Κοινό διατροφικό μοτίβο φαίνεται πως έχουν οι πάσχοντες από φλεγμονώδεις νόσους του εντέρου. Έρευνα αποκαλύπτει τα τρόφιμα που καταναλώνουν συχνότερα οι πάσχοντες.
Τρόφιμα όπως οι τηγανιτές πατάτες, το τυρί, τα μπισκότα, τα αναψυκτικά και τα αθλητικά και ενεργειακά ροφήματα περιλαμβάνονται συχνά στη διατροφή των πολιτών των δυτικών κοινωνιών που πάσχουν από φλεγμονώδεις νόσους του εντέρου, σύμφωνα με νέα μελέτη ερευνητών από το Ινστιτούτο Βιοϊατρικών Επιστημών του Πανεπιστημίου της Georgia.
Οι ερευνητές ανέλυσαν την Εθνική Μελέτη Υγείας της Αμερικής (2015) για να προσδιορίσουν την πρόσληψη και τη συχνότητα κατανάλωσης φαγητού των ενηλίκων με φλεγμονώδεις νόσους του εντέρου. Η έρευνα αξιολόγησε 26 τρόφιμα, με τα ευρήματα που δημοσιεύθηκαν στο PLOS One να αποκαλύπτουν ότι τα τρόφιμα που συνήθως χαρακτηρίζονται ως «πρόχειρα» σχετίζονταν με τις φλεγμονώδεις νόσος του εντέρου.
Στις φλεγμονώδεις νόσους του εντέρου ανήκουν οι νόσος Crohn και η ελκώδης κολίτιδα. Τα πιο κοινά συμπτώματα των φλεγμονωδών νόσων του εντέρου περιλαμβάνουν την εμμένουσα διάρροια, το κοιλιακό άλγος, το αίμα στα ούρα ή τα κόπρανα, την απώλεια βάρους και την κόπωση.
Η τρέχουσα μελέτη διαπίστωσε ότι οι τηγανιτές πατάτες καταναλώνονταν από μεγαλύτερο αριθμό ανθρώπων με φλεγμονώδη νόσο του εντέρου και ότι οι άνθρωποι αυτοί έτρωγαν επίσης περισσότερο τυρί και μπισκότα και έπιναν λιγότερο 100% φυσικό χυμό σε σύγκριση με τους ανθρώπους που δεν έπασχαν από τη νόσο.
Επίσης, οι πατάτες και τα αθλητικά και ενεργειακά ροφήματα και η συχνή κατανάλωση αναψυκτικών σχετιζόταν σημαντικά με τη διάγνωση της νόσου, ενώ η κατανάλωση γάλακτος και ποπκόρν σχετιζόταν λιγότερο με την αντίστοιχη διάγνωση.
«Παρόλο που τα τρόφιμα που σε γενικές γραμμές χαρακτηρίζονται ως junk food σχετίζονται θετικά με τις φλεγμονώδεις νόσους του εντέρου, εμείς βρήκαμε ότι τα διατροφικά μοτίβα των ανθρώπων που νοσούν είναι αρκετά παρόμοια με αυτά όσων δεν νοσούν. Ωστόσο, δεν είναι σαφές αν τα αποτελέσματα της μελέτης αντικατοπτρίζουν μια ενδεχόμενη αλλαγή στη διατροφική πρόσληψη των πασχόντων από φλεγμονώδεις νόσους του εντέρου πολύ πριν τη διεξαγωγή της μελέτης», εξηγεί ο Δρ.Moon Han, επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης.
Για να κατανοηθεί πλήρως ο ρόλος της διατροφικής πρόσληψης στον κίνδυνο ανάπτυξης και επικράτησης των φλεγμονώδων νόσων του εντέρου, είναι σημαντικό να διερευνηθούν οι περιβαλλοντικοί παράγοντες, η επεξεργασία του φαγητού (π.χ. το τηγάνισμα) και τα ενδεχόμενα βιοενεργά συστατικά των τροφίμων που μπορούν να προκαλέσουν εντερική φλεγμονή και να αυξήσουν την ευαλωτότητα στις φλεγμονώδεις νόσο του εντέρου, καταλήγουν οι ερευνητές.
