Βιταμίνη D: Η βιταμίνη του Ήλιου και που μας βοηθάει

Η βιταμίνη D μια λιποδιαλυτή βιταμίνη η οποία θεωρείται ταυτόχρονα και ορμόνη είναι υπεύθυνη για την σωστή ανάπτυξη των οστών μας και την καλή υγεία του σκελετού μας. Τα τελευταία όμως χρόνια αρκετές επιστημονικές μελέτες  αναβαθμίζουν  το σημαντικότατο ρόλο της βιταμίνης D στη συνολική υγεία του οργανισμού, καθώς έχει καταγραφεί πως βοηθά στην καλύτερη λειτουργία του ανοσοποιητικού, στον έλεγχο του σακχάρου αλλά και στην πρόληψη άλλων σοβαρών παθήσεων όπως διαφόρων μορφών καρκίνου, σκλήρυνσης κατά πλάκας, ψυχιατρικών νόσων, υπέρτασης, καθώς και άλλων ασθενειών.

Ο οργανισμός προσλαμβάνει τη βιταμίνη D κυρίως μέσω της δημιουργίας της στο δέρμα με την επίδραση της ηλιακής ακτινοβολίας (“βιταμίνη του ήλιου”). Μικρή ποσότητα μόνο μπορεί να προσλαμβάνεται από τις τροφές. Οι τροφές που περιέχουν βιταμίνη D είναι ορισμένα «λιπαρά» ψάρια (σολομός, σκουμπρί, τόνος, μπακαλιάρος, πέστροφα, σαρδέλες), το μουρουνέλαιο, τα αυγά (κρόκος), το βοδινό συκώτι, οι γαρίδες, το σέλερι και τα δημητριακά ολικής άλεσης.

Η σύνθεση της βιταμίνης D στο δέρμα εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, εκ των οποίων οι κυριότεροι αναφέρονται παρακάτω:

  • Η ηλικία : η ικανότητα παραγωγής βιταμίνης D από τον οργανισμό μειώνεται με την ηλικία
  • Η εποχή του χρόνου : το χειμώνα η παραγωγή της ελαττώνεται, επειδή η ηλιοφάνεια είναι μικρότερη
  • Το γεωγραφικό πλάτος : γεωγραφικό πλάτος μεγαλύτερο από 35° σχετίζεται με μικρότερη παραγωγή βιταμίνης D, γιατί οι ακτίνες του ήλιου δεν πέφτουν κάθετα στη γη.
  • Το χρώμα του δέρματος : η σύνθεσή της είναι μικρότερη στα σκουρόχρωμα δέρματα, καθώς η μελανίνη δρα σαν φραγμός για την υπεριώδη ακτινοβολία.
  • Η χρήση αντηλιακών προϊόντων, τα οποία εμποδίζουν τη σύνθεσή της.
  • Αλλοι περιβαλλοντικοί παράγοντες όπως η μόλυνση της ατμόσφαιρας και η τρύπα του όζοντος, οι οποίοι δρουν αρνητικά

Στην Ελλάδα, όπως και σε άλλες μεσογειακές χώρες, δε θα περίμενε κανείς να υπάρχει έλλειψη της βιταμίνης D, λόγω της μεγάλης ηλιοφάνειας.

Βιταμίνη D: Αιτίες ανεπάρκειας

Μελέτες όμως έχουν δείξει ότι τα επίπεδα βιταμίνης D τόσο στον ελληνικό πληθυσμό, όσο και σε άλλους μεσογειακούς λαούς, πολύ συχνά είναι χαμηλότερα από τα φυσιολογικά και η ανεπάρκεια βιταμίνης D είναι συνηθέστερη από στις βορειότερες χώρες. Πρόσφατη μελέτη στον Ελληνικό πληθυσμό ανέδειξε πως το 57,7% έχει έλλειψη βιταμίνης D.

Οι σημαντικότερες αιτίες για αυτό το φαινόμενο είναι οι παρακάτω :

  1. Το γεωγραφικό πλάτος της Ελλάδας (34°-41°), που δεν επιτρέπει επαρκή υπεριώδη ακτινοβολία, ιδίως τους χειμερινούς μήνες.
  2. Το πιο σκούρο χρώμα του δέρματος
  3. Ενδεχομένως γενετική προδιάθεση
  4. Οι κάτοικοι των βορειότερων χωρών της Ευρώπης καταναλώνουν μεγαλύτερες ποσότητες λιπαρών ψαριών, πλούσιων σε βιταμίνη D. Αντίθετα, στην Ελλάδα, η κύρια πηγή λιπαρών είναι το ελαιόλαδο, το οποίο περιέχει μικρότερη ποσότητα βιταμίνης D.

