Ουρικό οξύ: Φυσιολογικές τιμές – Τροφές που το ανεβάζουν και το ρίχνουν

Το ουρικό οξύ είναι μία ουσία που παράγεται στον οργανισμό από το μεταβολισμό των πουρινών. Οι πουρίνες παράγονται είτε από τον ίδιο τον οργανισμό είτε λαμβάνονται μέσω συγκεκριμένων τροφών. Αν αυξηθεί πολύ το επίπεδο του ουρικού οξέος στο αίμα παρουσιάζεται μία κατάσταση που λέγεται υπερουριχαιμία. Το όριο για να θεωρηθούν αυξημένες οι τιμές του ουρικού οξέος είναι >6,8 mg/dl.

Μόλις παραχθεί το ουρικό οξύ μεταφέρεται μέσω του αίματος στους νεφρούς, όπου φιλτράρεται και αποβάλλεται στα ούρα. Περίπου 1 στους 5 ανθρώπους έχει υψηλό επίπεδο ουρικού οξέος, δηλαδή πάνω από την ανώτερη φυσιολογική τιμή. Αυτή η υψηλή τιμή μπορεί να σχετίζεται με αρθρίτιδα ή με νεφρολιθίαση. Οι περισσότεροι άνθρωποι είναι ασυμπτωματικοί.

Οι κρύσταλλοι ουρικού οξέος που προκαλούν τους πόνους της ουρικής αρθρίτιδας είναι αποτέλεσμα της διάσπασης των πουρινών, χημικών ουσιών που βρίσκονται στο DNA. Η διάσπαση των πουρινών είναι μια φυσιολογική διαδικασία που συμβαίνει κατά τον μεταβολισμό των κυττάρων αλλά και μετά την κατανάλωση τροφών που περιέχουν πουρίνες. Όταν ο οργανισμός αδυνατεί να διαχειριστεί το ουρικό οξύ που παράγεται από τη διάσπαση των πουρινών, τότε εκδηλώνεται η ουρική αρθρίτιδα.

Ουρικό οξύ: Αίτια και Συμπτώματα

Τις περισσότερες φορές το υψηλό επίπεδο ουρικού οξέος είναι απόρροια της μη αποβολής του με αποτελεσματικό τρόπο από τους νεφρούς. Παράγοντες που δυσχεραίνουν την αποβολή του είναι η κακή διατροφή, η παχυσαρκία, ο σακχαρώδης διαβήτης, η λήψη συγκεκριμένων διουρητικών και η κατάχρηση αλκοόλ.

Συνοπτικά, το υψηλό επίπεδο ουρικού οξέος μπορεί να επιδεινώνεται λόγω των παρακάτω αιτιών:

  • Διουρητικά
  • Κατάχρηση αλκοόλ
  • Γενετική προδιάθεση
  • Υποθυρεοειδισμός
  • Ανοσοκατασταλτικά φάρμακα
  • Παχυσαρκία
  • Ψωρίαση
  • Στεφανιαία νόσος
  • Υπέρταση
  • Διατροφή πλούσια σε πουρίνες (συκώτι, σαρδέλες, σάλτσα, αποξηραμένα φασόλια, αρακάς, μανιτάρια, αντζούγιες)
  • Νεφρική ανεπάρκεια
  • Σύνδρομο λύσης όγκου (αιφνίδια απελευθέρωση κυττάρων στο αίμα που οφείλεται σε διάφορους καρκίνους ή σε χημειοθεραπεία)
  • Χημειοθεραπεία ή ακτινοθεραπεία

Δεν είναι σαφές αν οι ασθενείς θα εκδηλώσουν κάποιο εμφανές σύμπτωμα, ώστε να αντιληφθούν ότι έχουν αυξημένο ουρικό οξύ. Αν εμφανιστούν συμπτώματα τότε αυτά μπορεί να οφείλονται σε: σχηματισμό τόφων (κρύσταλλοι ουρικών αλάτων σε περιοχές του σώματος όπως οι χόνδροι, οι αρθρώσεις, οι τένοντες, τα οστά και οι νεφροί), σχηματισμό λίθων στους νεφρούς και σε ουρική αρθρίτιδα (φλεγμονή, πρήξιμο και ερυθρότητα στην άρθρωση).

