Εμβόλιο κορονοϊού: Με ταχείς ρυθμούς προχωρά ο εμβολιασμός κατά του κορονοϊού στην Ελλάδα, με το φράγμα των 2 εκατ. πλήρως εμβολιασμένων πολιτών να έχει σπάσει. Πλέον εμβολιάζονται με Johnson & Johnson και οι άνω των 18, με τα ραντεβού να είναι ανάρπαστα.
Πρέπει όμως όλοι να γνωρίζουμε ότι μέχρι επιτύχουμε τα υψηλά ποσοστά ανοσίας της κοινότητας που απαιτούνται για να τερματιστεί η πανδημία, θα πρέπει να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί.
Σύμφωνα με πρόσφατες μελέτες, τα άτομα που έχουν ήδη εμβολιαστεί πλήρως μπορούν να επιστρέψουν μερικώς σε κάποιες από τις δραστηριότητες τους, συνεχίζοντας όμως να τηρούν τα απαραίτητα μέτρα προστασίας τόσο για την ασφάλεια τους όσο και για τους οικείους τους.
Εμβόλιο κορονοϊού: Ποια άτομα θεωρούνται πλήρως εμβολιασμένα
Τα άτομα που θεωρούνται πλήρως εμβολιασμένα είναι:
- Όσοι έχουν εμβολιαστεί και με τη δεύτερη δόση του εμβολίου της Pfizer ή της Moderna, και έχει περάσει διάστημα 2 εβδομάδων από τον τελευταίο εμβολιασμό.
- Όσοι έχουν εμβολιαστεί με το εμβόλιο Janssen ή της Johnson & Johnson και έχει περάσει διάστημα 2 εβδομάδων από τον εμβολιασμό.
- Όσοι έχουν εμβολιαστεί με 2 δόσεις εμβολίου Astra Zeneca και έχει περάσει διάστημα 2 εβδομάδων από τον εμβολιασμό
Σε περίπτωση που δεν πληροίτε τις παραπάνω προϋποθέσεις, δεν θεωρείτε ότι έχετε εμβολιαστεί πλήρως, καθώς δεν έχετε ακόμη αναπτύξει τα απαραίτητα αντισώματα έναντι του κορονοϊού.
Εμβόλιο κορονοϊού: Ποια μέτρα προστασίας θα πρέπει να τηρούν ακόμα οι πλήρως εμβολιασμένοι
Μετά τον εμβολιασμό σας και μέχρι να περιοριστεί η κυκλοφορία του ιού στην κοινότητα (όταν επιτευχθεί η «ανοσία αγέλης») θα πρέπει να συνεχίσετε να εφαρμόζετε τα μέτρα προστασίας όπως η υγιεινή των χεριών, η χρήση μάσκας και η τήρηση αποστάσεων.
Και αυτό διότι είναι πιθανό ακόμη και οι εμβολιασμένοι – αν έρθουν σε επαφή με τον ιό – να μπορούν να τον μεταφέρουν, παρότι οι ίδιοι δεν εμφανίζουν κατά κανόνα συμπτώματα.
Τα μέτρα προφύλαξης θα πρέπει να τα εφαρμόζετε όταν:
- Βρίσκεστε σε εσωτερικούς ή εξωτερικούς χώρους με συνωστισμό.
- Συγκεντρώνεστε με άτομα που δεν έχουν εμβολιαστεί καθόλου ή δεν έχουν πλήρως εμβολιαστεί.
- Επισκέπτεστε άτομο που δεν έχει εμβολιαστεί και διατρέχει αυξημένο κίνδυνο σοβαρής νόσησης από τον ιό COVID-19 ή συζεί με άτομο που ανήκει σε ομάδα υψηλού κινδύνου.
- Όταν ταξιδεύετε με αεροπλάνα, λεωφορεία, τρένα και άλλα μέσα μαζικής μεταφοράς.
- Βρίσκεστε στο χώρο εργασίας σας.
Εμβόλιο κορονοϊού: Τι κάνω αν έχω έρθει σε επαφή με κρούσμα
Τι μπορείτε να κάνετε εάν έχετε εμβολιαστεί πλήρως
- Να βρίσκεστε σε εσωτερικούς χώρους με άλλα άτομα πλήρως εμβολιασμένα χωρίς να φοράτε μάσκα ή να τηρείτε αποστάσεις 2 μέτρων.
- Αν έρθετε σε επαφή με άτομο με επιβεβαιωμένη λοίμωξη από SARS Cov-2 δεν χρειάζεται να μπείτε σε καραντίνα, γιατί ο κίνδυνος λοίμωξης είναι πολύ χαμηλός. Θα πρέπει ωστόσο να παρακολουθείτε την εμφάνιση συμπτωμάτων για 14 ημέρες μετά την έκθεση και να τηρούνται τα μέτρα κοινωνικής απόστασης
Εμβόλιο κορονοϊού: Τι γνωρίζουμε και τι μαθαίνουμε ακόμα
Γνωρίζουμε ήδη ότι τα εμβόλια COVID-19 είναι αποτελεσματικά στην πρόληψη της νόσου ιδιαίτερα από σοβαρή ασθένεια ή θάνατο καθώς μας παρέχουν προστασία εκπαιδεύοντας το ανοσοποιητικό μας σύστημα ώστε να αντιδράσει στον ιό.