Βιταμίνη D: τα οφέλη για τον οργανισμό

Έχει τεκμηριωθεί η σημαντική συμβολή της στη σωστή ανάπτυξη και την προαγωγή της υγείας του σκελετού μας. Η σοβαρή έλλειψή της οδηγεί σε χαμηλά επίπεδα ασβεστίου και φωσφόρου στο αίμα, ραχίτιδα στα παιδιά ( πάθηση που οδηγεί σε παραμόρφωση των οστών και καθυστέρηση της ανάπτυξης), οστεομαλακία και οστεοπόρωση – κατάγματα στους ενήλικες.

Επίσης, τα άτομα με χαμηλή βιταμίνη D παρουσιάζουν αυξημένη συχνότητα πτώσεων. Τα παραπάνω έχουν τεκμηριωθεί με πλήθος καλά σχεδιασμένων μελετών. 

Τα τελευταία όμως χρόνια πλήθος επιστημονικών μελετών υπογραμμίζουν το σημαντικό ρόλο της βιταμίνης Dόχι μόνο στη σκελετική, αλλά και στη συνολική υγεία του οργανισμού, καθώς βοηθά στη μείωση των φλεγμονών, στην καλή ρύθμιση και ενδυνάμωση του ανοσοποιητικού συστήματος, στην ανάπτυξη των κυττάρων και στη ρύθμιση του μεταβολισμού.

Υπάρχουν ενδείξεις ότι η ανεπάρκειά της μπορεί να σχετίζεται με αύξηση του κινδύνου για αρκετές παθήσεις, όπως διάφορες κακοήθειες (μαστού, μήτρας, ωοθήκης, κύστεως),    αυτοάνοσα νοσήματα (συστηματικός ερυθηματώδης λύκος, ρευματοειδής αρθρίτις), φλεγμονώδεις (νόσος Crohn, φυματίωση) και νευρολογικές παθήσεις (νόσος Parkinson, σχιζοφρένια, κατάθλιψη, σκλήρυνση κατά πλάκας), καρδιαγγειακά νοσήματα (υπέρταση, αρτηριοσκλήρυνση, έμφραγμα), ενδοκρινικές διαταραχές (σακχαρώδης διαβήτης, παχυσαρκία). Ωστόσο, για τα παραπάνω υπάρχουν κυρίως επιδημιολογικά δεδομένα και χρειάζονται περαιτέρω μελέτες, για πλήρη τεκμηρίωση των παραπάνω στοιχείων.

Βιταμίνη D: Αντιμετώπιση της έλλειψης

Φαίνεται πως μόνο η πρόσληψη με το φαγητό δεν είναι αρκετή, καθώς ελάχιστες φυσικές τροφές περιέχουν επαρκή ποσότητα βιταμίνης, ενώ και οι εμπλουτισμένες τροφές συνήθως δεν μπορούν από μόνες τους να καλύψουν πλήρως τις ημερήσιες ανάγκες. Έτσι, συνίστανται  η έκθεση στον ήλιο, με καλύτερη ώρα το μεσημέρι (μεγαλύτερη αναλογία UVB/UVA ακτινοβολία).

.Έκθεση του 18% του σώματος  (άνω- κάτω άκρα, πρόσωπο) στο ηλιακό φως,   για 10-15 λεπτά από τις 10 πμ μέχρι τις 2 μμ, χωρίς αντηλιακό, τρεις  φορές την εβδομάδα θεωρείται  ικανό χρονικό διάστημα για να παράσχει στον οργανισμό την απαιτούμενη ποσότητα βιταμίνης D.

Βέβαια, υπάρχουν προβληματισμοί όσον αφορά στην έκθεση στην ηλιακή ακτινοβολία και την πρόκληση καρκίνου του δέρματος. Η παρατεταμένη έκθεση στην ηλιακή ακτινοβολία πρέπει να αποφεύγεται, ιδίως στην παιδική ηλικία. Φαίνεται, πάντως, ότι η χρόνια – όχι έντονη – έκθεση στο ηλιακό φώς δεν είναι παράγων κινδύνου για εμφάνιση μελανώματος – αντίθετα ίσως είναι προστατευτική.Στις περιπτώσεις που οι ανάγκες του οργανισμού δεν καλύπτονται, χορηγείται βιταμίνη D από το στόμα.

Στη χώρα μας κυκλοφορούν πολλά σκευάσματα βιταμίνης D, σε μορφή χαπιών ή σταγόνων, σε πολλές δοσολογίες. Επίσης, βιταμίνη D βρίσκουμε και σε πολλά συμπληρώματα διατροφής, μαζί με άλλες βιταμίνες. Υπάρχουν ακόμη και σκευάσματα βιταμίνης D μαζί με ασβέστιο.