Ουρικό οξύ: Ουρική αρθρίτιδα και συμπτώματα

Η αύξηση του ουρικού οξέος ( δηλαδή υπερουριχαιμία) στο αίμα μπορεί να εκδηλωθεί με τη μορφή αρθρίτιδας, γνωστή ως ουρική αρθρίτιδα. Περίπου το 10% – 15% των ατόμων με συνεχή ασυμπτωματική υπερουριχαιμία, δηλαδή με χρόνια και ιδιαιτέρως αυξημένα επίπεδα ουρικού οξέος στο αίμα, θα παρουσιάσουν τελικά ουρική αρθρίτιδα. Αυτό μπορεί να γίνει και μετά από δεκαετίες, ενώ δεν είναι πλήρως γνωστός ο λόγος που μόνο αυτό το μικρό ποσοστό θα αναπτύξει τελικά αρθρίτιδα Η αυξημένη συγκέντρωση του ουρικού οξέος στο αίμα έχει ως αποτέλεσμα την εναπόθεση στην επιφάνεια του αρθρικού χόνδρου κρυστάλλων.

Οι κρύσταλλοι αυτοί αποτελούνται από ουρικό μονονάτριο, ένας άλας του ουρικού οξέος. Η άρθρωση που προσβάλλεται συχνότερα είναι η 1η μεταταρσιοφαλαγγική, δηλαδή η άρθρωση στη βάση του μεγάλου δακτύλου του ποδιού. Επίσης μπορούν να προσβληθούν τα γόνατα, η ποδοκνημική άρθρωση (αστράγαλος) και σπανιότερα αρθρώσεις του χεριού, οι καρποί και οι αγκώνες.

Τα πιθανά συμπτώματα που θα εμφανιστούν είναι :

  • Πόνος στις αρθρώσεις που έχουν προσβληθεί. Ο πόνος είναι συνήθως εντονότερος τις πρώτες 4-10 ώρες από την εμφάνισή του.
  • Έντονη ευαισθησία στις αρθρώσεις. Εφόσον ο πόνος υποχωρήσει, η ευαισθησία μπορεί να διαρκέσει από μερικές μέρες μέχρι και μερικές εβδομάδες.
  • Ερυθρότητα των αρθρώσεων
  • Φλεγμονή
  • Οίδημα και διόγκωση των αρθρώσεων
  • Περιορισμένη κινητικότητα, εντονότερη όσο η ουρική αρθρίτιδα προχωράΣε γενικές γραμμές, το κρέας και τα θαλασσινά μπορεί να αυξήσουν το ουρικό οξύ και τον κίνδυνο ουρική αρθρίτιδα .Τα γαλακτοκομικά προϊόντα μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο αυτό.

Ουρικό οξύ: Τροφές που καλό θα ήταν να περιορίσετε

Κόκκινο κρέας

Όλες οι ζωικές πηγές πρωτεΐνης είναι πλούσιες σε πουρίνες. Σύμφωνα με μελέτη στην επιθεώρηση New England Journal of Medicine, όσοι καταναλώνουν κόκκινο κρέας δύο φορές τη βδομάδα είναι 50% πιο πιθανό να εμφανίσουν ουρική αρθρίτιδα σε σχέση με όσους περιορίζουν την κατανάλωση σε λιγότερο από μία φορά τον μήνα.

Θαλασσινά

Αρκετά θαλασσινά, όπως οι γαρίδες και ο αστακός, έχουν μεγάλη περιεκτικότητα σε πουρίνες, γι’ αυτό και πρέπει να καταναλώνονται σε μικρές μόνο ποσότητες και όχι πολύ συχνά.

Μπύρα

Τα περισσότερα αλκοολούχα ποτά περιέχουν πουρίνες, ωστόσο η μπίρα έχει πολύ περισσότερες σε σχέση με τα καθαρά ποτά και το κρασί.