Ελκώδης Κολίτιδα: Ποια είναι τα συμπτώματα που τη συνοδεύουν;
Τα συμπτώματα της ελκώδους κολίτιδας δυνατόν να είναι ήπιας ή σοβαρής μορφής, και είτε εμφανίζονται μία φορά είτε παρουσιάζονται με εξάρσεις και υφέσεις. Πιθανά συμπτώματα της ελκώδους κολίτιδαςπεριλαμβάνουν:
- Διαρροϊκές κενώσεις 10 ή περισσότερες φορές την ημέρα
- Αιματηρές κενώσεις
- Αιμορραγία από το ορθό
- Παρουσία βλέννης στα κόπρανα
- Κράμπες στην κοιλιά
- Πυρετό
- Απώλεια βάρους
- Οίδημα και πόνο στα ισχία και στα γόνατα
- Οίδημα και πόνο στα μάτια, το δέρμα, ή τους πνεύμονες
Ελκώδης Κολίτιδα: Πώς πραγματοποιείται η διάγνωση της φλεγμονής;
Οι γαστρεντερολόγοι διενεργούν εξετάσεις που ονομάζονται «σιγμοειδοσκόπηση» (ελέγχεται μόνο το αριστερό παχύ έντερο) ή «κολονοσκόπηση» (ελέγχεται ολόκληρο το παχύ έντερο). Για τις εξετάσεις αυτές, ο γαστρεντερολόγος τοποθετεί ένα λεπτό, εύκαμπτο σωλήνα μέσα στο ορθό (το κατώτερο τμήμα του παχέος εντέρου) και το προωθεί έως το τυφλό (το τελευταίο τμήμα του παχέος εντέρου στη δεξιά κάτω κοιλία).
Ο σωλήνας διαθέτει κάμερα η οποία συνδέεται με εξωτερική οθόνη, έτσι ώστε να γίνει έλεγχος στο εσωτερικό του παχέος εντέρου. Ο σωλήνας διαθέτει επίσης κανάλια μέσα από τα οποία περνάνε εργαλεία (λαβίδες) με τα οποία λαμβάνονται δείγματα ιστού (βιοψίες) που ελέγχονται κάτω από το μικροσκόπιο. Άλλες εξετάσεις δυνατόν να περιλαμβάνουν ακτινογραφίες ή άλλες απεικονιστικές μεθόδους.
Επίσης υπάρχουν δείκτες στο αίμα και τα κόπρανα που χρησιμοποιούνται στη διαγνωστική προσέγγιση των ασθενών με φλεγμονώδη νόσο του εντέρου. Οι σημαντικότεροι από αυτούς τους δείκτες είναι η C αντιδρώσα πρωτεΐνη (CRP), η καλπροτεκτίνη κοπράνων και η λακτοφερρίνη κοπράνων. Το μειονέκτημα αυτών των δεικτών είναι ότι έχουν κυμαινόμενη ευαισθησία και ειδικότητα στη διάγνωση της φλεγμονής στο έντερο.
Η CRP του αίματος έχει χαμηλή ευαισθησία 0,49 και υψηλή ειδικότητα 0,92. Η καλπροτεκτίνη κοπράνων έχει ευαισθησία 0,88 και ειδικότητα 0,73. Η λακτοφερρίνη κοπράνων έχει ευαισθησία 0,82 και ειδικότητα 0,79. Συνεπώς οι 3 αυτοί δείκτες θα πρέπει να συνεκτιμώνται και φυσικά η επιβεβαίωση της νόσου θα πρέπει να τίθεται πάντοτε με κολονοσκόπηση και με βάση και την κλινική εικόνα του ασθενούς.
Νόσος του Crohn: Τι συμπτώματα εκδηλώνει;
Τα συμπτώματα της νόσου του Crohn περιλαμβάνουν:
- διάρροια
- πόνο στην κοιλιά
- αίσθημα κόπωσης
- απώλεια βάρους
- πυρετό
- άφθες στο στόμα
- εξανθήματα
- πόνο στις αρθρώσεις
- κοκκίνισμα στα μάτια
- συρίγγια και αποστήματα στην περιοχή του πρωκτού
Επιπλέον η νόσος του Crohn συνδέεται με τις παρακάτω παθήσεις και εκδηλώσεις:
- Υπερτροφική οστεοαρθροπάθεια (περιοστίτιδα)
- Οστεοπενία ή οστεοπόρωση, άσηπτη νέκρωση, πολυμυοσίτιδα, οστεομαλακία
- Δέρμα και στόμα
- Αντιδραστικές αλλοιώσεις όπως οζώδες ερύθημα, γαγγραινώδες πυόδερμα, αφθώδη έλκη, νεκρωτική αγγειίτιδα, σύνδρομο Sweet
- Ειδικές βλάβες όπως ραγάδες και συρίγγια, στοματική νόσος του Crohn, ερύθημα από φάρμακα
- Τροφική ανεπάρκεια όπως εντεροπαθητική ακροδερματίτιδα (από ανεπάρκεια ψευδαργύρου), κνίδωση (από ανεπάρκεια βιταμινών C και K), γλωσσίτιδα (από ανεπάρκεια βιταμινών Β), τριχόπτωση και αδύναμα νύχια (από ανεπάρκεια πρωτεϊνών)
