Θυρεοειδής: Οι τροφές που πρέπει να τρώμε – Τα συμπτώματα που δεν πρέπει να αγνοήσετε

Θυρεοειδής: Ολοένα και περισσότεροι άνθρωποι εμφανίζουν διαταραχές στον θυρεοειδή, ένα από τα πιο βασικά όργανα του σώματός μας, καθώς ρυθμίζει όλες τις λειτουργίες του οργανισμού μας. Αν νομίζετε ότι έχετε πρόβλημα με τον θυρεοειδή σας, επισκεφτείτε άμεσα τον ενδοκρινολόγο σας, η αδιάγνωστη πάθηση δυσκολεύει τη ζωή σας.

Όταν ο θυρεοειδής δεν λειτουργεί σωστά, μπορεί να προκαλέσει πολλά προβλήματα.

Όταν υπολειτουργεί (υποθυρεοειδισμός) προκαλεί κούραση, απώλεια μαλλιών, αϋπνία, αύξηση βάρους, νευρικότητα και προβλήματα μνήμης.

Εξίσου κακός είναι ένας υπερδραστήριος θυρεοειδής (υπερθυρεοειδισμός), ο οποίος προκαλεί κόπωση, αίσθημα παλμών, διάρροια, κατάθλιψη, δυσανεξία στη ζέστη και αϋπνία.

Για να έχετε έναν υγιή θυρεοειδή χρειάζεστε τις κατάλληλες ποσότητες ιωδίου, σεληνίου, θειαμίνης και ψευδαργύρου στη διατροφή σας.

Θυρεοειδής: Τα 4 απαραίτητα θρεπτικά συστατικά και πού θα τα βρείτε

Τροφές πλούσιες σε ιώδιο είναι ο μπακαλιάρος, ο γαλέος, τα φύκια, το γιαούρτι με λίγα λιπαρά, τα στρείδια, το αγελαδινό γάλα και το φρέσκο τυρί.

Τροφές πλούσιες σε σελήνιο είναι οι ξηροί καρποί, οι σπόροι, τα ψάρια, τα αυγά, τα μανιτάρια, τα όστρακα και τα δημητριακά ολικής αλέσεως.

Τροφές πλούσιες σε θειαμίνη (βιταμίνη Β1) είναι οι ξηροί καρποί, το συκώτι, τα πουλερικά, τα δημητριακά ολικής αλέσεως, τα όσπρια, τα ψάρια, το φύτρο σταριού.

Τροφές πλούσιες σε ψευδάργυρο είναι το αρνί, η μαύρη σοκολάτα, τα στρείδια, οι σπόροι, το μοσχαρίσιο συκώτι και τα δημητριακά.

Ο καλύτερος τρόπος πρόσληψης αυτών των στοιχείων είναι μέσω της διατροφής.

Υπάρχουν επίσης τροφές που πρέπει να αποφεύγετε ή να περιορίσετε προκειμένου να διατηρήσετε τον θυρεοειδή σας υγιή. Πρόκειται για όσες περιέχουν μια κατηγορία ενώσεων που ονομάζονται βρογχοκηλογόνα (goitrogens) και οι οποίες εμποδίζουν την απορρόφηση του ιωδίου από τον οργανισμό.

Αυτές οι ενώσεις βρίσκονται στο λάχανο, τα λαχανάκια Βρυξελλών, τα προϊόντα σόγιας, το κουνουπίδι, τα ραπανάκια, το σπανάκι και τις φράουλες. Ευτυχώς οι ουσίες αυτές απενεργοποιούνται με το μαγείρεμα.

Τέλος, για να διατηρήσετε τον θυρεοειδή σας υγιή, είναι σημαντικό να γυμνάζεστε γιατί έτσι εκκρίνονται περισσότερες ορμόνες. Προσπαθήστε να γυμνάζεστε τουλάχιστον 20 λεπτά καθημερινά, όσο χρειάζεται για να αυξήσετε τον καρδιακό σας ρυθμό.

Θυρεοειδής: Έξι συμπτώματα που δεν πρέπει να αγνοήσετε

Παρακάτω θα δείτε μερικά από τα πιο κοινά συμπτώματα που προκαλεί ο καρκίνος του θυρεοειδούς ώστε να είστε επαρκώς ενημερωμένοι και να αναζητήσετε τη βοήθεια του ειδικού εάν το κρίνετε απαραίτητο.