Αναψυκτικά και χυμοί φρούτων

Η φρουκτόζη, ο τύπος ζάχαρης που βρίσκεται στα φρούτα αλλά και σε ορισμένα αναψυκτικά, είναι συχνά επιβαρυντική για όσους πάσχουν από ουρική αρθρίτιδα. Τα φρούτα ωστόσο δεν έχουν την ίδια αρνητική επίδραση, πιθανώς λόγω των φυτικών ινών που παρέχουν.

Επεξεργασμένα τρόφιμα

Τόσο τα πρόχειρα γεύματα όσο και επεξεργασμένα προϊόντα, όπως τα λευκά μακαρόνια, τα μπισκότα και τα γλυκά, αυξάνουν τα επίπεδα ουρικού οξέος κι έτσι συχνά πυροδοτούν μια επίπονη κρίση ουρικής αρθρίτιδας.

Σπαράγγια

Είναι από τα λίγα λαχανικά που πρέπει να αποφεύγουν οι πάσχοντες από ουρική αρθρίτιδα λόγω της ασυνήθιστα υψηλής περιεκτικότητάς τους σε πουρίνες.

Ουρικό οξύ: Επιγραμματικός οδηγός διατροφής

Τα τρόφιμα που είναι πλούσια σε πουρίνες και πρέπει να αποφεύγονται τόσο σε οξεία φάση όσο και σε φάση ύφεσης είναι:
  • Εντόσθια (συκώτι μυαλά, νεφρά), ζωμός κρέατος, γλυκάδια
  • Κρέας από κυνήγι και ζωμός κρέατος
  • Αμύγδαλα
  • Θαλασσινά (μύδια, χτένια αυγοτάραχο)
  • Μικρά ψάρια όπως σαρδέλες, σκουμπρί, ρέγκα, αντσούγιες
  • Μαγιά
  • Μπύρα
Τρόφιμα που επιτρέπονται σε μικρές ποσότητες αλλά απαιτούν προσοχή:
  • Κοτόπουλο, γαλοπούλα
  • Μεγάλα Ψάρια
  • Κόκκινο κρέας (μοσχάρι, χοιρινό, αρνί, κατσίκι)
  • Αρακάς, φασόλια, σπανάκι, φακές, σπαράγγια, μανιτάρια, ντομάτα, κουνουπίδι, σπαράγγια
  • Ψωμί και δημητριακά ολικής αλέσεως
  • Πλιγούρι βρώμης, πίτουρο σιταριού και φύτρο σιταριού
Τρόφιμα που επιτρέπονται:
  • Γάλα, γιαούρτι, τυρί, (προτιμήστε τα γαλακτοκομικά προϊόντα χαμηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά)
  • Αυγά
  • Ζυμαρικά, ρύζι, πατάτες βραστές ή ψητές
  • Φρούτα, χυμοί φρούτων
  • Λαχανικά (εκτός από αυτά που αναφέρονται στις παραπάνω κατηγορίες)
  • Ελαιόλαδο, ελιές
  • Μέλι, φρούτα
  • Δημητριακά και ψωμί που δεν είναι ολικής άλεσης (Ψωμί λευκό και καλαμποκιού)
  • Φυστικοβούτυρο και ξηροί καρποί (εκτός από αμύγδαλα)
  • Ροφήματα όπως καφέ, τσάι και κακάο
  • Κρασί (η μέτρια κατανάλωση κρασιού δε φαίνεται να επηρεάζει και σε κάποιες μελέτες λειτουργεί προστατευτικά)

Ουρικό οξύ: Τρόποι για να το μειώσετε

Περιορίστε τις τροφές πλούσιες σε πουρίνες

Οι πουρίνες είναι ενώσεις που εμφανίζονται φυσικά σε ορισμένα τρόφιμα. Καθώς το σώμα διαλύει πουρίνες, παράγει ουρικό οξύ. Η διαδικασία του μεταβολισμού πλούσιων σε πουρίνες τροφών μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση του ουρικού οξέος στο αίμα και αυτό θα οδηγήσει με την σειρά του σε ουρική αρθρίτιδα.

