Τα λευκά αιμοσφαίρια ή λευκοκύτταρα είναι μια κατηγορία κυττάρων που μαζί με τα ερυθρά αιμοσφαίρια και τα αιμοπετάλια βρίσκονται στο αίμα και αποτελούν μόλις το 1% αυτού, αν και βρίσκονται σε όλο το σώμα. Τα λευκά αιμοσφαίρια παράγονται στο μυελό των οστών μαζί με τις δυο άλλες κατηγορίες κυττάρων του αίματος και αποθηκεύονται στο αίμα και στους λεμφικούς μας ιστούς.
Εξαιτίας της μικρής διάρκειας ζωής ορισμένων λευκοκυττάρων (μόλις 1-3 ημέρες), παράγονται συνεχώς από το μυελό των οστών. Ο βασικός ρόλος των λευκών αιμοσφαιρίων είναι η εμπλοκή τους στην άμυνα του οργανισμού μας από εισβολείς και λοιμώξεις. Ωστόσο, τα λευκοκύτταρα συμμετέχουν και στη δημιουργία φλεγμονών και στην εκδήλωση αλλεργιών. Υπάρχουν τρεις (3) βασικές κατηγορίες λευκών αιμοσφαιρίων και είναι οι παρακάτω.
Λευκά αιμοσφαίρια: Πολυμορφοπύρηνα
Τα κύτταρα που ανήκουν σε αυτή την ομάδα πήραν το όνομά τους από τους πολλούς λοβούς που διαθέτει ο πυρήνας τους. Είναι μεγαλύτερα σε μέγεθος από τα ερυθρά αιμοσφαίρια και ονομάζονται αλλιώς και κοκκιοκύτταρα, γιατί έχουν στο κυτταρόπλασμά τους κοκκία. Από τα κοκκία απελευθερώνονται χημικές ουσίες στο πλαίσιο της ανοσολογικής απόκρισης του οργανισμού μας που αμύνεται. Το χρώμα στο οποίο χρωματίζονται τα κοκκία όταν τα απεικονίζουμε σε ένα μικροσκόπιο κατατάσσει τα πολυμορφοπύρηνα σε τρείς υπό-ομάδες:
Λευκά αιμοσφαίρια: Ουδετερόφιλα
Τα κοκκία των κυττάρων αυτών χρωματίζονται με δύο χρωστικές (πορτοκαλί και μαύρη) και γι’ αυτό λέγονται «ουδέτερα». Τα ουδετερόφιλα αποτελούν το μεγαλύτερο μέρος από τα λευκά αιμοσφαίρια που κυκλοφορούν στο αίμα μας και είναι η πρώτη γραμμή άμυνας του οργανισμού μας, καθώς είναι τα πρώτα λευκοκύτταρα που φτάνουν στην περιοχή της φλεγμονής. Ο ρόλος τους είναι να καθαρίσουν την περιοχή από τα κυτταρικά υπολείμματα μέσω της διαδικασίας της φαγοκυττάρωσης. Τα ουδετερόφιλα αποτελούν το 40-75% των λευκών αιμοσφαιρίων και έχουν διάρκεια ζωής περίπου 4-5 ημέρες.
Λευκά αιμοσφαίρια: Ηωσινόφιλα
Τα κοκκία των κυττάρων αυτών χρωματίζονται επιλεκτικά με την ηωσίνη (πορτοκαλί χρώμα, από την λέξη “ηώς” που σημαίνει “αυγή”). Τα ηωσινόφιλα παίζουν σημαντικό ρόλο στην άμυνα του οργανισμού μας έναντι των παρασιτικών λοιμώξεων (βακτηρίδια, μύκητες), ενώ φαγοκυτταρώνουν τα κυτταρικά υπολείμματα σε μικρότερο βαθμό από τα ουδετερόφιλα και στα μετέπειτα στάδια της φλεγμονής. Παίζουν επίσης ρόλο στις αλλεργικές αντιδράσεις δημιουργώντας συμπλέγματα αντιγόνου-αντισώματος. Τέλος, συμβάλλουν στην εξουδετέρωση καρκινικών κυττάρων. Σε φυσιολογικά επίπεδα, τα ηωσινόφιλα αποτελούν περίπου το 1-6% των λευκών αιμοσφαιρίων. Παραμένουν στην κυκλοφορία του αίματος για 8-12 ώρες και μπορούν να επιβιώσουν στους ιστούς για επιπλέον 8-12 μέρες, χωρίς να υπάρξει κάποια διέγερση.