1. Εξόγκωμα στον λαιμό

Οι μάζες που σχηματίζονται στον θυρεοειδή και εντοπίζονται με την ψηλάφηση είναι στην πλειονότητα των περιπτώσεων καλοήθεις. Ανησυχητικό θεωρείται ένα εξόγκωμα σκληρό στην αφή, που δεν πονά και δεν κινείται κατά την κατάποση. Επίσης, οι όγκοι του θυρεοειδούς εμφανίζονται συχνότερα στο κάτω μισό του λαιμού.

2. Τραχιά φωνή

Ακριβώς πίσω από τον θυρεοειδή αδένα βρίσκεται το λαρυγγικό νεύρο, το οποίο εμπλέκεται στη λειτουργία των φωνητικών χορδών. Ένας όζος στον θυρεοειδή, ιδιαίτερα όταν είναι καρκινικός, μπορεί να επεκταθεί πέραν του αδένα, προκαλώντας βλάβη στο νεύρο και επομένως επηρεάζοντας τις φωνητικές χορδές και τη φωνή. Στην πλειονότητα των περιπτώσεων, η φωνή αλλοιώνεται και γίνεται πιο τραχιά.

3. Χρόνιος βήχας

Σε μικρό ποσοστό των περιστατικών καρκίνου του θυρεοειδούς παρατηρείται επίμονος και ανεξήγητος βήχας που δεν συνοδεύεται από άλλα συμπτώματα, όπως πυρετό, ρινική συμφόρηση ή καταρροή.

4. Δυσκολία κατάποσης

Ένας όζος στον θυρεοειδή που έχει μεγαλώσει αρκετά δυσκολεύει την κατάποση. Το ίδιο σύμπτωμα εκδηλώνεται συχνά και στον καρκίνο του λάρυγγα, επομένως η αξιολόγηση από τον γιατρό είναι απαραίτητη για να διαπιστωθεί η ακριβής αιτία του.

5. Πόνος στον αυχένα

Οι όγκοι του θυρεοειδούς σπάνια προκαλούν πόνο, ωστόσο σε κάποιες περιπτώσεις εκδηλώνεται στον λαιμό ενόχληση, η οποία μάλιστα μπορεί να «ακτινοβολεί» προς τον αυχένα ή και τα αυτιά.

6. Δύσπνοια

Ο αναπλαστικός καρκίνος του θυρεοειδούς είναι ένα πολύ σπάνιο είδος καρκίνου –τα περιστατικά αντιστοιχούν μόλις στο 1% όλων των καρκίνων του θυρεοειδούς– που αναπτύσσεται με εξαιρετικά γρήγορο ρυθμό. Όσο ο όγκος μεγαλώνει σε μέγεθος, πιέζει την τραχεία και τα νεύρα που την περιβάλλουν, προκαλώντας δύσπνοια ακόμη και τις ώρες χαλάρωσης.

Θυρεοειδής: Αυξημένη ή χαμηλή Τ3;

Οι δύο κύριες ορμόνες που εκκρίνονται από τον θυρεοειδή αδένα είναι η θυροξίνη, η οποία περιέχει 4 άτομα ιωδίου (Τ4) και η τριιωδοθυρονίνη (Τ3). Η παραγωγή Τ3 στον θυρεοειδή αδένα αποτελεί περίπου το 20% της συνολικής παραγωγής T3. Το υπόλοιπο δημιουργείται από τη μετατροπή (αποϊωδίωση) της Τ4 σε Τ3 στους περιφερικούς ιστούς.

Τα κυκλοφορούντα επίπεδα της Τ4 είναι πολύ μεγαλύτερα από τα επίπεδα της Τ3, αλλά η Τ3 αλλά είναι βιολογικά πιο δραστική ορμόνη, 3-4 φορές πιο ισχυρή από την Τ4.

Οι ορμόνες του θυρεοειδούς κυκλοφορούν δεσμευμένες κυρίως με πρωτεΐνες-φορείς (π.χ. τη σφαιρίνη σύνδεσης των ορμονών του θυρεοειδούς [TBG], την προλευκωματίνη και την αλβουμίνη) και πρέπει να ξέρουμε ότι μόνο ένα μικρό ποσό των ορμονών κυκλοφορεί αδέσμευτο (ελεύθερο).