Αρκετά τρόφιμα με υψηλή περιεκτικότητα σε πουρίνες είναι όμως και αρκετά υγιεινά και πρέπει να τα έχουμε στην διατροφή μας , οπότε ο στόχος θα πρέπει να είναι η μείωση της πρόσληψης πουρινών και όχι η αποφυγή τους εντελώς.

Τα τρόφιμα με υψηλή περιεκτικότητα σε πουρίνη είναι :

  • Άγρια ​​θηράματα, όπως ελάφι,αγριογούρουνο
  • Πέστροφα, τόνος, μπακαλιάρος, σαρδέλες, αντσούγιες, μύδια και ρέγγα
  • Μπύρα και οινοπνευματώδη ποτά
  • Τρόφιμα με υψηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά, όπως μπέικον, γαλακτοκομικά προϊόντα και κόκκινο κρέας (συμπεριλαμβανομένου του μοσχαρίσιου κρέατος)
  • Προϊόντα κρέατος, για παράδειγμα, συκώτι, εντόσθια και άλλα όργανα
  • ζαχαρούχα τρόφιμα και ποτά

Τα τρόφιμα με μέτρια περιεκτικότητα σε πουρίνη περιλαμβάνουν:

  • Αλλαντικά
  • Κόκκινο κρέας, χοιρινό κατσίκι, αρνί,μπείκον,ζαμπόν
  • πουλερικά
  • στρείδι, γαρίδες, καβούρια και αστακός

Τρώτε περισσότερα τρόφιμα χαμηλής περιεκτικότητας σε πουρίνες

Αλλάζοντας από τρόφιμα με υψηλή περιεκτικότητα σε πουρίνη σε εκείνα με χαμηλότερη περιεκτικότητα , ορισμένα άτομα μπορεί να είναι σε θέση να μειώσουν σταθερά τα επίπεδα ουρικού οξέος τους ή τουλάχιστον να αποφύγουν περαιτέρω αυξήσεις.

Ορισμένα τρόφιμα με χαμηλή περιεκτικότητα σε πουρίνη περιλαμβάνουν:

  • γαλακτοκομικά προϊόντα χαμηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά και χωρίς λιπαρά
  • φυστικοβούτυρο και καρύδια
  • φρούτα και λαχανικά
  • καφές
  • ολικής αλέσεως ψωμί ,πατάτες , ρύζι

Οι διαιτητικές αλλαγές από μόνες τους όμως δεν θα μας απαλλάξουν από την ουρική αρθρίτιδα, αλλά μπορούν να βοηθήσουν στην πρόληψη της αύξησης του ουρικού οξέος στον οργανισμό μας.

Αποφύγετε φάρμακα που αυξάνουν τα επίπεδα ουρικού οξέος

Ορισμένα φάρμακα ενδέχεται να αυξήσουν τα επίπεδα ουρικού οξέος. Μερικά από αυτά τα φάρμακα είναι:

  • Διουρητικά φάρμακα, όπως φουροσεμίδη και υδροχλωροθειαζίδη
  • Φάρμακα που καταστέλλουν το ανοσοποιητικό σύστημα, ειδικά πριν ή μετά από μεταμόσχευση οργάνου
  • Χαμηλή δόση ασπιρίνης

Τα παραπάνω φάρμακα που αυξάνουν τα επίπεδα ουρικού οξέος μπορεί να είναι χρήσιμα και να προσφέρουν ουσιαστικά οφέλη για την υγεία μας , και για αυτό θα πρέπει να μιλήσετε με έναν γιατρό πριν αλλάξετε οποιαδήποτε φάρμακα.

Διατηρήστε ένα υγιές σωματικό βάρος

Η παχυσαρκία αυξάνει τον κίνδυνο ουρικής αρθρίτιδας, ειδικά σε άτομα νεότερης ηλικίας. Η διατήρηση ενός σωστού και υγιής σωματικού βάρους μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο εμφάνισης ουρικής αρθρίτιδας και καρδιακών παθήσεων.

Το υπερβολικό βάρος αυξάνει επίσης τον κίνδυνο ενός ατόμου για μεταβολικό σύνδρομο. Μπορεί να αυξήσει την αρτηριακή πίεση και τη χοληστερόλη και έτσι αυξάνει και τον κίνδυνο καρδιακών παθήσεων.  Πρέπει όμως να προσέξετε διότι η ταχεία απώλεια βάρους μέσο νηστείας η επίπονης δίαιτας μπορεί να αυξήσει τα επίπεδα ουρικού οξέος.