- Σχετιζόμενες νόσοι όπως λεύκη, ψωρίαση, αμυλοείδωση, επίκτητη πομφολυγώδης επιδερμόλυση
- Πρωτοπαθής σκληρυντική χολαγγειίτιδα, χολαγγειοκαρκίνωμα, χολολιθίαση
- Φλεγμονές όπως αυτοάνοση χρόνια ενεργός ηπατίτιδα, περιχολαγγειίτιδα, πυλαία ίνωση και κίρρωση ήπατος, κοκκιώματα
- Μεταβολικές παθήσεις όπως λιπώδες ήπαρ, χολόλιθοι που σχετίζονται με Crohn ειλεού
- Ιρίτιδα, ραγοειδίτιδα, επισκληρίτιδα, σκληρομαλακία, έλκη κερατοειδούς, νευρίτιδα, κερατοπάθεια
- Μεταβολικά νοσήματα
- Διαταραχή ανάπτυξης στα παιδιά και τους εφήβους, καθυστέρηση σεξουαλικής ωρίμανσης
- Αναιμία λόγω ανεπάρκειας σιδήρου, φυλλικού οξέος, βιταμίνης Β12 ή αυτοάνοσης αιμολυτικής αναιμίας, αναιμία χρονίας νόσου, θρομβοκυτταροπενική πορφύρα, λευκοκυττάρωση και θρομβοκυττάρωση, θρομβοφλεβίτιδα, θρομβοεμβολισμός, αρτηριίτιδα, απόφραξη αρτηριών, αρτηριίτιδα Takayasu, δερματική αγγειίτιδα, αντικαρδιολιπινικά αντισώματα, υποσπληνισμός
- Νεφρολιθίαση, αμυλοείδωση, φαρμακευτική νεφροτοξικότητα
- Νεφρική σωληναριακή βλάβη
- Νευρολογικά νοσήματα
- Περιφερική νευροπάθεια, μυελοπάθεια, μυασθένεια gravis, αγγειακές εγκεφαλικές διαταραχές
- Πνευμονική ίνωση, αγγειίτιδα, βρογχίτιδα, λαρυγγοτραχειίτιδα, διάμεση πνευμονική νόσος, σαρκοείδωση
- Περικαρδίτιδα, μυοκαρδίτιδα, ενδοκαρδίτιδα, καρδιακός αποκλεισμός, καρδιομυοπάθεια, καρδιακή ανεπάρκεια λόγω της anti-TNF θεραπείας
- Περικαρδίτιδα λόγω σουλφασαλαζίνης και 5-αμινοσαλικυλικών
- Οξεία παγκρεατίτιδα (προσοχή στην 6-μερκαπτοπουρίνη και τα 5-αμινοσαλικυλικά)
- Φαρμακευτικός λύκος και αυτοάνοσες νόσοι λόγω λήψης anti-TNF θεραπείας
Νόσος του Crohn: Πώς πραγματοποιείται η διάγνωση;
Οι γαστρεντερολόγοι συνιστούν ακτινογραφίες ή άλλες απεικονιστικές μεθόδους για να εξετάσουν το ανώτερο τμήμα του εντέρου (λεπτό έντερο) και κολονοσκόπηση για να εξετάσουν το κατώτερο τμήμα του εντέρου (παχύ έντερο).
Κατά την κολονοσκόπηση, ο γαστρεντερολόγος τοποθετεί ένα λεπτό εύκαμπτο σωλήνα μέσα στο ορθό και το προωθεί στο τυφλό, το τελικό σημείο του παχέος εντέρου (δεξιά κάτω κοιλία). Το ενδοσκόπιο διαθέτει μια μικροκάμερα που συνδέεται με εξωτερική οθόνη, ούτως ώστε ο γαστρεντερολόγος να βλέπει τις βλάβες στο εσωτερικό του εντέρου και να παίρνει βιοψίες.
Επίσης υπάρχουν δείκτες στο αίμα και τα κόπρανα που χρησιμοποιούνται στη διαγνωστική προσέγγιση των ασθενών με φλεγμονώδη νόσο του εντέρου. Οι σημαντικότεροι από αυτούς τους δείκτες είναι η C αντιδρώσα πρωτεΐνη (CRP), η καλπροτεκτίνη κοπράνων και η λακτοφερρίνη κοπράνων. Το μειονέκτημα αυτών των δεικτών είναι ότι έχουν κυμαινόμενη ευαισθησία και ειδικότητα στη διάγνωση της φλεγμονής στο έντερο.
Η CRP του αίματος έχει χαμηλή ευαισθησία 0,49 και υψηλή ειδικότητα 0,92. Η καλπροτεκτίνη κοπράνων έχει ευαισθησία 0,88 και ειδικότητα 0,73. Η λακτοφερρίνη κοπράνων έχει ευαισθησία 0,82 και ειδικότητα 0,79. Συνεπώς οι 3 αυτοί δείκτες θα πρέπει να συνεκτιμώνται και φυσικά η επιβεβαίωση της νόσου θα πρέπει να τίθεται πάντοτε με κολονοσκόπηση και με βάση και την κλινική εικόνα του ασθενούς.