικατάσταση της ζάχαρης με στέβια έχει θετικές και αρνητικές επιδράσεις στην υγεία.

Στέβια: Τα οφέλη της χρήσης της

Ισχυρή γλυκύτητα : Τα ωμά φύλλα του φυτού στέβια είναι περίπου 40 φορές πιο γλυκά από τη ζάχαρη και η σκόνη που προκύπτει από την επεξεργασία των φύλλων είναι μέχρι και 200-300 φορές πιο γλυκιά από τη ζάχαρη. Συνεπώς, μια πολύ μικρή ποσότητα στέβιας είναι αρκετή για τις περισσότερες από τις συνταγές σας, άρα υπερβολές δεν χρειάζονται.

Στέβια και θερμίδες : Η κατεργασμένη ζάχαρη παχαίνει, δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία γι’ αυτό, καθώς περιέχει πολλές θερμίδες και δυστυχώς βρίσκεται στα περισσότερα από τα επεξεργασμένα τρόφιμα που αγοράζουμε. Κατά συνέπεια, ένα αρκετά μεγάλο ποσοστό ανθρώπων είναι παχύσαρκοι σήμερα λόγω της κατανάλωσης γλυκών, ανάμεσα τους και πολλά παιδιά που αποκτούν προβλήματα υγείας από πολύ μικρή ηλικία.

Φυσικά, όσο περνούν τα χρόνια η κατάσταση χειροτερεύει, γιατί τα ποσοστά της παχυσαρκίας και των κρουσμάτων διαβήτη αυξάνονται τόσο στους ενηλίκους όσο και στα παιδιά. Ευτυχώς, η στέβια είναι απαλλαγμένη από θερμίδες και δεν παχαίνει, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η κατανάλωσή της αδυνατίζει κιόλας. Ωστόσο, είναι σαφής η συνεισφορά ενός τέτοιου τροφίμου στη διατροφή και τη σιλουέτα μας.

Στέβια και δόντια : Όταν καταναλώνουμε ζάχαρη, ένα κολλώδες στρώμα βακτηρίων σχηματίζεται πάνω στα δόντια μας, προκαλώντας οδοντική πλάκα και προβλήματα στα δόντια μακροπρόθεσμα. Ουσίες όπως η ερυθριτόλη, η μαλτιτόλη και η σορβιτόλη είναι κοινά συστατικά στις τσίχλες και τις οδοντόκρεμες, γιατί τα οδοντικά βακτήρια δεν μπορούν να τις διαπεράσουν, άρα δεν έχουν πρόσβαση στα δόντια μας. Υπάρχει, ωστόσο, ένα μειονέκτημα με αυτές τις ουσίες: έχουν πολλές θερμίδες και κάποιες από αυτές έχουν και πολύ υψηλό γλυκαιμικό φορτίο που είναι επικίνδυνο για τους διαβητικούς. Επιπλέον, προκαλούν τυμπανισμό και αέρια σε ανθρώπους που έχουν ευαισθησία σε αυτές. Η στέβια όμως έχει τα ίδια οφέλη με τις προαναφερθείσες ουσίες, χωρίς τις παρενέργειες!

Στέβια και διαβήτης :  Ο λόγος για τον οποίο η ζάχαρη είναι τόσο κακό στοιχείο για τους διαβητικούς είναι διότι περιέχει μεγάλες ποσότητες υδατανθράκων, οι οποίοι σε ορισμένες περιπτώσεις βλάπτουν τους ανθρώπους με πρόβλημα στο ζάχαρο. Προκειμένου να είναι ξεκάθαρο ποιες τροφές είναι κατάλληλες και ποιες όχι για τους διαβητικούς, έχει δημιουργηθεί ένα σύστημα, το σύστημα του γλυκαιμικού δείκτη που εξυπηρετεί αυτήν την ανάγκη.

Η ουσία αυτού είναι ότι τροφές με γλυκαιμικό δείκτη κάτω από 50 είναι σχετικά ασφαλείς για τους διαβητικούς κι όσο χαμηλότερος ο δείκτης τόσο καλύτερα. Για παράδειγμα, ένα μήλο έχει γλυκαιμικό δείκτη 39, αλλά οι τηγανητές πατάτες 95 και η κατεργασμένη ζάχαρη 80, ενώ η στέβια 0, ναι μηδέν! Αυτό κάνει τη στέβια την καλύτερη επιλογή για ένα διαβητικό που δεν θέλει να αποκλείσει εντελώς τα γλυκά από τη ζωή του.