Μόνο οι ελεύθερες μορφές είναι όμως μεταβολικά ενεργές. Η συνολική Τ3 αποτελείται από το άθροισμα της δεσμευμένης και της αδέσμευτης μορφής.

– Κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης ή κατά τη λήψη αντισυλληπτικών χαπιών μπορεί να βρίσκουμε υψηλά επίπεδα ολικής T4 και T3. Αυτό συμβαίνει επειδή τα οιστρογόνα αυξάνουν τα επίπεδα των πρωτεϊνών δέσμευσης. Σε αυτές τις περιπτώσεις είναι καλύτερο να εμπιστευτούμε την TSH και κυρίως την ελεύθερη T4 για την αξιολόγηση του θυρεοειδούς.

– Αυξημένη Τ3 μπορεί έχουμε συγκεκριμένα στις εξής περιπτώσεις: Συγγενή αύξηση της σφαιρίνης δεσμεύουσας τη θυροξίνη, οικογενή δυσαλβουμιναιμική υπερθυροξιναιμία, νηστεία, νόσο του Graves, διαβίωση σε μεγάλα υψόμετρα, υπερθυρεοειδισμό, εγκυμοσύνη, ψυχιατρικά νοσήματα, Τ3-θυρεοτοξίκωση καθώς και μετά την κατανάλωση των εξής φαρμάκων: αντιθυρεοειδικά φάρμακα, δεξτροθυροξίνη, τρομεθαμίνη, οιστρογόνα, ηρωίνη, λίθιο, L-τριιωδοθυρονίνη, μεθαδόνη, από του στόματος αντισυλληπτικά, ριφαμπικίνη, τερβουταλίνη, θυροξίνη.

– Μειωμένη Τ3 μπορεί να παρουσιαστεί στις εξής περιπτώσεις: Nευρική ανορεξία, εκλαμψία, σε ηλικιωμένους ασθενείς, γενετική ανεπάρκεια της σφαιρίνης δεσμεύουσας τη θυροξίνη, βρογχοκήλη (που προκαλείται από ανεπάρκεια ιωδίου), κίρρωση του ήπατος, ανεπάρκεια ιωδίου (σοβαρή), μυξοίδημα, παχυσαρκία, αιμοκάθαρση, μετά από χειρουργική επέμβαση (προκαλείται από το στρες), προεκλαμψία, θεραπεία με ραδιενεργό ιώδιο, νεφρική ανεπάρκεια, έντονη και παρατεταμένη νηστεία, θυρεοειδεκτομή, καθώς και μετά από χορήγηση των εξής φαρμάκων: αμιοδαρόνη, ανδρογόνα, αντιθυρεοειδικά φάρμακα, ασπαραγινάση, σιμετιδίνη, δεξαμεθαζόνη, φενκλοφενάκη, φενοπροφένη, ιωδιωμένα σκιαγραφικά, ιοπανοϊκό οξύ, ισοτρετινοΐνη, ενώσεις λιθίου, φαινυτοΐνη, προπρανολόλη, προπυλθειοουρακίλη, σαλικυλικά, βαλπροϊκό οξύ.

Συνδυασμός Τ3 και Τ4 στη θεραπεία του υποθυρεοειδισμού

Αν και πολλές μελέτες δεν απέδειξαν σαφές όφελος στη θεραπεία του υποθυρεοειδισμού με το συνδυασμό T4 και T3, υπάρχει ένα συνεχές ενδιαφέρον για αυτή τη θεραπευτική προσέγγιση.

Αρκετοί ασθενείς αναφέρουν μάλιστα βελτίωση στα συμπτώματα και στην ποιότητα ζωής με έναν συνδυασμό Τ4 και Τ3, ιδιαίτερα εκείνοι οι ασθενείς που δεν αισθάνονται εντελώς φυσιολογικά μετά από τη θεραπεία με Τ4 και μόνο.

Τι καθορίζει τις τιμές της T3; Πότε έχουμε χαμηλή Τ3 και πότε υψηλή Τ3;

– Σε περίπτωση υποθυρεοειδισμού τόσο τα επίπεδα της Τ4 όσο και αυτά της Τ3 μειώνονται. Η τιμή της Τ3 στους υποθυρεοειδικούς ασθενείς είναι συνήθως η τελευταία που θα επηρεαστεί. Οι ασθενείς αυτοί μπορεί να έχουν σοβαρό υποθυρεοειδισμό με υψηλή TSH και χαμηλή fT4, αλλά να έχουν μια φυσιολογική Τ3.

