Διαβήτης τύπου 2: Συμπτώματα και φυσιολογικές τιμές

Ο σακχαρώδης διαβήτης είναι ένα μεταβολικό νόσημα που εκδηλώνεται με υψηλά επίπεδα γλυκόζης (σακχάρου) στο αίμα.

Στο διαβήτη, ο οργανισμός παράγει λιγότερη ή και καθόλου ινσουλίνη ή χρησιμοποιεί την ινσουλίνη με τρόπο μη αποτελεσματικό.

Η αύξηση της συγκέντρωσης του σακχάρου στο αίμα (υπεργλυκαιμία) και διαταραχή του μεταβολισμού της γλυκόζης εμφανίζεται είτε ως αποτέλεσμα της ελαττωμένης έκκρισης ινσουλίνης είτε λόγω της ελάττωσης της ευαισθησίας των κυττάρων του σώματος στη δράση της ορμόνης αυτής (ινσουλίνη).

Διαβήτης τύπου 1 και τύπου 2: Φυσιολογικές τιμές σακχάρου 

Το σάκχαρο δεν μετριέται μόνο με μία εξέταση, αλλά με τρεις. Για να γίνει διάγνωση του διαβήτη, κάθε μία από αυτές πρέπει να επαναληφθεί και να είναι παθολογική δύο φορές, σε διαφορετικές ημέρες.

Γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη: Η γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη (συμβολίζεται HbA1c) είναι ένδειξη της μέσης τιμής του σακχάρου κατά τους 2-3 τελευταίους μήνες.Η HbA1c μετριέται σε ποσοστό επί τοις εκατό (%) και οι τιμές της σημαίνουν τα εξής:

Φυσιολογικές τιμές = κάτω από 5,7%

Προδιαβήτης = από 5,7% έως 6,4%

Διαβήτης = 6,5% ή υψηλότερο

Σάκχαρο νηστείας: Η εξέταση αυτή μετρά το σάκχαρο όταν είστε νηστικοί, δηλαδή όταν έχουν περάσει τουλάχιστον 8 ώρες από την τελευταία φορά που φάγατε, ή ήπιατε κάτι. Η εξέταση αυτή συνήθως γίνεται το πρωί, πριν φάτε πρωινό.

Το σάκχαρο μετριέται σε χιλιοστά του γραμμαρίου ανά δέκατο του λίτρου (mg/dl) και οι τιμές του είναι ως εξής:

Φυσιολογικές τιμές = κάτω από 100 mg/dl

Προδιαβήτης = 100 έως 125 mg/dl

Διαβήτης = 126 mg/dl ή υψηλότερο

Καμπύλη σακχάρου: Η καμπύλη σακχάρου είναι μία δίωρη εξέταση, που ελέγχει το σάκχαρο πριν και 2 ώρες έπειτα από την κατανάλωση ενός ροφήματος με γλυκόζη.

Η εξέταση αυτή αποκαλύπτει πως μεταβολίζεται η γλυκόζη (δηλαδή το σάκχαρο) από τον οργανισμό. Στις 2 ώρες έπειτα από την κατανάλωση του ροφήματος γλυκόζης, τα αποτελέσματα σημαίνουν τα εξής:

Φυσιολογικές τιμές = κάτω από 140 mg/dl

Προδιαβήτης = από 140 έως 199 mg/dl

Διαβήτης = 200 mg/dl ή υψηλότερο

Διαβήτης τύπου 1 και τύπου 2: Διαβήτης Τύπου 1

Χαρακτηρίζεται από καταστροφή των β-κυττάρων του παγκρέατος, που είναι υπεύθυνα για την παραγωγή ινσουλίνης, με αποτέλεσμα ολική έλλειψη ή ελάχιστη έκκριση ινσουλίνης.

Η ευαισθησία των κυττάρων στην ινσουλίνη είναι συνήθως φυσιολογική, ιδιαίτερα στα πρώιμα στάδια. Ο τύπος αυτός αποτελεί την κυριότερη αιτία διαβήτη σε παιδιά, μπορεί όμως να προσβάλλει και τους ενήλικες.

Η καταστροφή των β-κυττάρων του παγκρέατος είναι στην πλειοψηφία των περιπτώσεων αυτοάνοσης αιτιολογίας. Στο μεγαλύτερο ποσοστό των ασθενών με διαβήτη τύπου 1 ανιχνεύονται στην κυκλοφορία ένα ή περισσότερα είδη αυτοαντισωμάτων, οι ασθενείς δε αυτοί εμφανίζουν αυξημένη προδιάθεση και για άλλες αυτοάνοσες παθήσεις.