Τα μέχρι στιγμής δεδομένα δείχνουν ότι τα εμβόλια μπορεί να βοηθήσουν στην αποτροπή της εξάπλωσης του ιού COVID-19, αλλά καθώς όμως περισσότεροι άνθρωποι εμβολιάζονται τόσο περισσότερη γνώση αποκτούμε. Θα χρειαστούν πρόσθετες αξιολογήσεις και κλινικές δοκιμές για να εκτιμηθεί με ασφάλεια, πόσο χρόνο διαρκεί η προστασία μας από τον ιό μετά τον εμβολιασμό, πόσο αποτελεσματικά είναι τα εμβόλια έναντι των μεταλλάξεων του ιού και αν μπορεί ένα άτομο πλήρως εμβολιασμένο να μεταδώσει τη νόσο covid-19.
Εμβόλιο κορονοϊού: Τι ανοσία προσφέρει το εμβόλιο των Pfizer, Moderna, AstraZeneca, Johnson&Johnson
Τα στοιχεία από τις κλινικές μελέτες είναι δηλωτικά της υψηλής προστασίας που εξασφαλίζουν τα εμβόλια έναντι της νόσου από την πρώτη δόση. Σύμφωνα με τα επιστημονικά δεδομένα:
- Pfizer/BionTech: Η πρώτη δόση του εμβολίου δίνει 52% ανοσία, στις επτά ημέρες από τη στιγμή του εμβολιασμού. Στις 14 ημέρες, φθάνει το 89%. Μετά από τρεις εβδομάδες, όπου γίνεται η δεύτερη δόση του εμβολίου, αποκτούμε έως και 95,3% ανοσία.
- AstraZeneca: Με την πρώτη δόση του εμβολίου και σε διάστημα 21 ημερών, όποιος κάνει το εν λόγω εμβόλιο εξασφαλίζει ανοσία 70%, που φθάνει το 100% με τη δεύτερη δόση.
- Moderna: Με την πρώτη δόση του εμβολίου αποκτούμε ανοσία 92% μετά από 14 ημέρες και 95% μετά τη δεύτερη δόση.
- Johnson & Johnson: Με το μονοδοσικό εμβόλιο αποκτούμε 85% έως 99% ανοσία.
Στο μεταξύ, σε σύσταση για τον εμβολιασμό σε όσους έχουν νοσήσει και αναρρώσει από τον κορονOϊό, προχωρά η Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών.
Ειδικότερα, όσοι έχουν νοσήσει και αναρρώσει από Covid-19 διαθέτουν ήδη αντισώματα κατά του ιού, επομένως η σύσταση θα είναι να εμβολιάζονται με μια μόνο δόση.
Εμβόλιο κορονοϊού: Τι είναι το σύνδρομο VITT
Το σύνδρομο αυτό ονομάστηκε vaccine induced immune thrombotic thrombocytopenia – VITT (δηλαδή ανοσολογικής αρχής θρομβωτική θρομβοπενία μετά από εμβολιασμό). Ένα χαρακτηριστικό εύρημα στην συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων είναι η παρουσία αντισωμάτων έναντι του παράγοντα 4 των αιμοπεταλίων (PF4).
Σε αντίθεση με την προκαλούμενη από ηπαρίνη θρομβοπενία, το αντίσωμα συνδέεται με τον παράγοντα PF4 απουσία ηπαρίνης. Αυτό το μοτίβο είναι συμβατό με μια «άτυπη» ή «αυτοάνοση» θρομβοπενία, στην οποία αναπτύσσονται θρόμβοι χωρίς προηγούμενη έκθεση στην ηπαρίνη. Επιπλέον η κατανομή των θρόμβων σε αυτές τις δύο καταστάσεις διαφέρει. Με βάση αυτές τις αναφορές, η διάγνωση της ανοσολογικής αρχής θρομβωτικής θρομβοπενίας μετά από εμβολιασμό (VITT) πρέπει να επιβεβαιώνεται με ειδικό τεστ (όχι με τις ταχείες δοκιμασίες που χρησιμοποιούνται για την ανίχνευση θρομβοπενίας από ηπαρίνη).
Συμπτώματα
Συμπτώματα τα οποία πρέπει να έχει κανείς υπόψη του είναι η εμφάνιση δύσπνοιας, άλγους στο θώρακα, οίδημα στα κάτω άκρα, κοιλιακό άλγος, κεφαλαλγία, θάμβος οράσεως, πετέχιες το δέρμα. Αν και ακόμα τα δεδομένα είναι σχετικά περιορισμένα η χορήγηση ενδοφλέβιας ανοσοσφαιρίνης και κορτιζόνη σε υψηλές δόσεις μπορούν να βελτιώσουν τον αριθμό των αιμοπεταλίων μέσα σε λίγες ημέρες, γεγονός που μπορεί να περιορίσει τον κίνδυνο αιμορραγίας, ειδικά όταν αρχίζει η αντιπηκτική αγωγή.
Παρόλο που η κατάσταση χαρακτηρίζεται από χαμηλά αιμοπετάλια, η χορήγηση αντιπηκτικής αγωγής μπορεί να σταματήσει την αλυσιδωτή ενεργοποίηση των μηχανισμών της πήξης. Επίσης, είναι προτιμότερο να χορηγηθούν ως αντιπηκτική αγωγή όχι ηπαρίνες χαμηλού μοριακού βάρους αλλά διαφορετικής κατηγορίας αντιπηκτικά, μη ηπαρινικά, όπως αυτά που χορηγούνται στην θεραπεία της θρομβοπενίας που προκαλείται από την ηπαρίνη. Επίσης η χορήγηση αιμοπεταλίων θα πρέπει να αποφεύγεται διότι μπορεί να ενεργοποιηθεί περαιτέρω το σύνδρομο. Με βάση την εμπειρία που αποκτάται αναμένεται ότι το υψηλό ποσοστό θνησιμότητας που σχετίζεται με αυτό το σύνδρομο θα μειωθεί σημαντικά λόγω της πιο έγκαιρης αναγνώρισης και της κατάλληλης αντιμετώπισης.