– Τα επίπεδα της Τ3 είναι συχνά χαμηλά και σε ασθενείς που πάσχουν από κάποια βαριά ασθένεια ή σε νοσηλευόμενους ασθενείς, ακόμα και αν η TSH κυμαίνεται στα φυσιολογικά επίπεδα, κι αυτό γιατί αναστέλλεται η μετατροπή της Τ4 σε Τ3.

– Παθολογικές συγκεντρώσεις στις πρωτεΐνες δέσμευσης μπορεί να οδηγήσουν σε αποτελέσματα Τ3 εκτός του φάσματος αναφοράς, αν και ο ασθενής μπορεί να είναι σε ευθυρεοειδική κατάσταση. Τέτοιες αλλαγές στις συγκεντρώσεις των πρωτεϊνών μπορεί να συμβούν σε περίπτωση εγκυμοσύνης.

– Ακόμη, αρκετά φάρμακα μπορεί ενδεχομένως να οδηγήσουν σε αλλαγές στις τιμές Τ3. Η θεραπεία με αμιωδαρόνη, για παράδειγμα, μπορεί να οδηγήσει σε μείωση των τιμών Τ3. Η φαινυτοΐνη, η φαινυλβουταζόνη και τα σαλικυλικά οδηγούν επίσης σε απελευθέρωση της Τ3 από τις πρωτεΐνες δέσμευσης. Σε αυτές τις περιπτώσεις θα πρέπει να προσδιορίζεται η ελεύθερη Τ3.

Θυρεοειδής: Πότε πρέπει να αφαιρείται;

Οι διαταραχές της μορφολογίας του θυρεοειδούς αδένα κυμαίνονται από την απλή βρογχοκήλη έως τον απειλητικό για τη ζωή καρκίνο του θυρεοειδούς. Η μη φυσιολογική έκκριση των ορμονών προκαλεί δυσλειτουργία του και συγκεκριμένα υποθυρεοειδισμό ή υπερθυρεοειδισμό, η θεραπεία των οποίων είναι φαρμακευτική, στις περισσότερες τουλάχιστον περιπτώσεις. Όταν όμως η φαρμακευτική αγωγή δεν επιφέρει τα αναμενόμενα αποτελέσματα ή η νόσος παρουσιάζει συχνές υποτροπές, η χειρουργική επέμβαση (θυρεοειδεκτομή) είναι η μόνη που μπορεί να λύσει οριστικά το πρόβλημα του υπερθυρεοειδισμού.

Ο σχηματισμός όζων στον θυρεοειδή αδένα είναι άλλη μια συχνή κατάσταση που προκαλείται από διάφορες αιτίες, όπως είναι η έλλειψη ιωδίου, η θυρεοειδίτιδα, κάποια κύστη ή ένα αδένωμα του θυρεοειδούς, και μπορεί να οδηγήσει σε υπερθυρεοειδισμό. Τις περισσότερες φορές πρόκειται για καλοήθη ογκίδια, χωρίς να αποκλείεται βέβαια και η κακοήθεια. Σε αυτές τις περιπτώσεις, όταν δηλαδή γίνονται η αιτία για υπερθυρεοειδισμό o οποίος δεν ρυθμίζεται με τη φαρμακευτική αγωγή ή σε αυτά διαγιγνώσκεται κακοήθεια ή υποψία κακοήθειας (μέσω FNA-παρακέντηση), επίσης επιβάλλεται η θυρεοειδεκτομή.

Με χειρουργική επέμβαση αντιμετωπίζεται συνήθως και η ευμεγέθης βρογχοκήλη, η οποία αφορά την ανώμαλη ανάπτυξη του θυρεοειδούς και μπορεί να προκαλέσει πόνο κατά την κατάποση και δυσκολία στην αναπνοή.

Η θυρεοειδεκτομή αποτελεί και τον μοναδικό τρόπο αντιμετώπισης του καρκίνου του θυρεοειδούς αδένα, η συχνότητα εμφάνισης του οποίου δυστυχώς καταγράφει αύξηση τα τελευταία χρόνια. Το θετικό όμως είναι ότι στις συντριπτικά περισσότερες περιπτώσεις μπορεί να θεραπευτεί.