Ο διαβήτης τύπου 1 εισβάλλει συνήθως απότομα. Συχνά δε, γίνεται αντιληπτός για πρώτη φορά με την ανάπτυξη κέτωσης και διαβητικής κετοξέωσης, οι οποίες και απαιτούν νοσηλεία σε νοσοκομείο.

Ο ασθενής είναι απόλυτα εξαρτημένος από την εξωγενή χορήγηση ινσουλίνης προκειμένου τα επίπεδα σακχάρου του αίματος να διατηρηθούν σε φυσιολογικά επίπεδα.

Διαβήτης τύπου 1 και τύπου 2: Διαβήτης Τύπου 2

Χαρακτηρίζεται από το συνδυασμό μειωμένης έκκρισης ινσουλίνης και ελαττωμένης ευαισθησίας των κυττάρων στη δράση της (φαινόμενο που ονομάζεται ινσουλινοαντοχή). Στα πρώτα στάδια της νόσου, η ελαττωμένη ευαισθησία στην ινσουλίνη είναι η κύρια διαταραχή, ενώ τα επίπεδα ινσουλίνης στο αίμα είναι αυξημένα.

Ο διαβήτης τύπου 2 είναι η συχνότερη αιτία διαβήτη στους ενηλίκους. Σπουδαίος προδιαθεσικός παράγοντας για την ανάπτυξη διαβήτη τύπου 2 είναι η παχυσαρκία.

Η παχυσαρκία προδιαθέτει για ανάπτυξη ινσουλινοαντοχής, πιθανόν λόγω της παραγωγής από το λιπώδη ιστό ουσιών που ελαττώνουν την ευαισθησία των κυττάρων στην ινσουλίνη. Άλλοι προδιαθεσικοί παράγοντες είναι η ηλικία και το οικογενειακό ιστορικό.

Στο διαβήτη τύπου 2, τα συμπτώματα είναι πιο ήπια και η πιθανότητα εμφάνισης διαβητικής κετοξέωσης είναι μικρή. Παρ’ όλα αυτά, ο κίνδυνος απώτερων και σοβαρών επιπλοκών παραμένει υψηλός.

Το πρώτο βήμα στη θεραπεία του διαβήτη τύπου 2 είναι η αλλαγή του τρόπου ζωής του ασθενούς, με στόχο την απώλεια βάρους, την αύξηση της σωματικής άσκησης και την υγιεινή διατροφή.

Εάν κριθεί απαραίτητο χρησιμοποιούνται αντιδιαβητικά φάρμακα. Στην περίπτωση που η θεραπεία αποτύχει, κρίνεται σκόπιμη η χορήγηση ινσουλίνης για τον έλεγχο και αυτών των ασθενών.

Διαβήτης τύπου 1 και τύπου 2: Διαβήτης Κύησης

Πρόκειται για την εμφάνιση σακχαρώδους διαβήτη για πρώτη φορά κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης (δεν συμπεριλαμβάνονται στον ορισμό γυναίκες με γνωστό διαβήτη πριν από την έναρξη της εγκυμοσύνης). Ο τύπος αυτός μοιάζει με το διαβήτη τύπου 2.

Παχύσαρκες γυναίκες είναι πιο πιθανό να αναπτύξουν διαβήτη της κύησης. Ο τύπος αυτός αφορά στο 3-5% των κυήσεων. Το 30-40% των γυναικών με διαβήτη κύησης θα αναπτύξουν διαβήτη τύπου 2 αργότερα στη ζωή τους.

Ο διαβήτης της κύησης είναι αναστρέψιμος και υποχωρεί μετά τον τοκετό, μπορεί όμως να προκαλέσει περιγεννητικές επιπλοκές και προβλήματα στην υγεία μητέρας και νεογνού.

Διαβήτης τύπου 1 και τύπου 2: Προδιαβήτης

O προδιαβήτης είναι μια μεταβολική διαταραχή κατά την οποία τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα βρίσκονται πάνω από τα φυσιολογικά όρια, αλλά κάτω από τα καθορισμένα όρια του σακχαρώδη διαβήτη.