Ως εκ τούτου, οι άνθρωποι πρέπει να επικεντρωθούν στην πραγματοποίηση μακροπρόθεσμων αλλαγών για τη διαχείριση του βάρους τους, όπως να γίνουν πιο δραστήριοι, να κάνουν μια πιο ισορροπημένη διατροφή και να επιλέγουν τροφές με θρεπτικά συστατικά.

Αποφύγετε το αλκοόλ και τα ζαχαρούχα ποτά

Η μεγάλη κατανάλωση αλκοόλ και ζαχαρούχων ποτών όπως αναψυκτικά  και χυμοί με ζάχαρη σχετίζονται με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης ουρικής αρθρίτιδας. Το αλκοόλ αναγκάζει τα νεφρά να αποβάλλουν αλκοόλη αντί να για ουρικό οξύ. Αυτό αυξάνει την ποσότητα του ουρικού οξέος στο αίμα, η οποία θα μπορούσε να προκαλέσει μία επίθεση ουρικής αρθρίτιδας σε περίπου μία ή δύο ημέρες.

Πιείτε καφέ

Αρκετές έρευνες δείχνουν ότι τα άτομα που πίνουν καφέ έχουν λιγότερες πιθανότητες να αναπτύξουν ουρική αρθρίτιδα. Ανάλυση δεδομένων του 2010 από γυναίκες συμμετέχοντες σε Μελέτη Υγείας διαπίστωσε ότι ο κίνδυνος ουρικής αρθρίτιδας μειώθηκε όταν η κατανάλωση καφέ αυξήθηκε.

Οι γυναίκες που κατανάλωναν από 1 έως 3 φλιτζάνια καφέ την ημέρα είχαν 22% μείωση του κινδύνου ουρικής αρθρίτιδας σε σύγκριση με εκείνες που δεν έπιναν.  Οι γυναίκες που κατανάλωναν περισσότερα από 4 φλιτζάνια καφέ την ημέρα είχαν 57% μείωση του κινδύνου εμφάνισης αυτής της πάθησης. Μερικές μελέτες έχουν επίσης συνδέσει την κατανάλωση καφέ με χαμηλότερο κίνδυνο καρδιαγγειακών παθήσεων.

Δοκιμάστε ένα συμπλήρωμα βιταμίνης C

Η λήψη συμπληρώματος βιταμίνης C μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο ουρικής αρθρίτιδας. Μια μετα-ανάλυση του 2011 13 τυχαιοποιημένων ελεγχόμενων μελετών διαπίστωσε ότι η βιταμίνη C μείωσε σημαντικά τα επίπεδα ουρικού οξέος στο αίμα. Τα μειωμένα επίπεδα ουρικού οξέος θα μπορούσαν να μειώσουν τον κίνδυνο προσβολής από ουρική αρθρίτιδα.

Η έρευνα δεν έχει αποδείξει οριστικά ότι η βιταμίνη C θεραπεύει ή αποτρέπει την ουρική αρθρίτιδα παρά μόνο ότι μειώνει τα επίπεδα ουρικού οξέος.

Φάτε κεράσια

Έρευνα έδειξε ότι τα κεράσια μπορεί να μειώσουν τον κίνδυνο προσβολής από ουρική αρθρίτιδα, ιδιαίτερα σε άτομα με προηγούμενο ιστορικό της νόσου. Μελέτη του 2012 σε 633 άτομα με ουρική αρθρίτιδα διαπίστωσε ότι η κατανάλωση κερασιών για 2 ημέρες μείωσε τον κίνδυνο ουρικής αρθρίτιδας κατά 35%.

Αυτή η επίδραση παρέμεινε ακόμη και όταν οι ερευνητές έλεγξαν παράγοντες κινδύνου, όπως ηλικία, φύλο, κατανάλωση αλκοόλ και χρήση διουρητικών ή αντι-ουρική αρθρίτιδα.