Παραθορμόνη: Όσα πρέπει να ξέρετε για την παραθυρεοειδή ορμόνη

Η παραθορμόνη ή αλλιώς παραθυρεοειδής ορμόνη (PTH) είναι μια ορμόνη η οποία αποτελείται από 84 αμινοξέα. Εκκρίνεται από τέσσερις αδένες, τους λεγόμενους παραθυρεοειδείς και βρίσκονται στο λαιμό πίσω από τον θυρεοειδή αδένα. Ως φυσιολογικές τιμές ορίζονται τα 10-65 pg/ml (ng/lt). Οι δράσεις της ορμόνης αυτής αφορούν τις παρακάτω λειτουργίες:

  • Αύξηση των επιπέδων ασβεστίου στον ορό αίματος
  • Aναστολή απορρόφησης ασβεστίου από τα οστά (αύξηση δραστηριότητας οστεοκλαστών)
  • Επαγωγή απορρόφησης ασβεστίου από το έντερο
  • Αύξηση επαναρρόφησης ασβεστίου από τους νεφρούς (βιταμίνη D)
  • Αύξηση αποβολής φωσφόρου από τους νεφρούς

Παραθορμόνη: Διαταραχή των επιπέδων PTH

Η μέτρηση της παραθορμόνης πραγματοποιείται με σκοπό τη διερέυνηση διαταραχών του μεταβολισμού του ασβεστίου, όπως είναι η υπερασβεστιαιμία, καθώς και για να καταστεί εφικτή η διάγνωση του υπερπαραθυρεοειδισμού.

Αύξηση της παραθορμόνης παρατηρείται σε περιπτώσεις όπως είναι ο πρωτοπαθής υπερπαραθυρεοειδισμός καθώς και σε μειωμένη ανταπόκριση των νεφρών στα επίπεδά της.

Ο υπερπαραθυρεοειδισμός κατατάσσεται σε πρωτοπαθή, δευτεροπαθή και τριτοπαθή υπερπαραθυρεοειδισμό . Στην πρώτη περίπτωση, παρατηρείται πρωτοπαθής βλάβη του παραθυρεοειδικού ιστού η οποία οδηγεί σε έκκριση της PTH. Η αντιρροπιστική αύξηση της παραθορμόνης ως απάντηση στην υπασβεστιαιμία, δηλαδή στα μειωμένα επίπεδα ασβεστίου στο αίμα, ονομάζεται δευτεροπαθής υπερπαραθυρεοειδισμός και παρατηρείται συχνά στη χρόνια νεφρική νόσο.

Όταν επικρατήσει ο δευτεροπαθής υπερπαραθυρεοειδισμός για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, μιλάμε πλέον για τριτοπαθή υπερπαραθυρεοειδισμό. Σε αυτή τη περίπτωση ο παραθυρεοειδής ιστός απελευθερώνει πλέον αυτόνομα παραθορμόνη, χωρίς να ανταποκρίνεται στα επίπεδα ασβεστίου.

Ανάλογα με τη μορφή του υπερπαραθυρεοειδισμού, η συνήθης εργαστηριακή εικόνα έχει ως εξής:

  • Πρωτοπαθής υπερπαραθυρεοειδισμός ΠΥ
    • Αυξημένα επίπεδα Ca (ασβέστιο) ορού καθώς και ούρων 24ώρου
    • Μειωμένα ή στα κατώτερα φυσιολογικά όρια P (φώσφορος) ορού
  • Δευτεροπαθής υπερπαραθυρεοειδισμός
    • Ελαττωμένα επίπεδα Ca (ασβέστιο) ορού καθώς και ελαττωμένο ή φυσιολογικό Ca ούρων 24ώρου
    • Αυξημένος P (φώσφορος ορού)
  • Τριτοπαθής υπερπαραθυρεοειδισμός
    • Αυξημένα επίπεδα Ca (ασβέστιο) και P (φώσφορος) ορού

Αντίθετα, μειωμένα επίδεδα παραθορμόνης παρατηρούνται στον υποπαραθυρεοειδισμό (Νόσο του Graves), στον υπερθυρεοειδισμό καθώς και σε υψηλά επίπεδα ασβεστίου στο αίμα (υπερασβεστιαιμία).