Λευκά αιμοσφαίρια: Βασεόφιλα
Τα κοκκία των κυττάρων αυτών χρωματίζονται επιλεκτικά με βαθύ μαύρο χρώμα. Τα βασεόφιλα ενεργοποιούνται σε περίπτωση τραυματισμού ή λοίμωξης και απελευθερώνουν τις ουσίες ισταμίνη, βραδυκινίνη και σεροτονίνη που συμβάλλουν στη φλεγμονώδη διαδικασία μέσω της αύξησης της ροής του αίματος στην προσβεβλημένη περιοχή. Τα βασεόφιλα συμμετέχουν επίσης στις αλλεργικές αντιδράσεις. Τέλος, τα κοκκία στην επιφάνεια των βασεόφιλων εκκρίνουν τη φυσική αντιπηκτική ουσία, ηπαρίνη. Τα βασεόφιλα αποτελούν το 0,01% έως 0,3% των λευκών αιμοσφαιρίων.
Λευκά αιμοσφαίρια: Λεμφοκύτταρα
Είναι μικρότερα σε μέγεθος από τα πολυμορφοπύρηνα, διαθέτουν ένα μεγάλο στρογγυλό πυρήνα και το κυτταρόπλασμά τους δε διαθέτει κοκκία. Τα λεμφοκύτταρα ωριμάζουν στο λεμφικό ιστό και μεταναστεύουν μεταξύ αίματος και λέμφου, ενώ έχουν διάρκεια ζωής ημέρες ή χρόνια, ανάλογα με τον τύπο τους. Τα λεμφοκύτταρα αποτελούν το 20-50% των λευκών αιμοσφαιρίων. Τα λεμφοκύτταρα χωρίζονται σε:
Λευκά αιμοσφαίρια: ΝΚ κύτταρα (κύτταρα φυσικοί φονείς)
Παίζουν ρόλο στην άμυνα του οργανισμού μας σε όγκους και σε μολυσμένα από ιούς κύτταρα.
Λευκά αιμοσφαίρια: Β-λεμφοκύτταρα και Τ-λεμφοκύτταρα
Τα Β-λεμφοκύτταρα έχουν ως κύριο έργο τους την έκκριση ουσιών που καλούνται αντισώματα, μέσα στα υγρά του σώματος μας, τα οποία επιτίθενται σε αντιγόνα (ξένες ουσίες που εισβάλλουν στον οργανισμό μας). Τα Τ-λεμφοκύτταρα επιτίθενται σε κύτταρα στόχους, όπως είναι τα κύτταρα που έχουν προσβληθεί από ιό ή τα κύτταρα που μεταλλάχτηκαν σε καρκινικά. Μετά την ενεργοποίησή τους, τα Β και Τ κύτταρα αφήνουν τα λεγόμενα κύτταρα μνήμης (ανάπτυξη ανοσίας), που θυμούνται κάθε συγκεκριμένο αντιγόνο που αντιμετώπισαν και έτσι μπορούν αντεπιτεθούν αν το παθογόνο αυτό εμφανιστεί ξανά.
Λευκά αιμοσφαίρια: Μονοκύτταρα
Είναι κύτταρα με διακριτό πυρήνα που συμμετέχουν στην άμυνα του οργανισμού. Παράγονται στο μυελό των οστών και στη συνέχεια αποδεσμεύονται στην κυκλοφορία. Μετά από σύντομη παραμονή τους στο αίμα, μεταναστεύουν στους ιστούς, όποτε πλέον χαρακτηρίζονται ως μακροφάγα και ανήκουν στο σύστημα των φαγοκυττάρων. Ειδικοί τύποι των μακροφάγων μπορούν να βρεθούν σε πολλά όργανα, όπως στους πνεύμονες, στα νεφρά, στον εγκέφαλο και στο ήπαρ. Τα μονοκύτταρα ζουν μήνες ή ακόμα και χρόνια. Αποτελούν το 2-10% των λευκών αιμοσφαιρίων.