Τα άτομα που βρίσκονται σε αυτή την κατάσταση, θεωρείται ότι έχουν αυξημένες πιθανότητες ανάπτυξης σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 σε ένα βάθος χρόνου 2 με 10 χρόνια, αν δεν αντιμετωπίσουν τον προδιαβήτη τους.

Παρόλο που σε κάποιες περιπτώσεις η μακροχρόνια βλάβη στην καρδιά και το κυκλοφορικό σύστημα που συνοδεύει συνήθως τον διαβήτη μπορεί να έχει ήδη ξεκινήσει, στις περισσότερες αρκούν κάποιες αλλαγές στον τρόπο ζωής, για την αποφυγή της εξέλιξης της κατάστασης αυτής σε σακχαρώδη διαβήτη.

Διαβήτης τύπου 1 και τύπου 2: Τα συμπτώματα που πρέπει να γνωρίζετε

Ο διαβήτης μπορεί να εμφανίσει συμπτώματα, μπορεί όμως να είναι και ασυμπτωματικός. Τα συμπτώματα του σακχαρώδους διαβήτη είναι:

  • έντονη δίψα
  • συχνουρία
  • πολυουρία
  • ξηροστομία
  • κούραση και εξάντληση
  • θολή όραση
  • απώλεια σωματικού βάρους

Διαβήτης τύπου 1 και τύπου 2: Η διάγνωση της πάθησης

Η διάγνωση του διαβήτη είναι εύκολη όταν υπάρχουν τα κλασικά συμπτώματα και αρκεί η επιβεβαίωση με τη μέτρηση του σακχάρου του αίματος.

Η διάγνωση τίθεται επίσης εύκολα όταν ο ασθενής παρουσιάζεται με συμπτώματα και σημεία διαβητικής κετοξέωσης. Τα διαγνωστικά κριτήρια που έχουν θεσπιστεί για τη διάγνωση του σακχαρώδους διαβήτη είναι τα ακόλουθα:

  • Παρουσία κλασικών συμπτωμάτων του διαβήτη και τιμή γλυκόζης σε οποιαδήποτε στιγμή > 200 mg/dl
  • Τιμή σακχάρου νηστείας (που λαμβάνεται δηλαδή μετά από 8 τουλάχιστον ώρες αποχής από την πρόσληψη τροφής) > 126 mg/dl
  • Τιμή σακχάρου 2 ώρες μετά από φόρτιση με 75g γλυκόζης από του στόματος > 200 mg/dl

Διαβήτης τύπου 1 και τύπου 2: Θεραπεία ανάλογα με τον τύπο που έχετε

  • Διαβήτης τύπου 1: Ο διαβήτης τύπου 1 αντιμετωπίζεται μόνο με ινσουλίνη. Υπάρχουν η βασική και η ταχείας δράσης ινσουλίνη. Η φαρμακευτική αγωγή επιλέγεται βάσει του αν ο ασθενής παρουσιάζει υπογλυκαιμίες ή αν είναι ρυθμισμένο το σάκχαρο.
  • Διαβήτης τύπου 2: Ο διαβήτης τύπου 2 είναι λίγο πιο σύνθετος. Αρχικά, απαιτείται συνήθως φαρμακευτική αγωγή με χάπια μιας ή δύο κατηγοριών, αλλαγές στον τρόπο ζωής και μπορεί να χρειαστούν ακόμα και ενέσιμες θεραπείες, συμπεριλαμβανομένης και της ινσουλίνης. Με βάση το ιστορικό και την κλινική εικόνα του ασθενούς, η θεραπεία εξατομικεύεται και ο γιατρός επιλέγει ποιο θεραπευτικό σχήμα είναι το κατάλληλο και πιο αποτελεσματικό για τον καθένα.
  • Διαβήτης κύησης: Ο διαβήτης κύησης είναι μια ιδιαίτερη και παροδική μορφή διαβήτη, που εμφανίζεται από τη μέση της εγκυμοσύνης και μετά. Συνήθως αντιμετωπίζεται αρχικώς με ειδικό πρόγραμμα διατροφής και, αν χρειαστεί, με χορήγηση ινσουλίνης. Η ινσουλίνη χορηγείται μόνο κατά την περίοδο της εγκυμοσύνης, καθώς μετά τον τοκετό θεωρείται ότι δεν υπάρχει πια ο διαβήτης κύησης. Όλες οι γυναίκες που διανύουν περίοδο εγκυμοσύνης θα πρέπει να υποβάλλονται σε καμπύλη σακχάρου μεταξύ 24ης και 28ης εβδομάδας της κύησης.

