Όταν μιλάμε για στεφανιαία νόσο, μιλάμε για τον πιο κοινό τύπο καρδιακής νόσου. Πρόκειται όμως για πάθηση που μπορεί να προληφθεί.
Εκδηλώνεται με τυπικά προειδοποιητικά σημάδια τον πόνο στο στήθος, την δύσπνοια, το αίσθημα παλμών και την κόπωση.
Πότε πάσχουμε από στεφανιαία νόσο
Η κατάσταση συμβαίνει όταν η ροή του αίματος στον καρδιακό μυ είναι περιορισμένη λόγω της ανάπτυξης πλάκας που προκαλείται από την κηρώδη χοληστερόλη στα τοιχώματα των στεφανιαίων αρτηριών. Επηρεάζει τις μεγάλες αρτηρίες στην επιφάνεια της καρδιάς.
Αυτή η πλάκα μπορεί να στενέψει τις αρτηρίες με την πάροδο του χρόνου. Ή μια ξαφνική ρήξη της πλάκας μπορεί να οδηγήσει σε θρόμβο αίματος και από εκεί σε έμφραγμα. Αυτή η διαδικασία στένωσης (αθηροσκλήρωση) μπορεί να εμποδίσει μέρος ή όλη τη ροή του αίματος.
Τα αίτια της στεφανιαίας νόσου
Πολλοί νομίζουν ότι οι καρδιακές παθήσεις είναι πρόβλημα κυρίως για τους ηλικιωμένους. Αλλά δεν είναι ποτέ πολύ νωρίς για να αρχίσετε να προστατεύεστε από αυτές.
Η στεφανιαία νόσος μπορεί να ξεκινήσει από την παιδική ηλικία, σύμφωνα με τον δρ. Edward Fisher, καθηγητή καρδιαγγειακής ιατρικής στο NYU School of Medicine στη Νέα Υόρκη.
“Τα προληπτικά μέτρα που λαμβάνονται νωρίς πιστεύεται ότι έχουν τα μεγαλύτερα οφέλη. Ο υγιεινός τρόπος ζωής θα καθυστερήσει την εξέλιξη της στεφανιαίας νόσου και υπάρχει ελπίδα ότι μπορεί να υποχωρήσει εγκαίρως”, είπε πρόσφατα ο δρ. Fisher.
Ορισμένες συμπεριφορές στον τρόπο ζωής μπορούν να θέσουν κάποιον σε υψηλότερο κίνδυνο για καρδιακά προβλήματα. Αυτές είναι κυρίως τα εξής:
- σωματική αδράνεια
- ανθυγιεινή διατροφή
- κάπνισμα
- υψηλά επίπεδα χοληστερόλης
- υπέρταση
- διαβήτης
- παχυσαρκία
- χρόνια νεφρική νόσος
- υψηλό στρες
- κακός ύπνος
- αποφρακτική άπνοια ύπνου
- προεκλαμψία κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης
- αυτοάνοσες διαταραχές όπως ρευματοειδής αρθρίτιδα και λύκος
Οι γυναίκες έχουν μεγαλύτερο κίνδυνο μετά την εμμηνόπαυση, ενώ οι άνδρες μετά την ηλικία των 45 ετών.
Μερικοί από τους κινδύνους είναι γενετικοί, ειδικά εάν υπάρχει οικογενειακό ιστορικό καρδιακών προβλημάτων πριν από την ηλικία των 50 ετών.
Τα συμπτώματα της στεφανιαίας νόσου
Η πίεση, ο πόνος ή το σφίξιμο στο στήθος μπορεί να υποδηλώνουν στεφανιαία νόσο. Η δύσπνοια και η κόπωση είναι επίσης σημάδια.
Άλλα συμπτώματα είναι τα εξής:
- αδυναμία
- ζαλάδα
- ναυτία
- κρύος ιδρώτας
- πόνος/ενόχληση στα χέρια ή στον ώμο
Για κάποιους, το μεγάλο σύμπτωμα μπορεί να είναι μια πραγματική καρδιακή προσβολή.
Πώς να αποτρέψετε τη στεφανιαία νόσο
Είναι δυνατό να αποφευχθεί αυτή η ασθένεια ή περαιτέρω βλάβη μόλις διαγνωστεί:
- Οι καπνιστές πρέπει να κόψουν το τσιγάρο άμεσα.
- Μιλήστε με έναν γιατρό σχετικά με την έναρξη ενός προγράμματος άσκησης/γυμναστικής που να ταιριάζει σε εσάς. Ο γενικός κανόνας είναι να ασκείστε σε μέτρια έως έντονη ένταση περίπου 30 λεπτά καθημερινά.
- Διαχειριστείτε άλλες καταστάσεις υγείας με φάρμακα και αλλαγές στον τρόπο ζωής.
- Μια υγιεινή διατροφή θα μπορούσε να περιλαμβάνει την αντικατάσταση του βουτύρου και άλλων κορεσμένων λιπαρών με ελαιόλαδο.
- Μην ρίχνετε πρόσθετο αλάτι στα τρόφιμα, γιατί αυτό αυξάνει τον κίνδυνο καρδιακών παθήσεων, καρδιακής ανεπάρκειας και πλακών στις αρτηρίες.
Νόσοι της καρδιάς: Αυτό είναι το φαγητό που την καταπονά
Όσο και αν αγαπάτε το κόκκινο επεξεργασμένο κρέας θα πρέπει σιγά σιγά να έχετε δεύτερες σκέψεις, καθώς για να ζήσουμε όσο το δυνατόν περισσότερο θα πρέπει να κόψουμε αυτή τη αγαπημένη συνήθεια.