Λευκά αιμοσφαίρια: Ποιες είναι οι φυσιολογικές τιμές τους;
Οι φυσιολογικές τιμές των λευκών αιμοσφαιρίων σε υγιείς ενήλικες είναι μεταξύ 4.000 και 11.000 κυττάρων ανά μικρόλιτρο (μL ή mcL) ή κυβικό χιλιοστό (mm3) αίματος, αν και οι τιμές αυτές μπορεί να διαφέρουν μεταξύ αντρών και γυναικών, ενώ τα υγιή παιδιά και οι υγιείς ενήλικες συνήθως έχουν μεγαλύτερο αριθμό λευκών αιμοσφαιρίων. Οι τιμές αυτές μπορεί να διαφέρουν και μεταξύ χωρών αλλά και εργαστηρίων. Πιο συγκεκριμένα οι φυσιολογικές τιμές κυμαίνονται για:
- Άνδρες: 5.000-10.000 λευκά αιμοσφαίρια ανά μL αίματος
- Γυναίκες: 4.500-11.000 λευκά αιμοσφαίρια ανά μL αίματος
- Παιδιά: 5.000-10.000 λευκά αιμοσφαίρια ανά μL αίματος
- Εγκυμοσύνη: 6.000-17.000 λευκά αιμοσφαίρια ανά μL αίματος (εξαιτίας του στρες που προκαλεί στο σώμα της εγκύου η κυοφορία)
- Τοκετός-Λοχεία (πρώτες ώρες μετά τον τοκετό): 9.000-25.000 λευκά αιμοσφαίρια ανά μL αίματος (οι τιμές επανέρχονται στα φυσιολογικά επίπεδα περίπου στις 4 εβδομάδες μετά τον τοκετό)
Λευκά αιμοσφαίρια: Λευκοκυττάρωση
Ονομάζεται το φαινόμενο κατά το οποίο ο αριθμός των λευκών αιμοσφαιρίων σε υγιείς ενήλικες ξεπερνά τα 11.000 κύτταρα ανά μL αίματος. Ο υψηλός αριθμός των λευκών αιμοσφαιρίων στο αίμα μπορεί να δηλώνει:
- αυξημένη παραγωγή λευκών αιμοσφαιρίων για την καταπολέμηση κάποιας λοίμωξης.
- ασθένεια του μυελού των οστών που οδηγεί σε αυξημένη (μη φυσιολογική) παραγωγή λευκών αιμοσφαιρίων.
- διαταραχή του ανοσοποιητικού συστήματος, με αποτέλεσμα την αυξημένη παραγωγή λευκών αιμοσφαιρίων.
- αντίδραση σε φάρμακο που αυξάνει την παραγωγή λευκών αιμοσφαιρίων.
Οι πιθανότερες αιτίες της λευκοκυττάρωσης είναι συνήθως οι εξής:
- Οξεία λεμφοκυτταρική λευχαιμία
- Οξεία μυελογενής λευχαιμία (AML)
- Αλλεργία (σοβαρές αλλεργικές αντιδράσεις)
- Χρόνια λεμφοκυτταρική λευχαιμία
- Χρόνια μυελογενής λευχαιμία
- Φάρμακα (π.χ. κορτικοστεροειδή, επινεφρίνη)
- Λοιμώξεις (βακτηριακές ή ιογενείς)
- Μυελοφλεγμονή (διαταραχή του μυελού των οστών)
- Αληθής πολυκυτταραιμία
- Ρευματοειδής αρθρίτιδα (φλεγμονώδης ασθένεια των αρθρώσεων)
- Κάπνισμα
- Στρες (σοβαρό συναισθηματικό ή σωματικό άγχος)
- Φυματίωση
- Κοκίτης
Στις περισσότερες περιπτώσεις λευκοκυττάρωσης δεν υπάρχουν συγκεκριμένα συμπτώματα που να εκδηλώνονται και να σχετίζονται με τον αυξημένο αριθμό λευκών αιμοσφαιρίων, παρά μόνο σε ακραίες περιπτώσεις που η λευκοκυττάρωση οφείλεται σε κατάσταση που επηρεάζει το μυελό των οστών.