Διαβήτης τύπου 1 και τύπου 2: Επιπλοκές εάν δεν αντιμετωπιστεί

Οι επιπλοκές του ΣΔ διακρίνονται σε άμεσες και απώτερες. Οι άμεσες επιπλοκές είναι το διαβητικό κώμα και η υπογλυκαιμία και μπορούν να θέσουν σε άμεσο κίνδυνο τη ζωή του ασθενή.

Από την άλλη μεριά οι απώτερες επιπλοκές έχουν βραδύτερη εξέλιξη αλλά αποτελούν σοβαρούς παράγοντες νοσηρότητας και θνησιμότητας των διαβητικών ασθενών επηρεάζοντας και την ποιότητα της ζωής τους. Οι απώτερες επιπλοκές είναι:

Παθήσεις της καρδιάς και των μεγάλων αγγείων

…Όπως στεφανιαία νόσος, έμφραγμα του μυοκαρδίου, αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο είναι συχνότερες σε άτομα που πάσχουν από σακχαρώδη διαβήτη. Αυτές οι επιπλοκές αποτελούν την κύρια αιτία θανάτων αλλά και νοσηλείας ατόμων με ΣΔ τύπου ΙΙ.

Όλοι οι ασθενείς που πάσχουν από διαβήτη πρέπει να ελέγχονται με καρδιογράφημα κάθε χρόνο, ενώ αν έχουν συμπτώματα που υποδηλώνουν καρδιακές παθήσεις (πόνος στο στήθος ή στο επιγάστριο, δύσπνοια, οιδήματα κάτω άκρων) πρέπει να υποβάλλονται σε πιο ειδικές εξετάσεις και να έχουν τακτική καρδιολογική παρακολούθηση.

Παθήσεις των νεφρών

Όπως αναφέρθηκε πιο πάνω ο διαβήτης αποτελεί την κύρια αιτία εμφάνισης νεφρικής ανεπάρκειας. Όλοι οι ασθενείς πρέπει να υποβάλλονται σε τακτικό έλεγχο της νεφρικής λειτουργίας στα πλαίσια της παρακολούθησης του διαβήτη. Απλές αιματολογικές εξετάσεις (ουρία, κρεατινίνη) αλλά και συλλογή ούρων 24ώρου για προσδιορισμό λευκώματος είναι επαρκείς.

Παθήσεις στα μάτια

Οι ασθενείς που πάσχουν από σακχαρώδη διαβήτη πρέπει να υποβάλλονται σε ετήσιο προληπτικό οφθαλμολογικό έλεγχο για έλεγχο των επιπλοκών όπως η αμφιβληστροειδοπάθεια, ο καταρράκτης και το γλαύκωμα. Η παρουσία ΣΔ αυξάνει τον κίνδυνο τύφλωσης κατά 25 φορές.

Περιφερική αγγειοπάθεια και νευροπάθεια

Ο διαβήτης προκαλεί βλάβες στα περιφερικά αγγεία και νεύρα προκαλώντας καυστικό πόνο στα πόδια (κυρίως τη νύχτα), μειωμένη αισθητικότητα, διαλείπουσα χωλότητα (πόνος στις γάμπες κατά το περπάτημα που βελτιώνεται με την ανάπαυση) και έλκη που δύσκολα επουλώνονται.

Αποτέλεσμα τον παραπάνω είναι μειωμένη ποιότητα ζωή αλλά και ενδεχόμενοι ακρωτηριασμοί των κάτω άκρων. Πρέπει να τονιστεί η αξία του τακτικού ελέγχου και της φροντίδας των ποδιών σύμφωνα με τις οδηγίες του θεράποντα ιατρού.

Προδιάθεση για λοιμώξεις

Έχει αποδειχθεί ότι ο διαβήτης μειώνει την άμυνα του οργανισμού απέναντι σε ιούς και μικρόβια. Στα άτομα αυτά είναι απαραίτητος ο προληπτικός εμβολιασμός (γρίπη, πνευμονιόκοκκος) για πρόληψη σοβαρών λοιμώξεων όπως πνευμονία και μηνιγγίτιδα.

Για τους λόγους αυτούς οι ασθενείς που πάσχουν από διαβήτη χρειάζονται τακτική παρακολούθηση από ειδικό και για την επίτευξη γλυκαιμικής ρύθμισης αλλά και την πρόληψη και αντιμετώπιση των επιπλοκών της νόσου.