Παραθορμόνη: Υπερπαραθυρεοειδισμός

Η αυξημένη έκκριση και παραγωγή PTH που χαρακτηρίζει τον υπερπαραθυρεοειδισμό, οφείλεται κυρίως σε αδενώματα και σπανιότερα σε καρκίνο των παραθυρεοειδών αδένων. Όσο αφορά τα συμπτώματα, διακρίνεται σε συμπτωματικό ΠΥ και ασυμπτωματικό ΠΥ.

Τα συμπτώματα του πρωτοπαθούς παραθυρεοειδισμού ποικίλλουν και δεν είναι απαραίτητο να υπάρχουν όλα, κάποια από αυτά μπορεί να είναι η αυξημένη αρτηριακή πίεση ( υπέρταση) , η υπερτροφία αριστερής κοιλίας, η οστεοπόρωση, τα οστικά άλγη, ο πόνος στις αρθρώσεις , η εύκολη κόπωση, η υπνηλία, η ναυτία, τα πεπτικά έλκη, η παγκρεατίτιδα, η αδυναμία συγκέντρωσης, η κατάθλιψη, η απώλεια μνήμης, οι πέτρες στα νεφρά και άλλα.

Παραθορμόνη: Υποπαραθυρεοειδισμός

Σε αντίθεση με τον υπερπαραθυρεοειδισμό όπου παρατηρείται αυξημένη δραστηριότητα των παραθυρεοειδών αδένων και κατ’ επέκταση αύξηση της τιμής PTH, συμβαίνει στον υποπαραθυρεοειδισμό ακριβώς το αντίθετο. Με άλλα λόγια οι παραθυρεοειδείς αδένες υπολειτουργούν όπου και η τιμή ασβεστίου στο αίμα είναι χαμηλή.

Ο υποπαραθυρεοειδισμός παρατηρείται σε περιπτώσεις χειρουργικής αφαίρεσης των παραθυρεοειδων αδενων, σε βλάβη αυτών και ενδεχομένως να οφείλεται επίσης σε διάφορα αυτοάνοσα σύνδρομα. Η υπασβαιστιαιμία, δηλαδή οι χαμηλές τιμές ασβεστίου στο αίμα προκαλούν, καρδιακές αρρυθμίες, αυξημένα τενόντια αντανακλαστικά, αυτόματες μυϊκές συσπάσεις, μούδιασμα στα άκρα , σημείο Trousseau και σημείο Chvosteck.

Παραθορμόνη: Επίδραση στα νεφρά

Στη χρόνια νεφρική νόσο τα επίπεδα της βιταμίνης D ελαττώνονται εξαιτίας της νεφρικής βλάβης, δεδομένου ότι η τελική σύνθεση της D διαδραματίζεται στους νεφρούς. Η έλλειψη δράσης της βιταμίνης D σε συνδυασμό με την αυξημένη παραθορμόνη στο αίμα, προκαλεί απορρόφηση του ασβεστίου των οστών, το οποίο οδηγεί στην εμφάνιση της λεγόμενης οστικής νόσου των νεφροπαθών ασθενών. Επίσης συνυπάρχει και ο δευτεροπαθής υπερπαραθυρεοειδισμός.

Το όφελος της φυσικής συμπλήρωσης βιταμίνης D παραμένει αμφισβητήσιμο, επειδή οι μελέτες παρατήρησης δείχνουν ότι η χρήση του ενεργοποιητή υποδοχέα βιταμίνης D (VDRA) συνδέεται με καλύτερα αποτελέσματα και είναι πιο αποτελεσματική για τη μείωση των επιπέδων της παραθορμόνης του ορού (PTH).