Παγκόσμια μελέτη επιστημόνων του Πανεπιστημίου McMaster βρήκε μια σύνδεση ανάμεσα στην κατανάλωση επεξεργασμένου κρέατος και τον υψηλότερο κίνδυνο καρδιαγγειακών παθήσεων, χωρίς, όμως, να ισχύει το ίδιο και για το μη επεξεργασμένο κόκκινο κρέας και τα πουλερικά.
Όπως αναφέρεται στη σχετική δημοσιευση στο American Journal of Clinical Nutrition, οι πληροφορίες προκύπτουν από τη διατροφή και τα αποτελέσματα υγείας 134.297 ανθρώπων από 21 χώρες των πέντε ηπείρων, τους οποίους παρακολούθησαν οι ερευνητές για δεδομένα σχετικά με την κατανάλωση κρέατος και τις καρδιαγγειακές ασθένειες.
Μετά την παρακολούθηση των συμμετεχόντων για σχεδόν μία δεκαετία, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι η κατανάλωση περισσότερων από 150 γραμμαρίων επεξεργασμένου κρέατος την εβδομάδα σχετιζόταν με 46% υψηλότερο κίνδυνο καρδιαγγειακών παθήσεων και 51% υψηλότερο κίνδυνο θανάτου σε σύγκριση με όσους δεν κατανάλωναν καθόλου επεξεργασμένο κρέας.
Ωστόσο, οι ερευνητές βρήκαν ότι η μέτρια κατανάλωση μη επεξεργασμένου κρέατος είχε ουδέτερη επίδραση στην υγεία.
«Τα στοιχεία για τον συσχετισμό ανάμεσα στην πρόσληψη κρέατος και τις καρδιαγγειακές παθήσεις δεν είναι σαφή, γι’αυτό και θελήσαμε να κατανοήσουμε καλύτερα τους συσχετισμούς ανάμεσα στην κατανάλωση μη επεξεργασμένου κόκκινου κρέατος, πουλερικών και επεξεργασμένου κρέατος με σοβαρά καρδιαγγειακά περιστατικά και θνησιμότητα», εξηγεί ο Romaina Iqbal, πρώτος συγγραφέας της μελέτης και αναπληρωτής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Aga Khan του Πακιστάν.
«Το σύνολο των διαθέσιμων δεδομένων υποδεικνύει ότι η κατανάλωση μέτριας ποσότητας μη επεξεργασμένου κρέατος ως κομμάτι ενός υγιεινού διατροφικού μοτίβου πιθανότατα δεν είναι επιβλαβής», αναφέρει με τη σειρά του ο Mahshid Dehghan, ερευνητής Ερευνητικού Ινστιτούτου για την Υγεία του Πληθυσμού (PHRI) του Πανεπιστημίου McMaster.
Η μελέτη Prospective Urban Rural Epidemiology (PURE) που ξεκίνησε το 2003 είναι η πρώτη πολυεθνική μελέτη που παρέχει πληροφορίες για τον συσχετισμό ανάμεσα στην κατανάλωση μη επεξεργασμένου και επεξεργασμένου κρέατος και τα αποτελέσματα υγείας ανθρώπων από χώρες χαμηλού, μεσαίου και υψηλού εισοδήματος.
«Η μελέτη PURE εξετάζει ενδελεχώς πιο ευρείς πληθυσμούς και μοτίβα διατροφής, δίνοντάς μας τη δυνατότητα να παράσχουμε νέα στοιχεία που διαχωρίζουν τις επιδράσεις του επεξεργασμένου και μη κρέατος», προσθέτουν οι επιστήμονες.
Σημειώνεται ότι οι διατροφικές συνήθειες των συμμετεχόντων καταγράφηκαν μέσω ερωτηματολογίων για την συχνότητα του φαγητού, ενώ συλλέχθηκαν, επίσης, και δεδομένα συλλέχθηκαν για την θνησιμότητά τους και σοβαρά καρδιαγγειακά περιστατικά. Αυτό επέτρεψε στους ερευνητές να προσδιορίσουν τους συσχετισμούς ανάμεσα στα μοτίβα κατανάλωσης κρέατος και τα καρδιαγγειακά περιστατικά και τη θνησιμότητα.
Οι συγγραφείς πιστεύουν ότι επιπλέον έρευνες μπορεί να βελτιώσουν τις τρέχουσες γνώσεις για τη σχέση ανάμεσα στην κατανάλωση κρέατος και τα αποτελέσματα υγείας, καθώς εν προκειμένω δεν ήταν σαφές το τι έτρωγαν αντί για κρέας οι συμμετέχοντες με χαμηλότερη πρόσληψη κρέατος και αν η ποιότητα αυτών των τροφίμων διέφερε από χώρα σε χώρα.
Τα υποκατάστατα τροφίμων που δεν περιλαμβάνουν κρέας μπορεί να έχουν επιπτώσεις στην περαιτέρω ερμηνεία των συσχετισμών μεταξύ της κατανάλωσης κρέατος και των αποτελεσμάτων υγείας. Παρόλα αυτά, οι συγγραφείς της μελέτης πιστεύουν ότι τα ευρήματά τους «υποδεικνύουν ότι ο περιορισμός της πρόσληψης επεξεργασμένου κρέατος θα πρέπει να ενθαρρυνθεί».