Λευκά αιμοσφαίρια: Λευκοπενία
Ονομάζεται το φαινόμενο κατά το οποίο ο αριθμός των λευκών αιμοσφαιρίων σε υγιείς ενήλικες δεν ξεπερνά τα 4.000 κύτταρα ανά μL αίματος. Για τα παιδιά ο αριθμός αυτός διαφέρει ανάλογα με την ηλικία. Επιπρόσθετα, ορισμένοι άνθρωποι, αν και υγιείς, έχουν χαμηλότερο αριθμό λευκοκυττάρων από αυτό που θεωρείται φυσιολογικό.
Η λευκοπενία σχετίζεται σχεδόν πάντα με τη μείωση σε συγκεκριμένο τύπο λευκοκυττάρων [π.χ. ουδετεροπενία για τη μείωση ουδετερόφιλων, λεμφοπενία για τη μείωση λεμφοκυττάρων, μονοκυτταροπενία, ηωσινο(φιλο)πενία, βασεοπενία]. Οι συνέπειες των «πενιών» αυτών ποικίλλουν ανάλογα με τη λειτουργία των κυττάρων της κάθε ομάδας. Αντίστοιχα υπάρχει και η «Αναστροφή του τύπου» που είναι η μικρή ή μεγάλη απόκλιση του εξεταζόμενου αίματος από τις αναλογίες (%) των διάφορων τύπων λευκοκυττάρων που αναφέρθηκαν παραπάνω.
Ο χαμηλότερος αριθμός των λευκών αιμοσφαιρίων στο αίμα μπορεί να δηλώνει την ύπαρξη:
- Ιογενών λοιμώξεων που διαταράσσουν προσωρινά το έργο του μυελού των οστών.
- Ορισμένων διαταραχων που παρουσιάζονται κατά τη γέννηση (συγγενείς) που οδηγούν σε μειωμένη λειτουργία του μυελού των οστών.
- Καρκίνου ή άλλων ασθενειών που καταστρέφουν το μυελό των οστών.
- Αυτοάνοσων διαταραχών που καταστρέφουν τα λευκά αιμοσφαίρια ή κύτταρα του μυελού των οστών.
- Σοβαρών λοιμώξεων που χρησιμοποιούν τα λευκά αιμοσφαίρια με ταχύτερο ρυθμό από αυτό που παράγονται.
- Σαρκοείδωσης (συγκέντρωση φλεγμονωδών κυττάρων στο σώμα).
- Λήψης φαρμάκων, όπως τα αντιβιοτικά, που καταστρέφουν τα λευκά αιμοσφαίρια.
Πιο συγκεκριμένα, λευκοπενία συναντάται σε:
- Απλαστική αναιμία
- Χημειοθεραπεία
- HIV / AIDS
- Ανωμαλία του σπλήνα που προκαλεί την καταστροφή των κυττάρων του αίματος
- Σύνδρομο Kostmann (συγγενής διαταραχή με χαμηλή παραγωγή ουδετερόφιλων)
- Λευχαιμία
- Συστηματικός ερυθηματώδης λύκος
- Υποθρεψία και ανεπάρκειες βιταμινών
- Μυελοδυσπλαστικά σύνδρομα
- Μυελοκαθήχιση (συγγενής διαταραχή που περιλαμβάνει την αδυναμία των ουδετερόφιλων να εισέλθουν στην κυκλοφορία του αίματος)
- Ακτινοθεραπεία
- Ρευματοειδής αρθρίτιδα και άλλες αυτοάνοσες διαταραχές
- Φυματίωση (και άλλες μολυσματικές ασθένειες)
Ο χαμηλός αριθμός λευκών αιμοσφαιρίων μπορεί να προκαλέσει συμπτώματα, όπως πυρετός, ρίγη, πονοκέφαλος και πόνοι στο σώμα.