Στέβια και υπέρταση : Για πολλά χρόνια, οι γηγενείς της Νότιας Αμερικής χρησιμοποιούσαν στέβια για να γλυκάνουν το mate τους, που είναι ένα είδος τσαγιού. Εκτός όμως από το να δώσουν γλύκα στο ρόφημά τους, χρησιμοποιούσαν τη στέβια και για να ρίξουν την πίεση σε ανθρώπους που έπασχαν από υπέρταση.

Στις μέρες μας, οι γιατροί στη Νότια Αμερική συνταγογραφούν επισήμως φάρμακα που περιέχουν στέβια για να βοηθήσουν τους ασθενείς που πάσχουν από υπέρταση. Εκτεταμένες έρευνες έχουν δείξει έτσι κι αλλιώς ότι η στέβια δεν κατεβάζει την πίεση σε υγιείς ανθρώπους.

Στέβια και καντιντίαση : Η Candida albicans είναι ένα φυσικό είδος μύκητα που υπάρχει στο έντερο του κάθε ανθρώπου, αλλά σε ορισμένους ανθρώπους, οι μύκητες αυτοί μπορεί να αυξηθούν επικίνδυνα και ο οργανισμός να υποφέρει από μια μόλυνση που λέγεται καντιντίαση, που προκαλεί διάρροια, ναυτία και εμετό. Ο πιο σημαντικός υπαίτιος της καντιντίασης είναι η ζύμωση της ζάχαρης στο έντερο, γι’ αυτό και διάφορες διατροφές που δίνονται σε ανθρώπους με κάντιντα είναι απαλλαγμένες από ζάχαρη.

Η ωμή στέβια δεν μπορεί να ζυμωθεί από την Candida albicans και άρα δεν προκαλεί την ασθένεια, άρα οι πάσχοντες από καντιντίαση μπορούν χωρίς πρόβλημα να αντικαταστήσουν τη ζάχαρη με τη στέβια. Φυσικά, πάντοτε πρέπει να συμβουλευόμαστε το γιατρό μας για οποιαδήποτε αλλαγή στη διατροφή μας, καθώς και να είμαστε προσεκτικοί να χρησιμοποιούμε στέβια 100%, μιας και υπάρχουν προϊόντα στο εμπόριο που περιέχουν στέβια μαζί με άλλα γλυκαντικά.

Στέβια: Πιθανές Παρενέργειες

Σύμφωνα με τον Αμερικανικό Οργανισμό τροφίμων και Φαρμάκων (FDA), το επεξεργασμένο εκχύλισμα των φύλλων στέβιας θεωρείται ένα αρκετά ασφαλές υποκατάστατο της ζάχαρης κάτι που δεν ισχύει για τα φρέσκα φύλλα του φυτού.

Τα φρέσκα φύλλα του φυτού έχει αποδειχθεί ότι μπορούν να έχουν αρνητικές επιπτώσεις στα νεφρά, στο αναπαραγωγικό σύστημα και στο καρδιαγγειακό σύστημα. Ακόμη, είναι πιθανό η κατανάλωσή τους να μειώσει υπερβολικά πολύ την πίεσή ή να αλληλεπιδράσει με κάποια φαρμακευτική αγωγή.

Κλινικές μελέτες έδειξαν ότι η κατανάλωση στέβιας μπορεί να διαταράξει την χλωρίδα του εντέρου και να προκαλέσει δυσανεξία σε κάποια τρόφιμα, δυσαπορρόφηση κάποιων θρεπτικών συστατικών ή ακόμη και  μεταβολικές διαταραχές.

Σε κάποιους ανθρώπους η στέβια φαίνεται να προκαλεί διάφορα γαστρεντερικά προβλήματα όπως διάρροια, φούσκωμα ή τυμπανισμό.

Στέβια: Συνιστάμενα όρια

Ως μέγιστη ημερήσια συνιστώμενη δόση έχουν ορισθεί τα 4 mg ανά κιλό σωματικού βάρους την ημέρα, αν και είναι  αποδεκτό ότι και μεγαλύτερες ποσότητες είναι καλά ανεκτές διότι υπάρχει ένα μεγάλο όριο ασφαλείας. Το παραπάνω όριο ασφαλείας, αφορά τόσο ενήλικες όσο και παιδιά (με εξαίρεση βέβαια τα μωρά) και ισοδυναμεί με κατανάλωση εκχυλίσματος στέβιας 12 mg ανά κιλό σωματικού βάρους. Έτσι ένας άνθρωπος 70 κιλών μπορεί να λαμβάνει 70 x 12 = 840 mg στέβιας την ημέρα.